Είπαν...

«Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο ούτε ένα παράδειγμα,
όπου οι περικοπές μισθών,
συντάξεων και κοινωνικών δαπανών
να οδήγησαν στην εξυγίανση ενός ασθενούς κράτους
»

Τζόζεφ Στίγκλιτς
νομπελίστας οικονομολόγος



Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

ΩΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ Ή ΩΣ ΠΟΛΙΤΕΣ;

Του ΣΤΑΘΗ
 
Καλημέρα κυρίες και κύριοι, συντρόφισσες, σύντροφοι, φίλοι συνταξιδιώτες
και καλήν εβδομάδα.
Μια κι έξι - όλο σκέψη – μείνανε έως τις εκλογές. Την επόμενη Κυριακή, ο Δήμος (δηλαδή ο οργανωμένος πολιτικός λαός) θα εκδηλώσει το Κράτος του, δηλαδή την ισχύ του, αποφασίζοντας για την περαιτέρω πορεία της Πολιτείας που περιέχει την κοινωνία μας.
Σπουδαία υπόθεση!
Θα εκλεγούν οι αντιπρόσωποι του λαού που θα διαμορφώσουν εκείνον τον συσχετισμό δυνάμεων που προϋποτίθεται για την άσκηση της πολιτικής στη δημοκρατία μας.
Θα διαμορφωθεί η σύνθεση της νέας Βουλής, από την οποίαν θα προκύψει η νέα κυβέρνηση – μ'έναν λόγο θα λάβουν εκ νέου σάρκα και οστά η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία που θα οδηγήσουν την Ελλάδα δεξιότερα ή αριστερότερα
πιο μπροστά ή πιο πίσω...
Ωραία θα ήταν αν ήταν έτσι! Αν η Ελλάδα ήταν μία ελεύθερη χώρα χωρίς Γκαουλάιτερ διότι τα μισά από τα κόμματα που κατεβαίνουν (αντί στον Άδη) στις εκλογές για να ξαναζητήσουν την ψήφο μας, είναι ακριβώς αυτά που κατέβασαν την Ελλάδα στα Τάρταρα του ΔΝΤ, την
έκαμαν χώρα Φόρου Υποτελή στους διεθνείς τοκογλύφους, ένα τρισάθλιο Προτεκτοράτο,
όπου οι αποφάσεις για λογαριασμό του λαμβάνονται όχι στη Βουλή των Ελλήνων, αλλά στα γραφεία της Deutsche Bank.
Καθ'ότι, όσον εμείς ομιλούμε περί τα προεκλογικά, ακούγοντας τα ψέματα (τα ατελείωτα ψέματα) του κ. Βενιζέλου, ακούγοντας τις απειλές του κ. Σαμαρά ή τα κλαυθμιρίσματα του κ. Καρατζαφέρη
ο Γερμανικός κολοσσός της Deutsche Bank με μαριονέτα τον κ.Παπαδήμο εξασφαλίζει θέσεις κλειδιά στην ίδια τη δομή της χώρας (άδειες για εμπορία ηλεκτρικής ενέργειας, προνομιακή θέση στην διαπραγμάτευση αγοράς τίτλων του ελληνικού δημοσίου, θέσεις για την ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, προνομιακή σχέση και πρόσβαση στις μεγάλες δουλειές του Δημοσίου και άλλα).
Οι σχέσεις αυτές σφυρηλατήθηκαν και σφυρηλατούνται (ως αλυσίδες για τους Έλληνες και ως χρυσά βραχιόλια για τα γκόλντεν μπόυς) από τα στελέχη του δικομματισμού
που τώρα ζητούν εκ νέου την ψήφο μας
λέγοντας και πάλι μεγάλες κουβέντες «για τη μοίρα του έθνους επί πολλές δεκαετίες» - όπως
ανερυθρίαστος κραύγαζε χθες σε προεκλογική συγκέντρωση ο κ. Βενιζέλος.
Ποιος;
Ο άνθρωπος που παρέδωσε τον ελληνικό δημόσιο πλούτο στους ξένους δανειστές (ήδη απ'το καλοκαίρι του 2011), ο άνθρωπος που επινόησε τα πιο απίστευτα χαράτσια, που υπέγραψε το τέλος των μισθών κι άλλα όσα δεινά ων ουκ έστιν αριθμός.
Επιμένω ειδικά στα «ψέματα Βενιζέλο», διότι δεν υπάρχει ψέμα που να μην το έχει πει.
Για τις εγγυήσεις στους Φιλανδούς! – έσχιζε τα ιμάτια του ότι δεν έδωσε τέτοιο πράγμα! Τις έδωσε!
Για το Αγγλικό Δίκαιο! Τα ίδια!
Για το PSI! Τα ίδια!
Κάθε μέρα λέει κι ένα ψέμα.
Αποκαλύπτεται. Κι όμως συνεχίζει!
Όμως, αυτό ακριβώς είναι το ερώτημα που τίθεται στις εκλογές της Κυριακής στους Έλληνες και τις Ελληνίδες.
Θα συνεχίσει η χώρα με τα ψέματα;
Θα συνεχίσει με τους ίδιους;
Θα συνεχίσει να ζει (για να πεθάνει) υπό τη Διπλή Κατοχή: από την εγχώρια Διαπλοκή κι από την ξενική Τρόικα;
Γιατί μας ζητά την ψήφο μας ο κ. Σαμαράς; Για να συνεχίσει να κυβερνά ο κ. Τόμσεν; Ή μήπως για να συνεχίσει να κυβερνά η Διαπλοκή;
Εκτός κι αν ο Σύμβουλος του κ. Σαμαρά, κύριος Ψυχάρης υιός ξενυχτάει κάθε βράδυ προσευχόμενος, ώστε να συμβουλεύει αποτελεσματικά τον αρχηγό του υπέρ...πτωχών και αδυνάτων!
Ούτε καν τα προσχήματα κρατάει πλέον ο δικομματισμός, μονοκομματισμός – το σίχαμα της Διαπλοκής βγαίνει απ'το παρασκήνιο και διεκδικεί πλέον θέση στο προσκήνιο.
Η υποταγή της χώρας τους έχει αποθρασύνει.
Θεωρούν φυσιολογικό να μας
ζητούν την ψήφο μας τώρα για να μας αλαλιάσουν με νέα μέτρα τον Ιούνιο.
Κυρίες και κύριοι, τα ψέματα τελείωσαν,
ήταν πολλά. Πάρα πολλά!
Με τα ψέματα ασκήθηκε από τα δύο κόμματα με τη συνενοχή του ΛΑΟΣ, της κυρίας Μπακογιάννη κι όλων των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού (ανοιχτού ή συγκεκαλυμμένου) μια αντεθνική
αντικοινωνική πολιτική
με αντιδημοκρατικό τρόπο και μέσα.
Τα κόμματα των Μνημονίων, είναι, κατά τη γνώμη μου παράδοξο να ελπίζουν στα ποσοστά που τους δίνουν οι δημοσκοπήσεις.
Υπέταξαν τη χώρα – θα ήταν σαν να έπαιρνε ο Τσολάκογλου 25% συν 15% για να (ξανα) σχηματίσει κυβέρνηση!
Τί κυβέρνηση;
Του Ράιχενμπαχ και του Τόμσεν; Με την εντολή και την έγκριση ποιων Ελλήνων;
Το ξαναλέω, σημειώστε τις λέξεις: ασκείται
Μια αντεθνική
και αντικοινωνική πολιτική
με αντιδημοκρατικό τρόπο
για την οποίαν ζητούν την ψήφο μας ώστε να νομιμοποιηθεί.
Μένουν έξι ημέρες.
Σκεφθείτε (ευκτική) – τέτοια πολιτική μόνον Λωτοφάγοι ή Συβαρίτες μπορούν να την εγκρίνουν. Πολίτες, δεξιοί ή αριστεροί, όχι!
Τέτοια πολιτική έφτιαξαν γραικύλοι (κατά κόσμον δωσίλογοι), κάνει για ραγιάδες και υπηρετείται από γενίτσαρους.
Μαζί της ο λαός μόνο μία σχέση μπορεί να έχει: καταστροφική.
Ή θα την καταστρέψει ή θα καταστραφεί ο ίδιος...
 Πηγή: enikos.gr

Η ΕΥΡΩΠΗ ΑΝΑΖΗΤΕΙ ΕΞΟΔΟ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

Του Π. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Κάθε άλλο παρά αναστάσιμο ήταν το μήνυμα του Πολ Κρούγκμαν ανήμερα Κυριακή του Πάσχα. Κάτω από τον τίτλο «Η οικονομική αυτοκτονία της Ευρώπης», ο διάσημος οικονομολόγος έγραφε στη στήλη του, στους New York Times:
«Το Σάββατο, ρεπορτάζ των Times έριχνε φως σε ένα φαινόμενο που μοιάζει να παίρνει διαστάσεις στην Ευρώπη: "Αυτοκτονία λόγω οικονομικής κρίσης" – άνθρωποι που τερματίζουν τη ζωή τους απελπισμένοι από την ανεργία ή την καταστροφή της επιχείρησής τους. Ηταν ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ. Ωστόσο, έχω την πεποίθηση ότι δεν ήμουν ο μοναδικός αναγνώστης, ειδικά μεταξύ των οικονομολόγων, που αναρωτήθηκε αν το μεγάλο θέμα δεν αφορά τόσο ιδιώτες, όσο τη διαφαινόμενη απόφαση Ευρωπαίων ηγετών να οδηγήσουν ολόκληρη την Ενωση σε οικονομική αυτοκτονία».
Την επομένη, το πρακτορείο Reuters διαπίστωνε ότι «μια σφοδρή διαμάχη» διχάζει τις ακαδημαϊκές και πολιτικές ελίτ, μεταξύ εκείνων που επιμένουν στη σκληρή γραμμή λιτότητας του Βερολίνου και εκείνων που ζητούν αλλαγή πορείας με κατεύθυνση την ανάπτυξη.
ΕΚΚΛΗΣΗ ΥΠΕΡ ΟΛΑΝΤ
Ταυτόχρονα, δεκάδες προβεβλημένοι Γάλλοι οικονομολόγοι –μεταξύ των οποίων οι γνωστοί και στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό Μισέλ Αγκλιετά, Ντανιέλ Κοέν και Τομά Πικετί– δημοσίευαν έκκληση υπερψήφισης του Ολάντ, κρούοντας των κώδωνα του κινδύνου: «Η κρίση της Ευρωζώνης δείχνει ότι μας απειλεί το χειρότερο: μια παράλογη κούρσα προς την κοινωνική μειοδοσία, πολιτικές λιτότητας που συντρίβουν την ανάπτυξη, τελικά η τάση να γίνει νόμος το "ο καθένας για τον εαυτό του". Ηρθε η ώρα να θέσουμε τέλος σε αυτές τις πολιτικές, που καταστρέφουν τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η κρίση χρέους δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί όταν στραγγαλίζεται η ανάπτυξη και καταρρέει η αγοραστική δύναμη».
Στους επικριτές της πολιτικής που επιβάλλει στην Ενωση η Γερμανία της Μέρκελ, ήρθε εσχάτως να προστεθεί και ο Economist. Κάτω από τον απροσδόκητα επιθετικό τίτλο «Το μοντέλο Deutschland uber alles», ο προμαχώνας του αγγλοσαξονικού φιλελευθερισμού έγραφε:
«Πάνω απ' όλα, η γερμανική φιλοσοφία τιμωρίας των αμαρτωλών, που ευνοεί τη λιτότητα εις βάρος της ανάπτυξης, την αποταμίευση εις βάρος της κατανάλωσης και τις εξαγωγές εις βάρος της εσωτερικής ζήτησης, αποβαίνει συχνά ζημιογόνος. Καθήλωσε το βιοτικό επίπεδο των Γερμανών (...) και έπαιξε καταστροφικό ρόλο για την υπόλοιπη Ευρωζώνη, καθώς η Γερμανία λειτούργησε στην πράξη ως τροχοπέδη της ζήτησης».
Τη διευρυνόμενη αμφισβήτηση τροφοδοτούν όχι τόσο συναισθήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, όσο η γενικευμένη πλέον αίσθηση πως η γερμανική συνταγή για την αντιμετώπιση της κρίσης οδηγεί σε αδιέξοδο. Και αυτό δεν αφορά μόνο την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα, που ήταν εύκολο να ενοχοποιηθεί διεθνώς για δημοσιονομική κραιπάλη. Η Ιρλανδία παρουσιάστηκε όχι μία, αλλά δύο φορές ως υπόδειγμα «εξυγίανσης», αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται με το ένα πόδι στην άβυσσο.
Η τέταρτη οικονομία της Ενωσης, η Ισπανία, δεν είχε κανένα πρόβλημα με το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα, είχε συγκρατήσει μισθούς και συντάξεις, ενώ η δεξιά κυβέρνηση Ραχόι εφάρμοσε αιματηρές περικοπές. Ωστόσο, η ανταμοιβή της ήταν να εκτοξευθεί η ανεργία στο 24% –συγκρίσιμο με την Αμερική της Μεγάλης Υφεσης, τη δεκαετία του '30–, να απογειωθούν τα spreads και να βρεθεί η χώρα στο κατώφλι του μηχανισμού στήριξης, επαναφέροντας τους φόβους για «μετάδοση της μόλυνσης» στην Ιταλία, με καταστροφικές συνέπειες για το ίδιο το ευρώ.
Ακόμη χειρότερα, η δρακόντεια λιτότητα αρχίζει να αποσταθεροποιεί ακόμη και τον σκληρό πυρήνα του ευρώ, όπως διαμηνύουν οι περιπέτειες της Ολλανδίας. «Παρά τη φήμη της ως μία από τις πιο ισχυρές οικονομικές δυνάμεις, που κηρύσσει τις αρετές της λιτότητας από την καρδιά της Ευρωζώνης, η Ολλανδία αρχίζει να υποκύπτει στα ίδια προβλήματα που πλήττουν τις ασθενέστερες οικονομίες», ανέφερε πρόσφατο ρεπορτάζ της Wall Street Journal.
ΔΟΚΙΜΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ Η ΟΛΛΑΝΔΙΑ
Η οικονομία της χώρας αναμένεται να συρρικνωθεί φέτος περίπου κατά 1% και το έλλειμμα να ανέλθει στο 4,5%, παραβιάζοντας το όριο του 3%, που η ίδια η ενάρετη Ολλανδία (σιγοντάροντας τη Γερμανία) πάσχισε να επιβάλει στους αμαρτωλούς της Μεσογείου.
«Οι δοκιμασίες της Ολλανδίας», έγραφε στο ίδιο άρθρο η αμερικανική εφημερίδα, «είναι η τελευταία ένδειξη ότι αυτό που έχει απομείνει από τον σκληρό πυρήνα του ευρώ –Γερμανία, Αυστρία, Φινλανδία, Ολλανδία και το μικροσκοπικό Λουξεμβούργο– αρχίζει να καταρρέει».
«Ποια είναι η εναλλακτική λύση;» διερωτάται ο Κρούγκμαν. «Λοιπόν, τη δεκαετία του 1930 –μια εποχή, την οποία η σημερινή Ευρώπη μοιάζει να αντιγράφει πιστά– ουσιώδης προϋπόθεση για την ανάκαμψη ήταν η έξοδος από τον κανόνα του χρυσού. Το ισοδύναμο σήμερα θα ήταν η έξοδος από το ευρώ και η αποκατάσταση του εθνικού νομίσματος. Μπορεί να πείτε ότι αυτό είναι αδιανόητο και πράγματι θα επέφερε τεράστια αποδιάρθρωση, οικονομική και πολιτική. Ωστόσο, η συνέχιση της σημερινής πορείας, η επιβολή ολοένα και σκληρότερης λιτότητας σε χώρες που ήδη υποφέρουν από ανεργία, συγκρίσιμη με εκείνη της Μεγάλης Υφεσης, αυτό είναι το πραγματικά αδιανόητο».
ΜΙΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΙΔΕΑ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ
«Μπορούμε να έχουμε δημοκρατία ή μπορούμε να έχουμε συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια λίγων, αλλά δεν μπορούμε να τα έχουμε και τα δύο μαζί». Μ' αυτά τα λόγια του Λιούις Μπραντάις, προοδευτικού Αμερικανού δικαστή και στοχαστή του προηγούμενου αιώνα, αρχίζει άρθρο των New York Times (18 Δεκεμβρίου 2011) με τίτλο «Μη φορολογείτε τους πλούσιους, αλλά την ίδια την ανισότητα». Το υπογράφουν οι Ιαν Αϊρες και Ααρον Εντλιν, καθηγητές των Πανεπιστημίων του Γέιλ και του Μπέρκλεϊ αντίστοιχα.
Οι δύο ακαδημαϊκοί απαντούν, κατά κάποιο τρόπο, στο κεντρικό αίτημα «Φορολογήστε τους πλούσιους», που έθεσε στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής διαμάχης στην Αμερική το κίνημα «Κατάληψη της Γουόλ Στριτ», προβάλλοντας μια πιο ριζοσπαστική ιδέα: Να κατοχυρωθεί νομικά, παράλληλα με τον κατώτατο μισθό, ένα ανώτατο όριο εισοδήματος –ενδεικτικά προτείνουν την αναλογία 1:36– πάνω από το οποίο η φορολογία θα ανέρχεται σε 100%.
Η πρόταση των δύο Αμερικανών καθηγητών δεν περιέχει τίποτα το αντικαπιταλιστικό. Αφήνει άθικτες τις σχέσεις ιδιοκτησίας και δέχεται ότι μπορεί ένας εργαζόμενος να ζει με 14.000 τον χρόνο, ενώ ένας επιχειρηματίας να έχει καθαρό, προσωπικό εισόδημα 504.000. Ακόμη και αυτός ο περιορισμός, όμως, μοιάζει με επανάσταση για τα δεδομένα του σύγχρονου κόσμου, που ενοχοποιεί μισθούς και συντάξεις, ενώ απογειώνει τις ανισότητες. Οπως αναφέρει πρόσφατη μελέτη των Τομά Πικετί και Εμανουέλ Σαέζ, το 93% της ανάπτυξης που γνώρισε η αμερικανική οικονομία το 2010 πήγε στο 1% των πλουσιότερων νοικοκυριών. Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι ότι το 37% της ανάπτυξης το καρπώθηκε το 0,01% των νοικοκυριών – μόλις 15.000 οικογένειες, καθεμία από τις οποίες έχει ετήσιο εισόδημα άνω των 23,8 εκατομμυρίων δολαρίων. Αλλο ένα ισχυρό επιχείρημα υπέρ εκείνων που υποστηρίζουν ότι το δίλημμα «ανάπτυξη ή λιτότητα» είναι ρηχό όσο δεν συνοδεύεται από την απαίτηση για αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου.
Η γαλλική επιθεώρηση Le Monde Diplomatique είναι ένα από τα ελάχιστα διεθνούς κύρους έντυπα που επιμένουν να φέρνουν αυτή την απαίτηση στο κέντρο της δημόσιας συζήτησης. Σχετικό ήταν το πρώτο θέμα του περιοδικού, τον περασμένο Φεβρουάριο, με τίτλο «Να μπει πλαφόν στα εισοδήματα». Μια ιδέα η οποία, παραδόξως, δεν είναι ευρωπαϊκής, αλλά αμερικανικής καταγωγής, όπως μας πληροφορεί ο αρθρογράφος. Διατυπώθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του περασμένου αιώνα από τον Αμερικανοεβραίο ανθρωπιστή και ακαδημαϊκό Φέλιξ Αντλερ και πυροδότησε πραγματικό κίνημα για την «επιστράτευση του πλούτου» την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΡΟΥΖΒΕΛΤ
Νέα ώθηση στις απαιτήσεις για ριζοσπαστική αναδιανομή προκάλεσε η Μεγάλη Υφεση, που έφερε στην προεδρία τον Ρούζβελτ. Ο Δημοκρατικός πρόεδρος θα σκανδαλίσει την Αμερική το 1935, ρίχνοντας το σύνθημα «να πληρώσουν οι πλούσιοι» για την κρίση. Εγκαινιάζοντας το δεύτερο New Deal, ο Ρούζβελτ επιβάλλει στα εισοδήματα άνω των 5 εκατομμυρίων φόρο 79%. Ο πόλεμος και η πίεση των συνδικάτων θα αναγκάσουν το αμερικανικό Κογκρέσο να πάει πιο μακριά και να επιβάλει, το 1944, στα εισοδήματα άνω των 200.000 φόρο... 94%!
Τις μέρες αυτές, η φορολόγηση των πλουσίων αποτελεί το κεντρικό θέμα της πολιτικής διαμάχης στις ΗΠΑ, με τους Ρεπουμπλικανούς να μένουν πιστοί στη νεοφιλελεύθερη παράδοση του Ρέιγκαν, που συρρίκνωσε τη φορολογία των επιχειρηματικών κερδών στο 15% και την κυβέρνηση Ομπάμα να επιχειρεί μια κάποια εξισορρόπηση. Αλλά και οι γαλλικές προεδρικές εκλογές σφραγίστηκαν από την ίδια απαίτηση, καθώς ο Σοσιαλιστής υποψήφιος Φρανσουά Ολάντ δεσμεύτηκε για φόρο 75% στα ανώτερα εισοδηματικά κλιμάκια, ενώ ο υποψήφιος της Αριστεράς Ζαν–Λικ Μελανσόν προτείνει φόρο 100% στα εισοδήματα άνω των 360.000 ευρώ.
ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ
«Δημιουργήσαμε έναν από τους καλύτερους ιδιωτικούς τομείς με χαμηλούς μισθούς στην Ευρώπη», πανηγύριζε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός, το 2005. Σήμερα, η Γερμανία όχι μόνο ενοχοποιείται για τον οικονομικό μαρασμό της Ευρωζώνης, αλλά απειλεί να παρασύρει στην κρίση και τους καλύτερους μαθητές της. Πέραν της Ολλανδίας, μία άλλη χώρα της προτεσταντικής συμμαχίας των δημοσιονομικά ενάρετων, η Φινλανδία, βλέπει τον εθνικό της πρωταθλητή, τη Nokia, να παρακμάζει, ενώ το εμπορικό της ισοζύγιο έγινε για πρώτη φορά στα τελευταία 20 χρόνια αρνητικό. Στο μεταξύ, η Αυστρία έχασε το ποθητό «ΑΑΑ» από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor's, ενώ τα φίδια αρχίζουν να ζώνουν και την ίδια τη Γερμανία: Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ύφεση μέσα στο 2012, καθώς η εξαγωγική βιομηχανία της πλήττεται από την απότομη πτώση της ζήτησης στις περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης και από την επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα.
Σε αυτό το φόντο, οι φόβοι για το μέλλον της Ευρωζώνης, που είχαν υποχωρήσει προσωρινά με το σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας, επανέρχονται δριμύτεροι. Τη Μεγάλη Τετάρτη, άρθρο της Wall Street Journal με τίτλο «Στήνοντας το σκηνικό για το δράμα της δραχμής» παρότρυνε τις μεγάλες επιχειρήσεις να αρχίσουν να προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο να αποχωρήσει ομάδα χωρών από την Ευρωζώνη. Τέσσερις μέρες νωρίτερα, ο Economist δημοσίευε αντίστοιχο άρθρο, που καλούσε τους Ευρωπαίους ηγέτες «να σκεφτούν το αδιανόητο», μια συντεταγμένη αποχώρηση χωρών ή διάσπαση της Ευρωζώνης σε δύο οικογένειες (ευρώ του Βορρά και ευρώ του Νότου), θεωρώντας αυτήν τη λύση ως το λιγότερο κακό, σε σύγκριση με τον κίνδυνο ανεξέλεγκτων χρεοκοπιών.
Ιnfo
- Sam Pizzigati, «Plafonner les revenus», Le Monde Diplomatique, Fevrier 2012.
- Paul Krugman, «Europe's Economic Suicide», The New York Times, April 15, 2012.
- The Economist, «Modell Deutschland uber alles», April 14, 2012.
- Matthew Dalton, «Dutch Debate Austerity Path», The Wall Street Journal, April 1, 2012.
*Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή, 22/4/2012

Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Τι εστί Τράπεζα σήμερον του Γ. Βαρουφάκη

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν ιδιωτικές τράπεζες που λειτουργούσαν ως κανονικές επιχειρήσεις. Που έπαιρναν δηλαδή ρίσκο και είτε, εφόσον τους «έβγαινε», κέρδιζαν είτε, όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν «κατ’ ευχήν», διακινδύνευαν την ύπαρξή τους. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.
Τέτοιες τράπεζες σήμερα δεν υπάρχουν. Σήμερα οι «ιδιωτικές» τράπεζες, παγκοσμίως, αποτελούν έναν παραπλανητικό ευφημισμό. Ιδίως μετά το Κραχ του 2008, οι τράπεζες λειτουργούν ως μορφώματα που συνδυάζουν τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, αποτελώντας έτσι βαρίδια που τραβάνε τις κοινωνίες και τις αγορές μαζί τους στον πυθμένα ενός ωκεανού ζημιών και χρέους.
Αυτές τις μέρες, που μια υπό προθεσμία (και υπό αμφιλεγόμενη νομιμοποίηση) κυβέρνηση «διαπραγματεύεται» την λεγόμενη επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καλό είναι να θυμηθούμε τι εστί τράπεζα την σήμερον. Για να το θυμηθούμε όμως αυτό, χρειαζόμαστε μια αναδρομή στο ιστορικό του πώς φτάσαμε εδώ που είμαστε.
Όταν οι τράπεζες λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις
Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι κραταιές τράπεζες (π.χ. του Λονδίνου) λειτουργούσαν ως ιδιωτικές εταιρείες απεριόριστης ευθύνης. Οι ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι τις διεύθυναν κιόλας (ή τουλάχιστον επέβλεπαν τον τρόπο διοίκησης), διέτρεχαν τον κίνδυνο να χάσουν και το σπίτι τους ακόμα αν η τράπεζα δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες (σε ρευστό) των καταθετών της ή να ανταποκριθεί στα δάνεια που είχε η ίδια συνάψει με πιστωτές. Στην προσπάθειά τους να περιοριστεί αυτός ο κίνδυνος, οι τραπεζίτες κρατούσαν στα ταμεία τους, για να έχουν «καβάτζα», την δική τους χρηματική περιουσία  (σε ρευστό, μετοχές ή ομολογίες) και δεν δάνειζαν ποτέ πάνω από το 50% των συνολικών τους κεφαλαίων (δηλαδή του αθροίσματος των χρημάτων που είτε κατέθεταν στην τράπεζα οι πελάτες της είτε κατέθεταν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες).
Από τα μέσα του 19ου αιώνα, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν για αντικειμενικούς λόγους. Κατ’ αρχάς, καθώς ο καπιταλισμός απογειωνόταν, με την δημιουργία νέων, πανάκριβων αλλά και, παράλληλα, υπερκερδοφόρων δικτύων (π.χ. σιδηροδρομικά, τηλεγραφικά, ηλεκτροφόρα δίκτυα), οι επιχειρήσεις είχαν ανάγκη τεράστιων δανείων – για τα οποία ήταν έτοιμες να καταβάλουν αντίστοιχα τεράστιους τόκους. Έτσι, σιγά-σιγά οι τράπεζες «αναγκάστηκαν» να αποποιηθούν τον εγγενή συντηρητισμό τους. Το πρώτο βήμα έγινε το 1826 στο Λονδίνο. Έως τότε, καμία τράπεζα δεν είχε το δικαίωμα να έχει πάνω από έξι μετόχους. Αυτός ο περιορισμός ήταν ο πρώτος που υπέκυψε στις νέες ανάγκες για μεγαλύτερη δανειοδοτική δυνατότητα: ξάφνου, ο αριθμός των μετόχων πολλαπλασιάστηκε, τα κεφάλαια που διέθεσαν οι νέοι μέτοχοι πέρασαν στα βιβλία των τραπεζών και, έτσι, οι τράπεζες μπόρεσαν να χρηματοδοτήσουν την Β’ Βιομηχανική Επανάσταση (μέσα του 19ου αιώνα και μετέπειτα). Πάντως, παρά αυτά τα ανοίγματα, οι μέτοχοι (αν και πιο πολλοί) παρέμειναν υπό την απειλή της προσωπικής πτώχευσης, σε περίπτωση του η τράπεζα παρέπαιε. Αυτή η απειλή αρκούσε ώστε οι ιδιοκτήτες των τραπεζών, οι τραπεζίτες, να κρατάνε σφικτά τα ηνία των διευθυντών τους, στους οποίους δεν επέτρεπαν να διακινδυνεύσουν την περιουσία τους.
Ο περιορισμός της ευθύνης των μετόχων-ιδιοκτητών των τραπεζών νομοθετήθηκε το 1855-6. Έχει ενδιαφέρον ότι οι τραπεζίτες, αντί να αδράξουν την ευκαιρία να αποποιηθούν τον κίνδυνο της προσωπικής πτώχευσης, αντιστάθηκαν στον νέο νόμο – προσπάθησαν, για δεκαετίες, να κρατήσουν το καθεστώς της απεριόριστης ευθύνης διατυμπανίζοντας ότι επέλεγαν να επενδύσουν το προσωπικό τους ρίσκο στην τράπεζά τους ως τίτλο τιμής, ως μέρος του συμβολαίου με τους καταθέτες (του στυλ: «αν πτωχεύσει η τράπεζά μας, να ξέρετε ότι θα καταστραφούμε κι εμείς»). Χρειάστηκε να έρθει η Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, με τις πολλαπλές πτωχεύσεις τραπεζιτών, για να πειστούν οι τραπεζίτες (δηλαδή οι ιδιοκτήτες των τραπεζών) να «περιορίσουν την ευθύνη τους», κόβοντας τον ομφάλιο λώρο που συνέδεε τις τύχες της τράπεζάς τους με την τύχη της προσωπικής τους περιουσίας.
Το τέρας της μόχλευσης (leverage)
Στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν οι τράπεζες αρχίζουν να μεταλλάσσονται σε κάτι που σιγά-σιγά παύει να θυμίζει τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, το σύνολο του ενεργητικού όλων των τραπεζών (δηλαδή, των δανείων που δίνουν και των κεφαλαίων που διακρατούν ως «καβάτζα») κυμαινόταν γύρω το 50% του ΑΕΠ μιας αναπτυγμένης χώρας (π.χ. Βρετανίας, Γαλλίας κλπ). Σήμερα, κυμαίνεται μεταξύ του 300% και του 500% του ΑΕΠ. Μια τράπεζα, όπως η Deutsche Bank ή η BNP, μπορεί να έχει ενεργητικό μεγαλύτερο του ΑΕΠ της χώρας στην οποία εδρεύει.
Πώς συνέβη αυτό; Η απάντηση, μονολεκτική: Μόχλευση. Τι είναι αυτό το φρούτο; Κάτι που όλοι γνωρίζουμε με άλλο, απλούστερο, όρο: Χρέος (ή, για την ακρίβεια, ο λόγος του χρέους). Αν σας πω ότι για κάθε €10 που έχω, δανείστηκα €120, θα με περάσετε για τρελό. Όμως αν είμαι τραπεζίτης, και έχω κάνει το ίδιο πράγμα, δεν θα πω ποτέ ότι δανείστηκα. Θα πω απλώς ότι ο συντελεστής μόχλευσης της τράπεζάς μου είναι 12 (δηλαδή, €120 χρέους για κάθε €10 κεφαλαίων που διαθέτει το ταμείο μου). Όχι μόνο ακούγεται καλύτερο και πιο «τεχνοκρατικό» αυτό αλλά, δεδομένης της κατάστασης στο τραπεζικό σύστημα σήμερα, θα θεωρηθεί και ιδιαίτερα συντηρητικός συντελεστής μόχλευσης!
Ποια η σημασία του συντελεστή μόχλευσης; Αποτελεί το μυστικό του αμύθητου πλούτου των τραπεζιτών στις εποχές των παχιών αγελάδων και της βαθιάς τους πτώχευσης σήμερα. Έστω μια τράπεζα που κερδίζει ένα ποσοστό 1% επί των κεφαλαίων που διαθέτει ή διαχειρίζεται (εκ μέρους καταθετών, πελατών κλπ). Επιλέγοντας όμως έναν συντελεστή μόχλευσης ίσο με, π.χ., το δώδεκα, η καλή τράπεζα δωδεκαπλασιάζει τα κέρδη της χωρίς ιδρώτα ή κόπο. Αυτόματα, δωδεκαπλασιάζονται τα μερίσματα των μετόχων, τα bonus των διευθυντών, οι μισθοί των μεγαλο-υπαλλήλων κλπ κλπ. Αν σκεφτείτε μάλιστα ότι το 2008, λίγο πριν την κατάρρευση ολόκληρου του τραπεζικού οικοδομήματος, ο συντελεστής μόχλευσης των ευρωπαϊκών τραπεζών είχε φτάσει το ιλιγγιώδες 50 προς 1, καταλαβαίνουμε τι είχε συμβεί: γιατί οι αποδοχές των διοικούντων έφτασαν την στρατόσφαιρα, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών ήταν η «ατμομηχανή» των χρηματιστηρίων, το χρηματοπιστωτικό σύστημα έριχνε την σκιά του στην «πραγματική» οικονομία.
Μετά την Άνοδο, η Πτώση
Για να κινδυνεύσει να πτωχεύσει μια τράπεζα με συντελεστή μόχλευσης 2 προς 1, χρειάζεται να έχει ζημίες ίσες με το μισό (το 50%) των δανείων που έχει παράσχει και των τοποθετήσεων που έχει επιλέξει. Όταν όμως ο συντελεστής μόχλευσης φτάσει στο 20 προς 1 (ένα μέγεθος που χαρακτήριζε τις ελληνικές τράπεζες προ της Κρίσης), τότε αρκούν για να πτωχεύσει ζημίες της τάξης του 5%. Κι όταν ο συντελεστής μόχλευσης φτάσει στο επίπεδο που ισχύει στην περίπτωση (για να φέρω ως παράδειγμα μια «κραταιά» τράπεζα που όλοι γνωρίζουμε) μιας Deutsche Bank (περί το 50 προς 1), αν μόλις το 1,25% των δανείων που έχει διαθέσει «ατυχήσουν» (π.χ. οικογένειες που λόγω ανεργίας δεν μπορούν να αποπληρώσουν το στεγαστικό τους ή επιχειρήσεις που κλείνουν) ξάφνου η καλή τράπεζα, με την βούλα του νόμου, φαλίρισε. Να γιατί, παρά τα αμύθητα κέρδη των τραπεζών προ του 2008, σήμερα είναι όλες του πτωχευμένες. Το μόνο που χρειάστηκε για να πάνε οι ελληνικές τράπεζες από τον Παράδεισο στην Κόλαση ήταν ζημίες της τάξης του 5% - κάτι απόλυτα φυσιολογικό σε μια υφεσιακή οικονομία.
Αυτά έχει το μαγικό ραβδί της μόχλευσης: όσο πιο ψηλά σε εκσφεντονίζει στην περίοδο της «Ακμής», τόσο πιο μεγάλη και τραυματική η πτώση στην περίοδο της «Ύφεσης» που ακολουθεί.
Καλά, δεν πρόσεχαν;
Αυτό δεν το είχαν σκεφτεί οι καλοί οικονομολόγοι που προσλάμβαναν οι τράπεζες να τους συμβουλεύουν (και οι οποίοι, σήμερα, συμβουλεύουν τον πρωθυπουργό μας); Δεν το είχαν σκεφτεί οι Κεντρικές Τράπεζες; Γιατί δεν τους έβαζαν χέρι; Οι λόγοι είναι δύο, ο εξής ένας: το χρήμα έρεε τόσο καταρρακτωδώς που όποιος τόλμαγε να πει κάτι, να κρούσει κάποιον κώδωνα κινδύνου, είτε συνειδητοποιούσε ότι την φωνή του την έπνιγε ο αχός του εκκολαπτόμενου κέρδους είτε (στις σπάνιες περιπτώσεις που φώναζε αρκετά δυνατά για να ακουστεί) αγνοείτο επιδεικτικά, έχανε την δουλειά του, χαρακτηριζόταν «παλιομοδίτης», «εκκεντρικός», «συντηρητικός, «αριστερός» κλπ. Τόσο απλά.
Υπάρχει κι άλλος ένας λόγος, περισσότερο στην σφαίρα της θεωρίας, ο οποίος παρουσιαζόταν ως απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα από Κεντρικούς Τραπεζίτες (καλή ώρα από τον κ. Παπαδήμο): Η πεποίθηση των (καθεστωτικών) οικονομολόγων ότι η αγορά έχει τον τρόπο της να αυτο-ρυθμίζεται. Π.χ. μπορεί οι τραπεζίτες να μην φοβούνται την πτώχευση της τράπεζάς τους (από τότε που οι τράπεζες έγιναν εταιρείες περιορισμένης ευθύνης) όμως, σκεφτόταν ο θιασώτης της αγοράς, οι πιστωτές των τραπεζών, οι οποίοι κινδυνεύουν να χάσουν τα χρήματά τους (σε περίπτωση που πτωχεύσουν), θα ασκούν de facto έλεγχο στις πρακτικές των τραπεζιτών. Πώς; Αρνούμενοι να δανείσουν τραπεζίτες που το «παρακάνουν» με την μόχλευση. Πού τέτοια τύχη; Αυτό μπορεί να συνέβαινε μέχρι το 1929-1933. Μετά την τραυματική εμπειρία των μαζικών λουκέτων στις τράπεζες, όλοι γνώριζαν ότι το κράτος, η Κεντρική Τράπεζα, δεν θα αφήσει ποτέ τις τράπεζες να κλείσουν ή, το ίδιο είναι, να αφήσουν απλήρωτους τους πιστωτές τους. (Δεν βλέπετε με τι μανία επιμένει σήμερα η ΕΚΤ ότι οι ιρλανδοί φορολογούμενοι, που δεν έφταιξαν σε απολύτως τίποτα, πρέπει να αποπληρώνουν για τα επόμενα 20 χρόνια τα χρέη των πτωχευμένων ιδιωτικών τραπεζών;) Έτσι, λοιπόν, οι τραπεζίτες, ανεξέλεγκτοι τόσο από τους μετόχους τους όσο και από τους πιστωτές τους, είχαν κάθε λόγο να δανείζονται με τρόπο που ούτε το ελληνικό δημόσιο δεν έχει κάνει...
Χαμένοι και κερδισμένοι
Την εποχή της φούσκας, οι διευθύνοντες τις τράπεζες όχι μόνο δεν αντιμετώπιζαν την κριτική και τον έλεγχο των μετόχων και των πιστωτών τους αλλά, κι εδώ είναι η ουσία, μέτοχοι και πιστωτές τους χειροκροτούσαν περισσότερο όσο πιο μεγάλο συντελεστή μόχλευσης επέλεγαν. Επρόκειτο για ένα απίστευτο φαγοπότι άνευ ρίσκου (τουλάχιστον για τους συμμετέχοντες σε αυτό). Όσο τα πράγματα πήγαιναν καλά (η φούσκα καλά κρατούσε), μεγαλύτερος συντελεστής μόχλευσης σήμαινε μεγαλύτερα κέρδη, ελκυστικότερα μερίσματα, παχυλότερους υπερ-μισθούς. Κι αν ερχόταν η Πτώση (όπως και ήρθε), ούτε γάτα ούτε ζημιά: Ο λογαριασμός θα πληρωνόταν από το γκουβέρνο (δηλαδή τον ταλαίπωρο τον φορολογούμενο) και από την Κεντρική Τράπεζα.
Εν ολίγοις, αν κάποιος διάβολος ήθελε να σχεδιάσει ένα τραπεζικό σύστημα ταγμένο στο να δημιουργήσει συνθήκες τεράστιας Κρίσης, δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο από αυτό το οποίο, ψευδεπίγραφα, χαρακτηρίζεται «σύγχρονο σύστημα ιδιωτικών τραπεζών»... Ποιος κερδίζει από αυτό; Ποιος χάνει; Είναι προφανές ότι χάνει η κοινωνία στο σύνολό της. Ποιοι κερδίζουν; Δύο είναι οι συνομοταξίες των κερδισμένων από αυτό το αλισβερίσι ιδιωτικής και δημόσιας διαφθοράς:
Πρώτον, οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές σε τραπεζικά (όχι κρατικά) ομόλογα και μετοχές. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, έχει εκλείψει το είδος των μακροπρόθεσμων μετόχων. Ως επί το πλείστον, οι μετοχές των τραπεζών πωλούνται το πολύ μερικούς μήνες (συνήθως μερικές μέρες) αφού αγοραστούν. Ένα ολόκληρο παρατραπεζικό σύστημα έχει στηθεί στην βάση των πολύ βραχυπρόθεσμων αγορών και πωλήσεων τραπεζικών μετοχών, τα λεγόμενα hedge funds (τα οποία κερδοσκοπούν στοιχηματίζοντας στις μικρές αυξομειώσεις των τιμών των μετοχών, ιδίως του τραπεζικού τομέα). Κάτι αντίστοιχο «παίζεται» και με τα ομόλογα έκδοσης των ιδιωτικών τραπεζών. Για να το πω απλά, η αυξημένη μόχλευση φέρνει και αυξημένες διακυμάνσεις στις τιμές των μετοχών και των ομολόγων των τραπεζών. Αυτές οι διακυμάνσεις είναι το ψωμοτύρι των hedge funds.
Δεύτερον, οι μεγαλο-μέτοχοι των τραπεζών που ελέγχουν την διοίκηση απομυζώντας όχι τόσο πολύ μεγάλα μερίσματα αλλά υπερ-μισθούς που οι ίδιοι δίνουν στους εαυτούς τους και τα λοιπά «οφέλη» που, εξ ορισμού, γεύεται όποιος διαχειρίζεται την «ροή του χρήματος».
Και τώρα; Η επίσημη έκφανση
Αυτές τις μέρες κλείνει από την κυβέρνηση Παπαδήμου το μέγα θέμα της επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Επισήμως, το θέμα τίθεται ως εξής: Το ελληνικό δημόσιο αθέτησε τις υποχρεώσεις του προς τις τράπεζες. Αναγκάζοντάς τις να κουρέψουν το 53% της ονομαστικής αξίας των δανείων τους προς το δημόσιο, τις έφερε σε δύσκολη θέση. Έτσι ώστε να μην φαλιρίσουν, και να δώσουν και κανένα δάνειο σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά (αναστέλλοντας την στάση δανείων που έχει «στεγνώσει» την αγορά), το κράτος μας θα δανειστεί από το EFSF, αυξάνοντας έτσι το δημόσιο χρέος κι άλλο, για να τα δώσει στις τράπεζες. Κι επειδή είναι παράνομο να δώσει κεφάλαια στις τράπεζες χωρίς αντάλλαγμα κάποια περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών (καθώς το κράτος δεν δικαιούται, τουλάχιστον επισήμως, να δωρίζει αμύθητες περιουσίες σε ανώνυμες εταιρείες), θα πρέπει να λάβει μετοχές των τραπεζών. Όμως αυτό συνεπάγεται μερική κρατικοποίηση. Κι επειδή, λέγεται, η κρατικοποίηση των τραπεζών είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί, ο κ. Παπαδήμος και οι σύμβουλοί του (με βασικό σύμβουλο ως πρότινος έμμισθο σύμβουλο μίας εκ των πτωχευμένων, υπό ανακεφαλαιοποίηση, τραπεζών) πασχίζουν να βρουν μια φόρμουλα έτσι ώστε οι μετοχές που θα πάρει το δημόσιο ως αντάλλαγμα για τα νέα χρέη που φορτώνει στην πλάτη του φορολογούμενου εκ μέρους των τραπεζών δεν θα δίνουν στο δημόσιο δικαίωμα συμμετοχής στην διοίκηση. Με απλά λόγια, το δημόσιο θα πάρει μετοχές που τελικά δεν θα είναι ακριβώς... μετοχές.
Το απεχθές παιχνίδι των ημερών
Οι τράπεζες πρέπει να ανακεφαλαιωθούν. Αυτό θα ήταν απαραίτητο ανεξάρτητα από το «κούρεμα» του δημόσιου χρέους. Ο συντελεστής μόχλευσής τους ήταν τέτοιος (βλ. πιο πάνω) που μια οικονομική ύφεση της τάξης του -5% για μια μόνο χρονιά θα τις οδηγούσε, έτσι κι αλλιώς, στην πτώχευση. Παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες λειτούργησαν καταστροφικά (και αυτοκαταστροφικά) για πολύ καιρό (θυμάστε τα εορτοδάνεια, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που αγόραζαν σαν να ήταν σοκολατάκια;), και σπατάλησαν βουνά κερδών στον βωμό της μόχλευσης, καμία κοινωνία δεν μπορεί να συνέλθει, καλώς ή κακώς, αν δεν βγουν από την μαύρη τρύπα οι τράπεζές της.
Η ανακεφαλαίωση δεν μπορεί να γίνει, βέβαια, από ιδιωτικά κεφάλαια. Ποιος επενδυτής ρίχνει τα χρήματά του σε μια μαύρη τρύπα, από την οποία δε θα τα ξαναπάρει ποτέ; Κανείς. Να γιατί η Ευρώπη αποφάσισε να κάνει αυτό που κάποιοι φωνάζουμε ότι έπρεπε να έχει γίνει πριν δυο χρόνια: η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με δημόσιο, ευρωπαϊκό χρήμα. Αυτό, τελικά, αποφασίστηκε να γίνει, έστω και καθυστερημένα. Χρήματα που δανείζεται το EFSF εκ μέρους ολόκληρης της ευρωζώνης, θα δοθούν στις τράπεζες όχι ως δανεικά αλλά ως «έγχυση» νέων κεφαλαίων. [Μην ξεχνάμε ότι ο πτωχευμένος δεν σώζεται με νέα δάνεια – κεφάλαια χρειάζεται.]
Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θα πρέπει να γίνει «μετάγγιση» κεφαλαίων από το ευρωπαϊκό δημόσιο στις ιδιωτικές τράπεζες. Αυτό είναι (και πρέπει να είναι) δεδομένο. Το ερώτημα είναι: Με τι ανταλλάγματα; Η άποψη που πασχίζουν να περάσουν στην κοινή γνώμη τραπεζίτες και κυβέρνηση είναι ότι τα ανταλλάγματα πρέπει να είναι τέτοια που να αποφευχθεί, πάση θυσία, η κρατικοποίηση των τραπεζών. Κι επειδή στην Ελλάδα, η λέξη «κράτος» δεν ηχεί πολύ χειρότερα από την λέξη «μαφία», ο κόσμος τείνει να αποδεχθεί αυτή την άποψη. Την άποψη που λέει ότι το κράτος πρέπει, ως αντάλλαγμα, να πάρει είτε «ομολογίες» είτε μια άλλη μορφή μετοχών που δεν δίνουν στον κάτοχό του δικαίωμα συμμετοχής ή ελέγχου της διοίκησης.
Αν αυτή η «άποψη» περάσει, ο ελληνικός λαός θα έχει, άλλη μια φορά, συναινέσει στις ραδιουργίες μιας αρπακτικής διαπλεκόμενης συμμαχίας κράτους και επιτήδειων ιδιωτών που στόχο έχουν την διαφύλαξη των συμφερόντων τους εναντίον τόσο του κοινωνικού συνόλου όσο και των τραπεζών της χώρας. Αν η κυβέρνηση Παπαδήμου, στην εκπνοή της, περάσει την επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με τρόπο που αφήνει στο απυρόβλητο την διαπλοκή μεταξύ των μετόχων, διευθυντών, και πιστωτών των τραπεζών η οποία τις έριξε στον γκρεμό (την οποία περιέγραψα πιο πάνω), θα έχει καταφέρει το μεγαλύτερο πλήγμα στο μέλλον της ελληνικής οικονομίας μετά το Μνημόνιο. Αν μια τέτοια τεράστια αποτυχία της διοίκησης των τραπεζών μας δεν οδηγήσει στην απώλεια της εξουσίας επί των τραπεζών των μεγαλο-μετόχων-διευθυνόντων που συμμετείχαν με τόση χαρά και ευεξία στο φαγοπότι της μόχλευσης, η κυβέρνηση θα έχει στείλει το εξής μήνυμα στους τραπεζίτες: Ξαναθρέψτε το τέρας της μόχλευσης – ο φορολογούμενος, αν όχι ο Έλληνας τότε σίγουρα ο Ευρωπαίος, εδώ είναι!
Επίλογος: Ο θρίαμβος της Πτωχοτραπεζοκρατίας επί του καπιταλισμού
Μέσα στην αγωνία του «συστήματος» μεγαλο-μετόχων των τραπεζών, πιστωτών των τραπεζών και των υποτιθέμενων ρυθμιστών των τραπεζών (δηλαδή των κυβερνώντων που πασχίζουν να διατηρήσουν μια «συγκινητικά» στενή σχέση με τους τραπεζίτες) να μην χάσουν τον έλεγχο αυτής της χήνας που γεννά τα χρυσά αυγά, ακούμε τους εκπροσώπους τους στα ΜΜΕ, στην Βουλή κλπ να αποτροπιάζονται με την ιδέα ότι το κράτος θα πάρει κοινές μετοχές ως αντάλλαγμα για τα κεφάλαια που φορτώνεται ως νέο χρέος για να τα δώσει στις τράπεζες. Πρόκειται για ανείπωτη υποκρισία.
Κάποτε, οι φιλελεύθεροι επιχειρηματολογούσαν εναντίον των κρατικοποιήσεων στην βάση ότι ήταν υποχρεωτικές, δηλαδή ότι το κράτος σου έπαιρνε την επιχείρηση με το έτσι θέλω, σου έδινε μια γελοία αποζημίωση και σε πέταγε στον δρόμο. Όμως η σημερινή περίπτωση διαφέρει ριζικά. Το κράτος δεν έχει καμία όρεξη να βάλει χέρι στις τράπεζες. Οι τράπεζες ζητιανεύουν κεφάλαια από το κράτος. Μόνο που δεν θέλουν να δώσουν ως αντάλλαγμα αυτό που πρέπει: ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Ποτέ έως τώρα δεν είχα ακούσει επιχείρημα εναντίον των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του δημοσίου. Γιατί περί αυτού πρόκειται: Από την μία οι τράπεζες θα πτωχεύσουν χωρίς τα κεφάλαια του δημοσίου, και ζητούν κεφάλαια από το δημόσιο. Από την άλλη θέλουν να τα πάρουν χωρίς να είναι ούτε δανεικά (καθώς δάνεια παίρνουν αβέρτα από την ΕΚΤ, με επιτόκιο 1%, χωρίς να τις σώζουν, πτωχευμένες ούσες) ούτε και να αποδίδουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα στους φορολογούμενους που δανείζονται για να τα πάρουν.
Όσο για το επιχείρημα ότι αν συμμετέχει το δημόσιο πιο δυναμικά στο μετοχικό κεφάλαιο των ιδιωτικών τραπεζών, τότε οι τράπεζες θα γίνουν κρατικοδίαιτες, διεφθαρμένες και αναποτελεσματικές, η απάντησή μου είναι η εξής: Όπως είδαμε πιο πάνω, εδώ και καιρό, ιδιωτικές τράπεζες (με την σωστή έννοια του επιθετικού προσδιορισμού) δεν υπάρχουν. Σε ολόκληρο τον κόσμο, και ιδίως στην χώρα μας, οι τράπεζες έχουν μετατραπεί σε αρπακτικά μορφώματα ιδιωτικο-κρατικού χαρακτήρα. Οπότε ας αφήσουμε τις ανοησίες περί ανάγκης να αποφευχθεί η κρατικοποίηση των ιδιωτικών τραπεζών. Αυτά είναι λόγια που σκοπό έχουν την τρομοκράτηση της κοινωνίας ώστε να συναινέσει στις επιταγές της Πτωχοτραπεζοκρατίας (ένα καθεστώς που δίνει την μέγιστη εξουσία στους πιο πτωχευμένους τραπεζίτες) η οποία έχει υπονομεύσει πλήρως τον... καπιταλισμό.
Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να συζητάμε σήμερα; Θα έπρεπε να συζητάμε όχι το αν θα δοθούν ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί των τραπεζών στους φορολογούμενους που δανείζονται για να επανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, αλλά τι μορφή πρέπει να πάρουν αυτά τα δικαιώματα ώστε και οι τράπεζες να ορθοποδήσουν και η οικονομία να πάρει ανάσες. Κι επειδή ούτε κι εγώ (όπως οι περισσότεροι) δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στους κυβερνώντες μας (ούτε στους σημερινούς ούτε και στους επόμενους), μετά χαράς να συζητήσουμε μια σειρά από καινοτόμες, δημοκρατικές, τεχνοκρατικές λύσεις. Π.χ. από την στιγμή που τα κεφάλαια έρχονται από το EFSF, γιατί να μην πάρει τις μετοχές των τραπεζών το…EFSF (το οποίο να μπορεί να ορίσει, κατά το δοκούν, Ευρωπαίους τεχνοκράτες στα ΔΣ των τραπεζών ώστε να εκπροσωπούν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών που δανείστηκαν αυτά τα χρήματα); Μάλιστα, κάτι τέτοιο θα μας έδινε την δυνατότητα να αιτηθούμε από την ΕΕ τα κεφάλαια αυτά να μην βαρύνουν το ελληνικό δημόσιο χρέος, μιας και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα θα περάσουν απ’ ευθείας στην ευρωζώνη.
Λύσεις υπάρχουν που ούτε επιβραβεύουν την υφιστάμενη Κλεπτοκρατία μετόχων-διευθυντών-πολιτικών ούτε και οδηγούν τις τράπεζες στην αγκαλιά του ελληνικού δημοσίου. Όσοι όμως σήμερα κόπτονται για τον κίνδυνο «κρατικοποίησης» των τραπεζών, και όσοι διαπραγματεύονται μαζί τους στο Μαξίμου, προσφέρουν χέρι βοήθειας στην Πτωχοτραπεζοκρατία που επιβουλεύεται τόσο την ελληνική οικονομία όσο και τις ελληνικές τράπεζες.


Πηγη: http://www.sofokleous10.gr

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

ΓΙΑ ΤΟΥΣ «ΧΩΡΟΥΣ ΦΙΛΟΞΕΝΙΑΣ» ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ


Αυτή την προεκλογική περίοδο, ο κυβερνητικός θίασος με επικεφαλής τον υπουργό που δεν διάβασε το πρώτο μνημόνιο αλλά το ψήφισε, περιφέρεται από κανάλι σε κανάλι εξαγγέλλοντας τη δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών. (Χώρους φιλοξενίας τους είπαν.)
Εκμεταλλευόμενοι την πέρα για πέρα δικαιολογημένη αγανάκτηση των κατοίκων του κέντρου της Αθήνας και άλλων περιοχών με εκρηκτικό πρόβλημα των μεταναστών, εξαγγέλλουν μέτρα για καθαρά ψηφοθηρικούς λόγους.
Άφησαν για πάνω από 20 χρόνια το πρόβλημα να λιμνάζει σε βάρος των κατοίκων αλλά και των ίδιων των μεταναστών. Αυτό γιατί ποτέ δεν είχαμε σαν χώρα μεταναστευτική πολιτική. Η ευθύνη είναι αποκλειστικά των δύο μεγάλων κομμάτων του μνημονίου, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που κυβέρνησαν τη χώρα από τη μεταπολίτευση ώς σήμερα.
Γίναμε χώρα μεταναστών με τις συμφωνίες που υπόγραψαν οι κυβερνώντες (Δουβλίνου, Σένγκεν, κ.λπ.). Σε 1,5 εκατομμύριο ανεβάζουν τους μετανάστες τα ΜΜΕ. Η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών δεν έχει διαπράξει κανένα έγκλημα. Απλά εγκλωβίστηκαν στη χώρα μας, που την είδαν σαν πύλη εισόδου στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι’ αυτό είναι πρόβλημα και της Ε.Ε., όχι μόνο δικό μας. Είναι και πρόβλημα των υπηρεσιών του ΟΗΕ (όπως της Ύπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες) για όλους αυτούς που προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές και δικτατορικά καθεστώτα. Η πολιτική υποδοχής και χορήγησης ασύλου γι’ αυτούς τους ανθρώπους απλά δεν υπήρξε ποτέ.
Το πρόβλημα των μεταναστών δεν λύνεται με στρατόπεδα συγκέντρωσης και με περιπολίες-τρομοκρατία των φασιστοειδών της Χρυσής Αυγής με τα ξυρισμένα κεφάλια και τα μαύρα ρούχα. Το πρόβλημα λύνεται σε συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, με τα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με ειδικούς επιστήμονες, αντλώντας και τη διεθνή πείρα. Οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να προωθηθούν στους προορισμούς τους ή να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Λύση υπάρχει. Πολιτική βούληση δεν υπάρχει. Δεν είναι δυνατόν ένας επικίνδυνος άνθρωπος που είναι υπουργός προστασίας του πολίτη να ασκεί την ίδια τακτική της χιτλερικής Γερμανίας με το να εξαγγέλλει δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης. Όποιος μου πει ότι θα είναι «χώροι φιλοξενίας» ας επισκεφτεί έναν από τους χώρους υποδοχής-κράτησης μεταναστών και αμέσως θα καταλάβει ότι είναι καραμπινάτο στρατόπεδο συγκέντρωσης μεταναστών.
Έχω την ιδιότητα του κρατούμενου σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για τρία χρόνια την περίοδο της δικτατορίας. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να σκεφτεί ένας νοσηρός νους πριν τη φυσική σου εξόντωση. Ο κρατούμενος βρίσκεται σε μια «ιδιότυπη καταστολή» όπου άλλοι αποφασίζουν για όλα στη ζωή σου. Αν δεν υπήρχε αναπνοή, θα έλεγα ότι σταματάς να ζεις. Μακάρι να μπορούσα να περιγράψω τα αισθήματα ενός κρατούμενου σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Έχουν περάσει 42 χρόνια από την απελευθέρωσή μου και όμως ένα μεγάλο κομμάτι του ψυχικού μου κόσμου έχει μείνει στη Γυάρο, στο Λακκί Λέρου, στον Ωρωπό.
Ας σταματήσουν οι τηλεοπτικές επιχειρήσεις «σκούπα» της αστυνομίας. Η σκούπα είναι για τα σκουπίδια και ο μετανάστης δεν είναι σκουπίδι. Είναι άνθρωπος. Τη σκούπα πρέπει να την πάρει ο λαός στις εκλογές.

Οδυσσέας Γιαννόπουλος

Μετά ογδόντα έτη: σήμερα και η Κρίση του 1931-32. Βίοι παράλληλοι;

 Έχει επισημανθεί ότι η Ιστορία δεν είναι μια αυτοπροωθούμενη μηχανή, αλλά διαμορφώνεται από τα ανθρώπινα όντα τα οποία, συνειδητά ή ασυνείδητα, δρουν στον τρέχοντα χρόνο σ’ έναν κόσμο που έχουν κληρονομήσει από το παρελθόν. Έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη ότι το όριο μεταξύ παρελθόντος και παρόντος δεν ρυθμίζεται από ένα μαθηματικά υπολογισμένο χρονολογικό διάστημα. Γεγονότα με πολύ μικρή απόσταση από το σήμερα μπορεί να μας φαίνονται απομακρυσμένα και χωρίς ενδιαφέρον ενώ άλλα, πολύ πιο μακρινά στο χρόνο, να μας εκδηλώνονται ως πιο οικεία και προσιτά.
Με αυτές τις σκέψεις διαβάζοντας πρόσφατα το άρθρο του συναδέλφου Μ. Ψαλιδόπουλου Έλληνες διανοούμενοι και οικονομική κρίση,[1] το οποίο αναφέρεται στο ελληνικό χρεοστάσιο του 1932 και στην κρίση που είχε προηγηθεί, αναλογίστηκα τις ομοιότητες και διαφορές με τη σημερινή κατάσταση τόσο σε σχέση με τα πραγματικά γεγονότα όσο και με τις διατυπωμένες απόψεις εκείνης και της σημερινής εποχής για τα αίτια και την αντιμετώπιση της κρίσης.
I. Συνοπτικά και αρκετά σχηματικά, καταγράφω τα πιο σημαντικά, πριν από 80 χρόνια, συμβάντα. O Κ. Βεργόπουλος[2] παρατηρεί ότι, παρά τη σταθεροποίηση του 1928, δηλαδή με τη σύνδεση της δραχμής με την αγγλική λίρα «η ελληνική οικονομία, κυρίως λόγω του βάρους του προσφυγικού ζητήματος, δεν είχε παύσει να κινείται υπό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης δηλαδή με συνεχή κρατική παρέμβαση και προστασία, με οργανικά δυσεπίλυτα δημοσιονομικά προβλήματα, των οποίων η λύση συνεχώς αναστελλόταν χάρη στα πραγματοποιούμενα από το εξωτερικό δάνεια».
Τον Σεπτέμβριο του 1931 η Βρετανία εγκαταλείπει τη χρυσή βάση, με άλλα λόγια τη σταθερή βάση του εθνικού της νομίσματος απέναντι στον χρυσό και υποτιμάται αμέσως κατά 20%. Όμως, ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος επέμενε ότι η εγκατάλειψη από την Ελλάδα του «κανόνα του χρυσού» θα επέφερε νομισματική αστάθεια και θα ήταν καταστροφή για τη χώρα ενώ ορίζεται «αμέσως μια νέα ισοτιμία ισοδύναμη με την προηγούμενη, με βάση, αυτή τη φορά, το δολλάριο… στην αυξανόμενη ζήτηση χρυσού και ξένου συναλλάγματος η κυβέρνηση δεν αντέδρασε… Η Τράπεζα της Ελλάδος εξακολούθησε να χορηγεί συνάλλαγμα χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς». (Βεργόπουλος, σ. 26). Το Χρηματιστήριο κλείνει και δεν θα ξανανοίξει παρά τον Δεκέμβριο του 1932. Ο Ελ. Βενιζέλος τον Νοέμβριο του 1931 δηλώνει ότι θα υπερασπιστεί την πρόσδεση της δραχμής με το δολάριο μέχρι του τελευταίου «μπαλωμένου παντελονιού του Έλληνος» και έτσι καθυστερεί να ενεργήσει αποτελεσματικά. Επίσης, όπως επισημαίνει ο Κ. Κωστής,[3] «ο Βενιζέλος… γνώριζε… ότι τόσο οι κυβερνήσεις, όσο και η Δημοσιονομική Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών δεν επιθυμούσαν να προχωρήσει η Ελλάδα σε μία μονομερή ενέργεια διακοπής της εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό που παρέβλεπε ήταν ότι όλες οι χώρες στρέφονταν προς τον εαυτόν τους, προσπαθώντας να διασώσουν ό,τι ήταν εφικτό να διασωθεί και αγνοώντας το τι συνέβαινε γύρω τους». Με προσωπικές επαφές του σε Ρώμη, Παρίσι, Λονδίνο και με αίτημα προς τη Δημοσιονομική Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών ζητούσε την αναστολή για 5 χρόνια της καταβολής των χρεωλυσίων των εξωτερικών δανείων, την αναστολή της εξόφλησης του κυμαινόμενου δημόσιου χρέους και επίσης, να του χορηγηθεί νέο δάνειο 12,5 εκ. δολαρίων καταβλητέων σε 5 ετήσιες δόσεις. «Η συνεχιζόμενη διαρροή χρυσού και συναλλάγματος, παρά τα περιοριστικά συναλλαγματικά μέτρα [που είχαν στο μεταξύ ληφθεί]… είχε ως αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να έλθει σε απελπιστική κατάσταση από τον Ιανουάριο του 1932… Όμως, η Επιτροπή της ΚΤΕ … που ήλθε στην Αθήνα το Φεβρουάριο του 1932 φάνηκε να είναι πολύ διστακτική για να υποστηρίξει τα ελληνικά αιτήματα» (Βεργόπουλος, σ. 60).
Τελικά, η Δημοσιονομική Επιτροπή υπέδειξε μερική αποδοχή τους αλλά το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών που συνήλθε στις 11Απριλίου 1932, στην οποία παρίστατο και ο Βενιζέλος, ύστερα από τέσσερις ημέρες συζητήσεων «δεν ενέκρινεν ούτε την ελληνικήν αίτησιν ούτε τας προτάσεις της Δημοσιονομικής Επιτροπής… Ο Διευθυντής του Δημοσιονομικού τμήματος της Κοινωνίας την Εθνών… είχεν είπει εις τον Εμμανουήλ Τσουδερόν [Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος]: “Εγκαταλείψατε την σταθεροποίησιν. Και αναστείλατε την υπηρεσίαν του δημοσίου χρέους”».[4] Έτσι, την Τετάρτη 27 Απριλίου του 1932 εγκαταλείπεται επίσημα ο «κανόνας του χρυσού» και υιοθετείται η αναγκαστική κυκλοφορία της δραχμής η οποία και υποτιμάται ραγδαία. Επιπλέον, από τις αρχές Μαϊου 1932 αναστέλλεται επ’ αόριστον η πληρωμή των χρεωλυσίων και των τόκων για όλα τα κρατικά δάνεια, εξωτερικά και εσωτερικά. Επίσης, μεταξύ άλλων μέτρων τα οποία εφαρμόστηκαν στη διάρκεια των επομένων τριών μηνών, αποφασίζεται ότι όλες ανεξαιρέτως οι οφειλές σε ξένο νόμισμα ή συνάλλαγμα, πληρωτέες σε Έλληνες ή αλλοδαπούς που κατοικούν στην Ελλάδα, μετατρέπονται υποχρεωτικά σε οφειλές σε δραχμές, με βάση την τιμή 100 δραχμές=1 δολάριο, απαγορεύεται η εξαγωγή δραχμών, η σύναψη δανείων και οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα και τέλος, εγκαθιδρύεται σύστημα ποσοτικών περιορισμών επί των εισαγωγών.
Το μέγεθος του εξωτερικού χρέους ανερχόταν περίπου στο 150% του ελληνικού ΑΕΠ. Η ανεργία στα αστικά κέντρα είχε φθάσει στο 28-30% του συνόλου των μισθωτών. Οι απεργιακοί αγώνες εντείνονταν και τα έξοδα για το ψωμί αντιπροσώπευαν το 40% των οικογενειακών δαπανών. Ο δείκτης της οικονομικής δραστηριότητας έφθασε το 1932 στο κατώτατο σημείο της περιόδου 1925 και 1939 και η Ελλάδα είχε μειώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 6% «για να διαλαλήσει προς τους φιλελεύθερους εταίρους της την επιθυμία της να συμμορφωθεί προς τα διεθνή κρατούντα».[5] Η κυβέρνηση Βενιζέλου παραιτείται στις 21 Μαΐου 1932 και μέσα στους επόμενους δέκα μήνες θα σχηματιστούν έξι διαφορετικές κυβερνήσεις.
II. Αναμφίβολα, αποτελεί παιδευτική άσκηση εξαιρετικού ενδιαφέροντος η σύγκριση των συνθηκών, των διαδικασιών, των οικονομικών μέτρων και των αποτελεσμάτων εκείνης της εποχής και της σημερινής. Όμως στο πλαίσιο αυτού του άρθρου περιορίζομαι, επανερχόμενος στη μελέτη του Μ. Ψαλιδόπουλου (2010), σε μια επιλογή σχολίων του σε συνδυασμό με απόψεις που είχαν παρουσιαστεί από τις στήλες της δεξιάς αντιβενιζελικής εφημερίδας Πρωία και που είχαν διατυπωθεί σε 24 συνεντεύξεις κυρίως πολιτικών και διανοουμένων. Σ’ αυτές προσθέτω τα σχόλιά μου και τις δικές μου παρατηρήσεις που απορρέουν από την τωρινή κατάσταση.
Η πρώτη συνέντευξη δόθηκε από τον προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο (14.2.1932). Γι’ αυτόν «η άποψη ότι η κρίση ήταν οικονομική αποτελούσε σοβαρή πλάνη… η κρίση ήταν ηθική και το δράμα της ανθρωπότητας πνευματικό, οφειλόμενο «στην τάσιν της ανθρωπότητος διά ισότητα». Η τάση αυτή λόγω «αδυναμίας ορθής συλλήψεως των πραγμάτων επικράτησε εξωτερικά», δηλαδή στην διανομή των αγαθών, παραβλέποντας την ανάγκη ηθικής και πνευματικής ισότητας. Επιπρόσθετα, καυτηριάζει… «δριμύτατα την προδοσίαν των πλουσίων». Τέλος υποστηρίζει ότι η εκκλησία διαφέρει από τους αριστερούς κοινωνιολόγους κατά το ότι «αυτοί κοιτάζουν τον στόμαχον, ενώ η εκκλησία εκκινά από την ψυχήν».
Οκτώβριος 2011
Στους ναούς, την Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011, διαβάστηκε εγκύκλιος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι η παρούσα εφιαλτική κατάσταση «κατά γενική εκτίμηση δεν είναι μόνον οικονομική, αλλά και βαθύτατα ηθική και πνευματική, αφού η κυριαρχία της αμαρτίας, χωρίς μετάνοια, είναι η αιτία παντός κακού σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία και εποχή». Συνεχίζει η εγκύκλιος: «Δεν αγνούμε και δεν παραβλέπουμε σε καμμιά περίπτωση την σκληρή πραγματικότητα για τους χαμηλομίσθους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους ανέργους και τους απολυθέντες από τις δουλειές τους, τους αγανακτισμένους και τους δοκιμαζόμενους αδελφούς μας, γι’ αυτό και τους συμπαραστεκόμεθα χωρίς καμία ιδιοτέλεια η αλλότριες επιδιώξεις.
–Φθάνουν πια οι επιβαρύνσεις στους αδελφούς μας που έχουν χαμηλό εισόδημα και χαμηλή σύνταξη.
–Φθάνουν πια οι φόροι και οι περικοπές των χαμηλών εισοδημάτων.
–Φθάνουν πια οι στρατιές των ανέργων.
–Αναζητήστε τους φοροδιαφυγάδες και ελέγξτε το κεφάλαιο».
Και καταλήγει: «Πρέπει να ομολογήσουμε όλοι, ότι ενεπλάκημεν στα πλοκάμια της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας, ότι παραμερίσαμε τον Θεό και τις ευαγγελικές διδαχές Του, ότι εμπιστευθήκαμε τους εαυτούς μας ανεπιφύλακτα σε όλους τους διαχειριστές των καρπών και των μόχθων του ελληνικού λαού και οι οποίοι επειδή είχαν τις δικές τους υστεροβουλίες δεν απεδείχθησαν δίκαιοι και ειλικρινείς».
______________
Γεώργιος Παπανδρέου (πολιτικός), 7.3.1932
«Η λύση του προβλήματος… βρισκόταν σε ένα “υπερκράτος” που σαν υπερεθνικός οργανισμός θα μπορούσε με κατάλληλους χειρισμούς να υπερβεί την οικονομική κρίση».
Ιούνιος 2010
Ο εγγονός του, τέως πρωθυπουργός, στη συνεδρίαση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στη Νέα Υόρκη (22.6.2010) τόνισε ότι «υπάρχει ανάγκη διαρκούς εμβάθυνσης της παγκόσμιας συνεργασίας με στόχο την εγκαθίδρυση μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης στη βάση των κοινών, θεμελιωδών αξιών της δημοκρατίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης». Όπως έχει υποστηριχτεί, η γενεαλογία επιτρέπει, και διευκολύνει προσθέτω, την προσωποποίηση του παρελθόντος.
_______________
Κ. Τριανταφυλλόπουλος (καθηγητής Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), 15.3.1932
Συμβουλεύει τους φοιτητές να παραμένουν «μακριά από την πολιτικήν» λαμβάνοντας υπόψη τους ότι «με την φανατικήν υπηρεσίαν εις την επιστήμην προσφέρουν υψίστην κοινωνικήν υπηρεσίαν». Και κατέληγε: «Η κράσις του ασθενούς θ’ αντιμετωπίσει την νόσον».
καλοκαίρι-φθινόπωρο 2011
Ασφαλώς και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο νέος νόμος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση σκοπεύει στον ίδιο στόχο, υπολογίζοντας ότι οι φοιτητές απαλλάσσονται σχεδόν πλήρως από τις συμμετοχικές τους δραστηριότητες στη λειτουργία των ΑΕΙ, κι έτσι απερίσπαστοι και χωρίς πειρασμούς τώρα μπορούν να αφοσιωθούν αποκλειστικά στις σπουδές τους. Με αυτή την εξυγίανση λοιπόν, όπως εξάλλου και η υπόλοιπη κοινωνία, θα αντιμετωπίσουν με επιτυχία τη νοσηρή κατάσταση που μας περιβάλλει…
___________
Ι. Σοφιανόπουλος (πολιτικός) 26.2.1932
«Έχοντας… επισκεφθεί το 1924 και το 1932 την Σοβιετική Ένωση και έχοντας αποκομίσει θετικές εντυπώσεις από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, συνιστά σαν “προλετάριοι που είμαστε να ακουμπήσουμε απόλυτα στην Σοβιετική Ρωσία”, ώστε εμπνέοντας την εμπιστοσύνη της, να μας επιτραπεί να επαναμετοικήσουμε τον υπερπληθυσμό μας εκεί. Όλες οι άλλες λύσεις του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδας είναι καταδικασμένες, κατά τον ίδιο, να μη φέρουν καρπούς».
Ιούλιος 2011
«Η Ρωσία ήταν έτοιμη από τις αρχές του 2010 να παράσχει δάνειο 25 δις. Ευρώ με ευνοϊκούς όρους και η Ελλάδα αδιαφόρησε» (Ιβάν Σαββίδης, Ελευθεροτυπία, 14.7.2011)
Α. Μιχαλακόπουλος (πολιτικός) 27.2.1932
«πίστευε, ότι αν είχε παραμείνει ανοικτή η δικλείδα της μετανάστευσης, η Ελλάδα δεν θα αντιμετώπιζε πρόβλημα κρίσης».
Α. Μυλωνάς (πολιτικός) 6.3.1932
«θεωρούσε ως γενεσιουργούς παράγοντες της κρίσης το δημογραφικό αδιέξοδο και την υπερπαραγωγή. Για την άρση του πρώτου… συντασσόταν με την ιδέα του Γάλλου πρωθυπουργού Καγιώ για την αποίκηση της Αφρικής με τον πλεονάζοντα Ευρωπαϊκό πληθυσμό»
Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2011
Ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου και ο αρχηγός της Ν.Δ. κάνουν (ξεχωριστά, βέβαια, ο καθένας) εκκλήσεις στους νέους να παραμείνουν στην Ελλάδα και να παλέψουν εδώ… Όμως, ο Γ. Παπανδρέου επανέρχεται, και στη συνέντευξή του στο Πρώτο Θέμα (16.10.2011) πλέον ομολογεί ότι κατανοεί απόλυτα τους νέους που θέλουν να βρουν τον δρόμο τους εκτός Ελλάδας τώρα που τα περιθώρια στένεψαν σημαντικά…
__________
Δ. Μάξιμος (του γνωστού Μεγάρου, τραπεζίτης και πολιτικός) 18.2.1932
«Στο… ερώτημα…, γιατί η αστική τάξη δεν εκλαϊκεύει την άποψή της, ώστε να πείθει τον κόσμο που μένει ακάλυπτος στην μαρξιστική προπαγάνδα [απαντά] ότι η κρίση δεν οφείλεται σε χρεοκοπία του καπιταλισμού», ενώ προσθέτει ότι «η διαφορά των συστημάτων… έγκειται στο ότι στον κομμουνισμό αποκλείεται η μεταβίβαση περιουσίας μέσω κληρονομιάς σε αντίθεση με τον καπιταλισμό».
Οκτώβριος 2011
Μια και σε λίγο διάστημα δεν θα υπάρχει ίχνος κληροδοτικής ύλης, η Ελλάδα θα τείνει να μεταβληθεί σε γνήσια κομμουνιστική χώρα, αν και ήδη έχει ευφάνταστα αποκληθεί ως «το τελευταίο σοβιετικό κράτος στην Ευρώπη». Στο μεταξύ βέβαια θα πρέπει να καταργηθούν οι πανεπιστημιακές έδρες του Κληρονομικού Δικαίου ή τουλάχιστον να μπουν και αυτές στην «εφεδρεία» έως ότου επανεστιάσουμε το στόχο μας ώστε να μεταβληθούμε τελικά, όπως ήταν η υπόσχεση, σε «Δανία του Νότου».
_____________
N. Λούβαρις (θεολόγος, φιλόσοφος), 21.2.1932
«Απαντώντας στο ερώτημα αν βλέπει την ανθρωπότητα να στρέφεται προς τον κομμουνισμό, ο Λ. διαπιστώνει ότι αυτός “κερδίζει έδαφος εις τους αμαρτωλούς που θέλουν μιαν εύκολον λύσιν. Η διανόησις και οι λογοτέχναι έχουν στραφεί προς θρησκευτικάς αναζητήσεις”, άρα δεν έχει ο Λ. κανένα λόγο να τον φοβάται».
Οκτώβριος 2011
Και ο Δάντης περιέγραφε τη συνάντησή του στον Παράδεισο με τους Αγίους και τους Διανοητές. Αλλά όπως είχε προσφυώς παρατηρήσει ο Ο. Ουάiλντ: ο κάθε άγιος έχει παρελθόν ενώ ο κάθε αμαρτωλός έχει μέλλον.
Η κολυμβήθρα του σατανά, μέσω του κομμουνισμού, είναι εύκολα προσβάσιμη, ενώ στενή είναι η πύλη της διόδου προς τη σωτηρία και τη λύτρωση… Τι κρίμα που η εγκόσμια συνείδηση γίνεται αμαρτωλή ενώ η υπερκόσμια κερδίζει την αιωνιότητα και τον Παράδεισο. Όμως, τι ανακούφιση αισθανόμαστε από το γεγονός ότι οι αμαρτωλοί στην κοινωνία μας είναι ακόμα μειοψηφία.
_________
Π. Κανελλόπουλος (πολιτικός) 8/3/1932
«Ο καπιταλιστής είναι… “επί ποδός όσες ώρας και ο εργάτης, ή και περισσοτέρας και καταστρέφει την υγεία του”».
Οκτώβριος 2011
Ενώ βέβαια ο άνεργος θα ακτινοβολεί από υγεία ως μη εργαζόμενος πλέον, περιορίζοντας έτσι και τις αντίστοιχες δαπάνες των ταμείων. Να γιατί λοιπόν φημολογείται κατά καιρούς ότι τα καταγραφόμενα ποσοστά ανεργίας δεν είναι αξιόπιστα. Απλούστατα διότι δε λαμβάνεται παράλληλα υπόψη η ανθηρή υγεία των ανέργων.
Κ. Ζαβιτσιάνος (πολιτικός) 25.2.1932
«να ενισχυθεί η ιδιωτική οικονομία “η οποία όσον περισσότερον ειναι στενοχωρημένη, τόσο λιγώτερα αποδίδει εις τον κρατικόν προϋπολογισμόν”».
Οκτώβριος 2011
Έτσι λοιπόν, οι τωρινές προσπάθειες που αναντίρρητα καθιστούν την ιδιωτική οικονομία λιγώτερη «στενοχωρημένη», όπως σαφώς καταγράφουν οι δείκτες της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, αποδίδουν περισσότερα στον κρατικό προϋπολογισμό καθώς πράγματι και αυτό αποδεικνύεται από μια οποιαδήποτε ανάγνωση των ανωτέρων πάσης υπονοίας στατιστικών στοιχείων των δημοσίων οικονομικών της χώρας…
III. «Εκείνα τα οποία είπομεν εχθές ήσαν δια να έλθωμεν εις την εξουσίαν και εκείνα τα οποία λέγομεν σήμερον είναι δια να μείνωμεν εις την εξουσίαν». Αποδίδεται στον Ελ. Βενιζέλο (1910)
H φιλοξενία της καλής εφημερίδας δεν μου επιτρέπει να μακρηγορήσω με το να αναφερθώ στα πολιτικά παιχνίδια των δύο αστικών κομμάτων εξουσίας εκείνης και της σημερινής εποχής (π.χ. στο θέμα της οικουμενικής κυβέρνησης), στα προτεινόμενα και εφαρμοζόμενα οικονομικά μέτρα (σύγκλιση στα ουσιώδη, απόκλιση στα δευτερεύοντα;) κλπ. Έτσι κλείνω με δύο επισημάνσεις. Πρώτον, με την καταληκτική πρόταση του άρθρου του Μ. Ψαλιδόπουλου: «Μη κατανοώντας τον καπιταλισμό αδυνατούσαν να αντιληφθούν την εγγύτητα της πτώχευσης της Ελλάδας, ώστε να προετοιμάσουν έγκαιρα την κοινή γνώμη, αντί να τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις, με παρακαταθήκη πομπώδεις αποφάνσεις περί του πρακτέου.» Και δεύτερον, με ένα οξυδερκές αποφθεγματικό απόσπασμα από το Ταξίδι του ελέφαντα του Ζοζέ Σαραμάγκου: «Το παρελθόν είναι μια απέραντη έκταση πετρώδους εδάφους το οποίο μερικοί άνθρωποι θα προτιμούσαν να διαβούν ωσάν να ήταν αυτοκινητόδρομος, ενώ άλλοι κινούνται πιο υπομονετικά από πέτρα σε πέτρα, ανασηκώνοντας την κάθε μια επειδή νοιώθουν την ανάγκη να μάθουν τι βρίσκεται κρυμμένο από κάτω». Στοιχηματίζω ότι στο εγγύς μέλλον, και για αρκετό διάστημα δυστυχώς, οι Έλληνες δε θα έχουν στη διάθεσή τους καμιά από τις δύο δυνατότητες. Γιατί το έδαφος δεν θα είναι πετρώδες αλλά τέλμα, που δεν προσφέρεται ούτε για αυτοκινητοδρόμους αλλά ούτε και για ανασκαφές.
Ο Βασίλης Δρουκόπουλος είναι οικονομολόγος και διδάσκει στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών.


[1] Περιέχεται στο βιβλίο του συγγραφέα Οικονομολόγοι και οικονομική πολιτική, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, Αθήνα 2010.
[2] Κ. Βεργόπουλος, Εθνισμός και οικονομική ανάπτυξη: η Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο, Εξάντας, Αθήνα 1978, σ. 34.
[3] Κ. Κωστής, «Το στοίχημα της οικονομίας: αντιμέτωποι με τη διεθνή οικονομική κρίση» στο Θ. Βερέμης και Η. Νικολακόπουλος (επιμ.), Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή του, Τα Νέα-Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2005, σ. 340.
[4] Η. Βενέζης, Εμμανουήλ Τσουδερός: ο πρωθυπουργός της Μάχης της Κρήτης και η εποχή του, Αθήνα 1966, σ. 88.
[5] Μ. Ψαλιδόπουλος, Η κρίση του 1929 και οι έλληνες οικονομολόγοι, Ίδρυμα Έρευνας και Παιδείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, Αθήνα 1989, σ. 90.

πηγή: http://enthemata.wordpress.com/2011/12/24/droukopoulos/

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Και εσύ Λαέ βασανισμένε μη ξεχνάς το φασισμό…

Η βαθειά οικονομική και κοινωνική κρίση που διέρχεται η χώρα είναι αποτέλεσμα των επιπτώσεων της παγκόσμιας κρίσης και της πολιτικής των κυβερνήσεων του δικομματισμού. Οι κυρίαρχοι οικονομικοί παράγοντες, ντόπιοι και ξένοι, επιδιώκουν να φορτώσουν τα βάρη της κρίσης πάνω στους ώμους των εργαζομένων, αυξάνοντας την ανεργία, περιορίζοντας δραματικά μισθούς, συντάξεις και τα λειτουργικά έξοδα του κράτους πρόνοιας. Με αυτή την πολιτική θέλουν να λύσουν το πρόβλημα των αγορών (μείωση κέρδους), υποδουλώνοντας μέσω του χρέους τους αδύνατους λαούς και αυξάνοντας την νεοαποικιακή εκμετάλλευση.
Η αντίδραση των εργαζομένων σ’ αυτή την κοινωνικά άδικη και ληστρική πολιτική δυναμώνει και δημιουργεί προϋποθέσεις ανατροπής. Το γεγονός αυτό αναγκάζει τους κυρίαρχους κύκλους της χώρας να αναζητούν τη σωτηρία τους στο φασισμό, είτε χρησιμοποιώντας τον ως φόβητρο στους εργαζόμενους στη ριζοσπαστικοποίησή τους, είτε ως εναλλακτική πολιτική λύση. Στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας έχουμε αρκετά τέτοια παραδείγματα φασιστικών και κρυπτοφασιστικών οργανώσεων που η δράση τους ενισχύεται φανερά ή συγκεκαλυμμένα με χρηματοδότηση, προβολή από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και συνεργασία με τις αρχές ασφαλείας.
Ο φασισμός δρα για τα συμφέροντα των κυρίαρχων οικονομικών κύκλων αλλά μπροστά στους εργαζόμενους παρουσιάζεται με το ένδυμα του υπερασπιστή του ταπεινωμένου έθνους, επικαλείται τα προσβεβλημένα εθνικά αισθήματα από τις δηλώσεις της κ. Μέρκελ, του κ. Σόϊμπλε ή της κ. Λαγκάρντ κ.α. Επιδιώκει με μια ραφιναρισμένη αντικαπιταλιστική-αντιμνημονιακή δημαγωγία να εκμεταλλεύεται το βαθύ μίσος των εργαζομένων ενάντια στα ληστρικά μονοπώλια, τις τράπεζες και τους μεγιστάνες του πλούτου.
Ο φασισμός παραδίνει το λαό στο έλεος των πιο διεφθαρμένων και πουλημένων στοιχείων, όμως μπροστά στο λαό παρουσιάζεται με το αίτημα «μιας τίμιας και αδέκαστης κυβέρνησης».
Ο φασισμός που ποντάρει στη βαθειά απογοήτευση των μαζών από τις κυβερνήσεις του δικομματισμού, καμώνεται ότι εξοργίζεται με τη διαφθορά του πολιτικού συστήματος. Εντυπωσιάζει τις μάζες με την ορμητικότητα των επιθέσεων του ενάντια στις φαύλες κυβερνήσεις αλλά και σε αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Οι μετανάστες, οι κατατρεγμένοι της παγκόσμιας τάξης, γίνονται θυσία από τις φασιστικές οργανώσεις για επίδειξη δύναμης και αποφασιστικότητας. Καθόλου δεν τους ενδιαφέρει ποιες πολιτικές τους οδήγησαν στην ξέφραγη χώρα μας.
Ο φασισμός προσαρμόζει τη δημαγωγία του στις εθνικές ιδιομορφίες των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων σε μια και μόνη χώρα. Φτάνοντας σε απόγνωση εξαιτίας της αθλιότητας, της ανεργίας και της αβεβαιότητας για την ίδια την ύπαρξη τους εργατικά και μικροαστικά στρώματα πέφτουν θύματα της κοινωνικής και σωβινιστικής δημαγωγίας του φασισμού. Στη χώρα μας όταν με πραξικοπηματικό τρόπο δικτατορικές-φασιστικές κυβερνήσεις ήρθαν στην εξουσία όχι μόνο δεν έλυσαν τα κοινωνικά προβλήματα αλλά αντίθετα εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας αυξάνοντας τον βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Προέβησαν σε εκτεταμένες διώξεις δημοκρατών, συνδικαλιστών καταργώντας κάθε ανθρώπινο δικαίωμα. Για να αποπροσανατολίσουν δε το λαό έκαναν τυχοδιωκτικές ενέργειες που κατέληξαν σε εθνικές τραγωδίες.
Παράδειγμα 1ο: Δικτατορία Θ. Πάγκαλου (1926) παππού του σημερινού αντιπροέδρου. Προέβη σε αναγκαστικό δάνειο με διχοτόμηση του νομίσματος. Ξέφρενη κερδοσκοπία στο χρηματιστήριο. Επίθεση στη Βουλγαρία και βαρύ πρόστιμο από την Κοινωνία των Εθνών, όταν το ελληνικό κράτος προσπαθούσε να αποκαταστήσει τους πρόσφυγες.
2ο Δικτατορία Μεταξά. Υπουργός Οικονομικών ανέλαβε ο πρόεδρος των βιομηχάνων! Έρανος για την αεροπορία, στον πόλεμο δεν βρέθηκαν όμως αεροπλάνα. Παρέδωσε τους πολιτικούς κρατούμενους στα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Όσοι απ’ αυτούς απέδρασαν ήταν πρωτεργάτες του έπους της Εθνικής Αντίστασης.
3ο Κατοχή. Φασιστικές οργανώσεις συνεργάζονται με τους κατακτητές και στη συνέχεια με τις ξένες δυνάμεις (Άγγλους, Αμερικανούς) που επιβάλλουν τον καταστροφικό για τη χώρα Εμφύλιο Πόλεμο.
4ο Δικτατορία (1967-74). Με πρόσχημα τον «κομμουνιστικό κίνδυνο» από τις εκλογές του Μαΐου 1967 καταλύεται η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Σε περίοδο ανόδου του καπιταλισμού, μειώνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας που καταλήγει σε ξέφρενο πληθωρισμό. Υποχρεωτικός έρανος για το «Τάμα του Έθνους» που ποτέ δεν πραγματοποιείται. Κίνηση εντυπωσιασμού για λύση του Κυπριακού καταλήγει στην απομάκρυνση της Ελληνικής Μεραρχίας από το νησί. Πραξικόπημα στη Κύπρο, τουρκική εισβολή και κατοχή. Εθνική Τραγωδία.
Αυτή είναι η συνεισφορά του φασισμού στη χώρα μας. Η ενότητα στη δράση των δημοκρατικών-αντιμνημονιακών δυνάμεων και η ενότητα των εργαζομένων είναι αφενός ο παράγοντας που μπορεί να μην επιτρέψει στις φασιστικές οργανώσεις να σηκώσουν κεφάλι αφετέρου να γίνει δυνατή η ειρηνική ανατροπή του σάπιου πολιτικού συστήματος για ένα καλύτερο αύριο με κοινωνική δικαιοσύνη.
Υ.Γ.: Η μελέτη των βιβλίων «Φασισμός» του Γκ. Δημητρώφ και «Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα» του Γιάννη Κάτρη είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία και επίκαιρη.

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

ΓΚΡΕΓΚ ΠΑΛΑΣΤ: «ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΚΕ ΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑ»

ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ GOLDMAN SACHS ΕΞΑΠΑΤΗΣΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!
 
Απόσπασμα της συνέντευξης που παραχώρησε ο Κρεγκ Πάλαστ για το ντοκιμαντέρ Catastroika το οποίο θα βγει στον αέρα την Πέμπτη 26 Απριλίου.*

Όταν τον συνάντησα στο σπίτι του, στη Νέα Υόρκη, για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ «Catastroika», η εικόνα του παρέπεμπε περισσότερο σε ηθοποιό, παρά σε δημοσιογράφο. Στις φωτογρα φίες του στους τοίχους αλλά και στο οπισθόφυλλο του τελευταίου του βιβλίου, που μόλις είχε έρθει από το τυπογραφείο, φορούσε καμπαρντίνα και καπέλο ντεντέκτιβ της δεκαετίας του '40. Στην καριέρα του, όμως, ο Γκρεγκ Πάλαστ έχει παίξει έναν και μοναδικό ρόλο – αυτόν του δημοσιογράφου-ερευνητή. Έχοντας θητεύσει στο βρετανικό BBC αλλά και στον Observer, συνεχίζει τα τελευταία χρόνια τις έρευνές του, μέσα από ντοκιμαντέρ αλλά και εκδόσεις βιβλίων, που καταλήγουν πάντα στα ευπώλητα των μεγαλύτερων βιβλιοπωλείων του κόσμου .
Ο Πάλαστ θα γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό μέσω του βιβλίου του The best Democracy money can buy (Δημοκρατία σε τιμή ευκαιρίας), στο οποίο, μεταξύ άλλων, περιγράφει τη διαδικασία νοθείας με την οποία η οικογένεια Μπους κατάφερε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα στην Καλιφόρνια, κερδίζοντας έτσι την προεδρία των ΗΠΑ. Στο τελευταίο του βιβλίο, με τίτλο Vultures' picnic (Το πικνίκ των όρνεων), ο Πάλαστ επιστρέφει στο αγαπημένο του θέμα: το ρόλο των πολυεθνικών εταιρειών και οργανισμών στον έλεγχο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η έρευνά του τον φέρνει στην Ελλάδα της Goldman Sachs αλλά και της Ευρωζώνης, δύο εκ των βασικότερων, κατά την άποψή του, παραγόντων που οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή της κατάσταση.

- Ποια είναι τα «όρνεα» της παγκόσμιας οικονομίας, για τα οποία γράφετε στο τελευταίο σας βιβλίο;
Αυτό που λέω στο βιβλίο μου δεν διαφέρει από αυτό που υποστηρίζει και το κίνημα για την κατάληψη της Wall Street, ότι, δηλαδή, το 1% ελέγχει το 99%. Ζούμε σε ένα οικονομικό σύστημα που ελέγχεται από απατεώνες. Είναι πειρατικές δυνάμεις ενός πειρατικού συστήματος. Στόχος μου ήταν να δω τους μηχανισμούς λειτουργίας των μεγάλων πολυεθνικών. Ερεύνησα έγγραφα και συνάντησα ανθρώπους που μου έδωσαν τα πραγματικά στοιχεία για τη λειτουργία αυτών των μηχανισμών.
Πολλές φορές βρέθηκα να δουλεύω λίγο σαν κατάσκοπος, προκειμένου να συλλέξω πληροφορίες από εταιρείες όπως η BP. Πρόκειται για εταιρείες που δεν θα διστάσουν να δωροδοκήσουν και να ασκήσουν κάθε είδους πιέσεις για να αποκτήσουν τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και πετρελαϊκών κοιτασμάτων. Όταν μιλούν για σύστημα ιδιωτικών επιχειρήσεων δεν εννοούν ένα σύστημα ελεύθερου επιχειρείν. Πρόκειται για ομάδες από όρνεα που κάνουν το πικνίκ τους.

- Η έρευνα σας οδήγησε και στην Ελλάδα, την οποία χαρακτηρίζετε ως «τόπο του εγκλήματος». Ποιος ήταν ο δράστης αυτού του εγκλήματος; 
Στο νέο μου βιβλίο παρουσιάζω τα στοιχεία για τη συνεργασία της Goldman Sachs με την προηγούμενη κυβέρνηση και για τα παιχνίδια που έπαιξαν με το ευρώ, καλύπτοντας το τεράστιο έλλειμμα. Αρκετές ακόμη χώρες ακολουθούν παρό μοιες πρακτικές, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας οι αγορές, αφού έμαθαν για τη συνεργασία με την Goldman Sachs, ισχυρίστηκαν ότι έπεσαν θύματα απάτης, γι' αυτό και θα έπρεπε να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού. Φυσικά, καμία χώρα αλλά και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει, όταν του ανεβάζουν τα επιτόκια κατά 6%, 7% ή και 8%.
Αυτή τη στιγμή, εάν αφαιρέσετε από τον προϋπολογισμό τις δαπάνες για την αποπληρωμή των δανείων, δεν θα απέχετε πολύ από το να έχετε πλεονασματικό προϋπολογισμό.
Κατά την άποψή μου, η Ελλάδα έπεσε θύμα ενός στυγερού εγκλήματος. Καταρχάς, ο λαός εξαπατήθηκε από την Goldman Sachs και την προηγούμενη κυβέρνηση και στη συνέχεια από τα επιτόκια των αγορών. Αυτό είναι αποτέλεσμα ενός εγκλήματος, δεν σχετίζεται, δηλαδή, με το αν ξοδεύατε περισσότερα απ' όσα μπορούσε να αντέξει η οικονομία, όπως ισχυρίζεται η Γερμανία. Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο, ο οποίος, φυσικά, σχετίζεται με το γεγονός ότι η οικονομία είναι προσδεμένη στο ευρώ. 

- Με ποιον τρόπο; 
Ξέρετε, ήμουν μαθητής του Μίλτον Φρίντμαν, αν και κανένας δεν το πιστεύει πλέον (γέλια). Έτσι, παρακολούθησα και το έργο του Ρόμπερτ Μάντελ, ο οποίος ουσιαστικά δημιούργησε την αρχιτεκτονική του ευρώ. Κι αυτό που έλεγε ο Μάντελ, χωρίς να κρύβεται πίσω από τις λέξεις, είναι ότι στόχος του ευρώ δεν ήταν ποτέ να ενώσει τους λαούς της Ευρώπης. Νομίζετε ότι οι Καναδοί ή οι Αμερικανοί ενδιαφέρονται για το αν θα είστε μονιασμένοι και ευτυχισμένοι στην Ευρώπη; Στόχος του ευρώ ήταν να τερματίσει το κράτος πρόνοιας στην Ευρώπη και, κυρίως, το δίχτυ ασφαλείας που προσφέρουν οι δημόσιες υπηρεσίες. Ταυτόχρονα, όμως, στόχος ήταν και η διάλυση της δύναμης των συνδικάτων. Το ευρώ στερεί από τις χώρες-μέλη κάθε δυνατότητα άσκησης όχι μόνο νομισματικής, αλλά και δημοσιονομικής πολιτικής.
Εάν, λοιπόν, βρεθείς στη δίνη της ύφεσης, δεν μπορείς να αυξήσεις την κυκλοφορία του χρήματος ή να δη μιουργήσεις θέσεις εργασίας, με αποτέλεσμα η οικονομία να ακολουθεί συνεχώς καθοδική τροχιά. Το μόνο που σου επιτρέπεται πλέον να κάνεις είναι να μειώνεις τις θέσεις εργα σίας και να περιορίζεις τους μισθούς και τα επιδόματα, προκειμένου να κρατήσεις τις ξένες επιχειρήσεις στη χώρα σου. Στο τέλος, αντί να σου παρέχεται η δυνατότητα να δημιουργήσεις μια ζωντανή οικονομία, καταλήγεις να μετατραπείς σε μια δεξαμενή φτηνού εργατικού δυναμικού.
Αυτός, λοιπόν, ήταν ο στόχος του Μάντελ. Δεν πρόκειται για συνωμοσία ενός κακού ανθρώπου. Αυτός απλώς πίστευε πως, μέσω της ελεύθερης αγοράς, θα προσέφερε ανάπτυξη στις οικονομίες της Ευρώπης. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Στην πραγματικότητα, έβαλε φωτιά σε όλες αυτές τις χώρες.

- Μια από τις λύσεις που προτείνονται στην Ελλάδα είναι οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις της δημόσιας περιουσίας και η απελευθέρωση όλων των αγορών. Ποια είναι η δική σας εμπειρία από ανάλογες κινήσεις σε άλλες χώρες;
Κανένας δεν ιδιωτικοποιεί ούτε ανοίγει τις αγορές του, εάν δεν του βάλουν το πιστόλι στον κρόταφο. Αυτή είναι τώρα και η περίπτωση της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και τόσων άλλων χωρών. Πρόκειται για περιπτώσεις όπου η πορεία της οικονομίας οδηγεί σε επιλογές απελπισίας. Αντίθετα, σε περιοχές όπως η Λατινική Αμερική όχι μόνο δεν συναντάς πλέον τέτοιες κινήσεις, αλλά, αντιθέτως, επιχειρείται μια αντιστροφή του πνεύματος της ελεύθερης αγοράς και των ιδιωτικοποιήσεων που τη συνοδεύουν. Ο Λούλα στη Βραζιλία, λόγου χάρη, διέκοψε την ιδιωτικοποίηση της επιχείρησης ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, ανέκοψε την πορεία ιδιωτικοποίησης των κρατικών τραπεζών. Κι αυτός, ξέρετε, ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους απέφυγε τους κινδύνους της ύφεσης, διότι οι τράπεζες συνέχισαν να δανείζουν χρήματα.
Σε χώρες, λοιπόν, όπως η Αργεντινή, η Βολιβία ή ο Ισημερινός δεν συναντάς συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων, αλλά αντιστροφή της πορείας αυτής. Επιχειρούν να ανακτήσουν τον έλεγχο επιχειρήσεων που δόθηκαν στον ιδιωτικό τομέα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι αναγκασμένες να το κάνουν, εάν θέλουν να επιβιώσουν. Στο Μπουένος Άιρες, λόγου χάρη, η Enron είχε αποκτήσει τον έλεγχο του δικτύου ύδρευσης, με αποτέλεσμα να προκύψουν τεράστια προβλήματα στην υδροδότηση, καθώς οι ιδιωτικές εταιρείες δεν είχαν κανένα απολύτως κίνητρο για να επενδύσουν στις υποδομές του δικτύου. Έπρεπε, λοιπόν, η Αργεντινή να επανεθνικοποιήσει την επιχείρηση ύδρευσης.

*πηγή: www.catastroika.com

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Η ΑΓΩΝΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ 6η ΜΑΪΟΥ

Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Ενώ όλα τα στοιχεία καταδεικνύουν αποτυχία της συνταγής και ολική επαναφορά της κρίσης, η ευρωπαϊκή ελίτ επιμένει δογματικά και ανησυχεί πολιτικά για το ελληνικό «πείραμα». 
Η συνταγή δεν βγαίνει με τίποτα. Ένα μήνα μετά τα μηνύματα καθησυχασμού που εξέπεμψε η συμφωνία για το PSI και τέσσερις μήνες από την ευρωπαϊκή απόφαση για το νέο Μνημόνιο και το νέο δανεισμό στην Ελλάδα, η κρίση στην Ευρωζώνη συνεχίζει τον θορυβώδη κοχλασμό της, με επίκεντρο αυτή τη φορά την Ισπανία και, δευτερευόντως, την Ιταλία και την Πορτογαλία. Δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι η Ευρωζώνη συνολικά θα αποκολληθεί από την ύφεση ή ότι οι συνταγές ισοπεδωτικής δημοσιονομικής και μισθολογικής λιτότητας θα κατευνάσουν τις αγορές και τις «επιθέσεις» στα ομόλογα των ασθενών κρίκων της νομισματικής ένωσης.
Αντιθέτως, ενώ οι σιδηροί κανόνες του δημοσιονομικού συμφώνου που επέβαλε η γερμανική ηγεσία υιοθετούνται δειλά από τους 25 «προθύμους» της Ε.Ε., οι πιο ανήσυχοι αναλυτές της καπιταλιστικής νέας τάξης προειδοποιούν για τα καταστροφικά του αποτελέσματα. «Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο ούτε ένα παράδειγμα, όπου οι περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών να οδήγησαν στην εξυγίανση ενός ασθενούς κράτους», προειδοποιεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, που χαρακτηρίζει ανεπαρκές το κούρεμα του ελληνικού χρέους, πράγμα που θεωρεί μονόδρομο για όλες τις υπερχρεωμένες χώρες. «Το ευρώ χρειάζεται επιδιόρθωση και η κρίση του έχει περάσει ίσως σε θανάσιμη φάση», λέει και ο πολύς Τζορτζ Σόρος σε άρθρο του, υποδεικνύοντας το αναποδογύρισμα της πολιτικής που εφαρμόζει σήμερα η ηγεσία της Ε.Ε., με διάκριση μεταξύ τρεχουσών κρατικών δαπανών και επενδύσεων, ώστε η λιτότητα να μην «τρώει»και τις δεύτερες.
«Η Ελλάδα υποφέρει από το πιο ηλίθιο οικονομικό πείραμα στη σύγχρονη ιστορία», γράφει σε γλαφυρή ανταπόκρισή του από την Αθήνα δημοσιογράφος του βρετανικού Independent, ενώ σε μια ανάλογου, θρηνητικού ύφους ανταπόκριση η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung μιλά για μια «Αθήνα που υποφέρει σιωπηλά» από την ανεργία, τα λουκέτα, τη μείωση της κατανάλωσης και την επέκταση της φτώχειας. Ακόμη και το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας της Κολωνίας, το IW, θεωρεί περιττή, ίσως και ζημιογόνα, μια περαιτέρω μείωση των μισθών στις προβληματικές χώρες όπως η Ελλάδα, εφόσον οι χώρες αυτές διατηρήσουν τον παρατηρούμενο τελευταία ρυθμό αύξησης των εξαγωγών τους. Υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι αυτός ο ρυθμός θα διευκολυνθεί στοιχειωδώς από τις χώρες υποδοχής των εισαγωγών τους, όπως η Γερμανία που δεν παραιτείται με τίποτα από τη συσσώρευση πλεονασμάτων. Ακόμη και ανθρώπινων, όπως δείχνουν οι προσκλήσεις στους Έλληνες ή Ισπανούς εξειδικευμένους ανέργους.

Επαχθής δημοκρατία
Τίποτα από αυτά δεν φαίνεται να συγκινεί τις ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες που, ακόμη κι όταν έχουν να αντιμετωπίσουν έναν άμεσο πολιτικό κίνδυνο -όπως π.χ. οι εκλογές στη Γαλλία ή στην Ελλάδα- απαντούν απλώς με αύξηση της θανατηφόρας δόσης λιτότητας. Στην Ισπανία, το παράδειγμα της οποίας, με την ανεργία των νέων πάνω από 50%, περιφέρεται ως φόβητρο σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, η κυβέρνηση Ραχόι εξήγγειλε περικοπές δαπανών 27 δισ. ευρώ μόνο για φέτος, ενώ η επικεφαλής της αυτόνομης κυβέρνησης της Μαδρίτης Εσπεράντζα Αγκίρε, σε μια έκρηξη νεοφιλελεύθερου οίστρου, πρότεινε την κατάργηση της διοικητικής διαίρεσης της Ισπανίας σε 17 αυτόνομες περιφέρειες και τη μετεξέλιξή της σε ένα υπερσυγκεντρωτικό κράτος, με στόχο την εξοικονόμηση 48 δισ. ευρώ ετησίως. Η δημοκρατία και η αποκέντρωση είναι ένα επαχθές κόστος για τους υπερσυντηρητικούς οπαδούς της δημοσιονομικής ορθοδοξίας.
Την ίδια στιγμή, η ευρωκρατία των Βρυξελλών επιχειρεί να διατυπώσει μια εξαιρετικά αδύναμη απάντηση στο ζητούμενο της ανάπτυξης, με ένα σχέδιο που αναμασά παραλλαγές της συνταγής της λιτότητας και της ριζικής αναδιάρθρωσης-αποδιάρθρωσης της αγοράς εργασίας. Στο επίκεντρο του σχεδίου βρίσκεται μια μετατόπιση του φορολογικού βάρους από την απασχόληση στα περιουσιακά στοιχεία και στην ενεργειακή κατανάλωση, στην κατάργηση των περιορισμών στη μετακίνηση εξειδικευμένων εργαζομένων από χώρα σε χώρα και στη μετατόπιση της συνολικής εργασιακής πολιτικής από τα κράτη στο ευρωπαϊκό διευθυντήριο. Όπως είναι προφανές, επί της ουσίας το σχέδιο ενίσχυσης της ανάπτυξης και της απασχόλησης επικεντρώνει στα συνήθη: στο μισθολογικό κόστος και στη χρησιμοποίηση του «εφεδρικού στρατού» των ανέργων και της κινητικότητάς του ως μοχλού πίεσης στους μισθούς από χώρα σε χώρα.
Η επικίνδυνη μακροζωία
 Σε μια κυνική αντίστιξη, το ΔΝΤ, με έκθεσή του που δημοσιοποιήθηκε προ ημερών αντιμετωπίζει ως μείζονα δημοσιονομικό «κίνδυνο» για τις ανεπτυγμένες χώρες τη μακροζωία του πληθυσμού(!) και, φωτογραφίζοντας κυρίως τις ευρωπαϊκές και ιδιαίτερα τις πιο αδύναμες πλην με υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης χώρες του Νότου, προτείνει παρεμβάσεις όπως οι εξής: Να υπολογιστεί η δημοσιονομική έκθεση κάθε κράτους απέναντι στον «κίνδυνο της μακροζωίας», να κατανεμηθεί το κόστος ασφάλισης μεταξύ κράτους και ιδιωτικών ασφαλιστικών φορέων, να προσαρμοστούν τα όρια συνταξιοδότησης στις τάσεις μακροζωίας. Πάλι καλά που δεν προτείνουν ζωή με ημερομηνία λήξης. Ωστόσο, οι προτάσεις αυτές είναι προφανές πως έχουν πρώτο πεδίο εφαρμογής την Ευρωζώνη και, εν σπέρματι, στοιχεία τους υπάρχουν ήδη στο ελληνικό Μνημόνιο, προϊδεάζοντας για ένα νέο γύρο ασφαλιστικού πανικού.
Στον πυρήνα, πάντως, αυτών των ακροβασιών που καθόλου δεν αποφορτίζουν το κλίμα πιέσεων στην Ευρωζώνη από τις αγορές, βρίσκονται οι πολιτικοί φόβοι. Οι πιο ήπιοι σχετίζονται με την ενδεχόμενη «αταξία» που μπορεί να προκαλέσει μια νίκη του Γάλλου σοσιαλιστή Φρανσουά Ολάντ στις προεδρικές εκλογές. Αν τηρήσει τη βασική του δέσμευση για αναδιαπραγμάτευση του δημοσιονομικού συμφώνου, ακόμη κι αν αυτή περιοριστεί σε επουσιώδη και γαλλικού κυρίως ενδιαφέροντος ζητήματα, θα προκληθεί μια μίνι κρίση διακυβέρνησης στην Ευρωζώνη. Αυτή μπορεί, ενδεχομένως, να διευθετηθεί με μερικές ακόμη Συνόδους και έναν νέο γαλλογερμανικό συμβιβασμό.
Οι πολιτικοί φόβοι
 Πολύ βαθύτεροι είναι, όμως, οι πολιτικοί φόβοι για την έκβαση των εκλογών της 6ης Μαΐου στην Ελλάδα. Οι προειδοποιήσεις που συχνά – πυκνά διατυπώνονται από Ευρωπαίους αξιωματούχους ή από αναλυτές χρηματοπιστωτικών οίκων ότι ενδεχόμενη φυγή της Ελλάδας από το ευρώ θα ήταν καταστροφική για το σύνολο της Ευρωζώνης είναι βασική εκδήλωση αυτών των βαθύτερων πολιτικών φόβων. Που κατά βάση είναι δύο: πρώτον, μια θεαματική ενίσχυση του -ετερόκλητου, είναι αλήθεια- μπλοκ των αντιευρωπαϊκών-ευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων που διαπερνούν όλο το πολιτικό φάσμα. Δεύτερον, η επικύρωση από το εκλογικό αποτέλεσμα της γενικής ανυποληψίας του πολιτικού συστήματος, που μπορεί να δημιουργήσει κενό διακυβέρνησης, αν όχι και εξουσίας.
Και ενδεχομένως για ένα σημαντικό τμήμα της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ ίσως είναι μικρό κακό να αποκοπεί ο ελληνικός κρίκος και να εγκαταλειφθεί στην τύχη του. Το ειδικό οικονομικό βάρος της Ελλάδας είναι πλέον ασήμαντο για να τους κάνει να ανησυχούν ζωηρά. Πολύ περισσότερο τους ανησυχεί η πολιτική και κοινωνική επίδραση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με ανάλογες παθογένειες, ιδιαίτερα στον λεγόμενο ευρωπαϊκό Νότο. Η εμπειρία της αραβικής άνοιξης, με την ταχύτητα και τον τρόπο μετάδοσής της, είναι πολύ νωπή για να την αγνοήσουν, έστω κι αν έχει δώσει πια τη θέση της σε έναν σχεδόν «αραβικό χειμώνα».
Αγωνία για το πειραματόζωο
 Η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να έχει τον ρόλο ενός χρήσιμου «πειραματόζωου» για την ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία, ιδιαίτερα το τμήμα της που είναι δογματικά προσηλωμένο στη νεοφιλελεύθερη «διαπαιδαγώγηση» όλης της Ε.Ε. Πρέπει με κάποιο τρόπο και το πείραμα να πετύχει και το πειραματόζωο να μην τους μείνει στα χέρια από υπερβολική δόση θεραπείας. Αλλά, αυτό είναι αδύνατο χωρίς τους ντόπιους πολιτικούς διαμεσολαβητές του πειράματος, τα κόμματα του πρώην δικομματισμού και τους νέους ή παλιούς δορυφόρους τους.
Επομένως, έχει πολύ ενδιαφέρον στη βραχύτατη προεκλογική περίοδο που απομένει να δούμε με ποιον τρόπο οι ευρωπαϊκοί παράγοντες θα παρέμβουν για να διασώσουν ό,τι μπορεί να διασωθεί. Με ποιες δόσεις καρότου και μαστίγιου, με ποιες αναλογίες τρομοκρατίας και δελεασμού θα προσπαθήσουν να αναστηλώσουν το καταρρακωμένο κύρος των βασικών πόλων της επόμενης συγκυβέρνησης, της Ν.Δ., που αντί να προσεγγίζει απομακρύνεται από το όνειρο της αυτοδυναμίας, και του ΠΑΣΟΚ που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την τεχνογνωσία του βαθέως κράτους και να μετατρέψει σε απροσδόκητο ντέρμπι τον εκλογικό «εμφύλιο» της συγκυβέρνησης, έστω κι αν αφορά τη νομή ενός πολιτικού σώματος που θα είναι θαύμα αν ξεπεράσει το 40%.
Αλλά ποιος και πώς θα ξεπεράσει την ετυμηγορία του λοιπού 60% που θα προσέλθει οργισμένο στις κάλπες, αλλά και εκείνου του απροσδιόριστου που δεν θα προσέλθει καν τυλίγοντας σφιχτά το κομματικό σύστημα σε ένα σάβανο ανυποληψίας και πλήρους απονομιμοποίησης;

* Αναδημοσίευση από το Δρόμο της Αριστεράς στις 13-4-2012