Είπαν...

«Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο ούτε ένα παράδειγμα,
όπου οι περικοπές μισθών,
συντάξεων και κοινωνικών δαπανών
να οδήγησαν στην εξυγίανση ενός ασθενούς κράτους
»

Τζόζεφ Στίγκλιτς
νομπελίστας οικονομολόγος



Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

ΓΙΑΤΙ ΧΑΙΡΕΤΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΑΜΟΓΕΛΑ, ΠΑΤΕΡΑ;



Του ΠΕΤΡΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ


papakon_pΝενικήκαμεν! Η Ελλάδα σώθηκε! Το μαύρο σύννεφο της χρεοκοπίας έφυγε οριστικά από τον γαλανό ουρανό. Είναι να απορεί κανείς που η υπερβολική σεμνότητα εμποδίζει την τρικομματική κυβέρνηση να γκρεμίσει τα τείχη της πόλης και να υποδεχτεί με τιμές Μαραθωνομάχων τον κ. Στουρνάρα και τους συνεργάτες του, που επέστρεψαν θριαμβευτές και τροπαιούχοι από τη μάχη των Βρυξελλών.
Μάχη; Ποια μάχη έδωσαν, αλήθεια; Με ποιους, εναντίον ποίων; Επί ένα μήνα, Γερμανία και ΔΝΤ τσακώνονταν λυσσαλέα για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους κι ο αμέσως ενδιαφερόμενος, η Ελλάδα, δεν τολμούσε να ψελλίσει οποιαδήποτε θέση για το δικό του πρόβλημα. “Δώστε μας τη δόση μας και κάντε ό,τι νομίζετε” ήταν η υπερήφανη στάση αυτής της κυβέρνησης που μετέτρεψε την Ελλάδα σε άφωνο, τρομαγμένο ζητιάνο. “Όταν τσακώνονται στο βάλτο τα βουβάλια, λειώνουν τα βατράχια”, ήταν η δικαιολογία που πρόβαλαν ανωνύμως εκπρόσωποι του Μαξίμου. Όντως. Αλλά ποιοι έφεραν τα βουβάλια της Ε.Ε. και του ΔΝΤ στην αυλή μας και ποιοι μετέτρεψαν 11 εκατομμύρια Έλληνες σε απροστάτευτα βατράχια; Απορία, ψάλτου βηξ...
Δεν γνωρίζουμε αν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία των Μπανανιών, όπου μια κυβέρνηση να πανηγυρίζει απλά και μόνο γιατί της έδωσαν τη δόση που της καθυστερούσαν οι πιστωτές της, παραβιάζοντας τη δανειακή σύμβαση που είχαν υπογράψει, παρά το τεράστιο τίμημα που είχε για τον ελληνικό λαό και τα τεράστια κέρδη για τα δικά τους θησαυροφυλάκια. Ουδέποτε τέθηκε πραγματικά ζήτημα μη καταβολής της δόσης, αφού το μόνο αποτέλεσμα θα ήταν η αυτόματη κατάρρευση της τρικομματικής κυβέρνησης. Όλα τα άλλα ήταν παραμύθια της Χαλιμάς, μοχλός εκβιασμού των βουλευτών που κατάπιαν γογγύζοντας τον εξευτελισμό τους, ψηφίζοντας μέσα σε δύο εικοσιτετράωρα 700 σελίδες σκληρότατων μνημονιακών μέτρων, χωρίς καν να προλάβουν να τις διαβάσουν.
Άλλωστε, από τα 34,4 δισ. που θα πάρουμε σε πρώτη φάση (γιατί και η δόση δίνεται σε... δόσεις), τα 23,8 δισ. πάνε στις τράπεζες και από τα υπόλοιπα 10,6 δισ. θα πάει για την αποπληρωμή των δανείων. Σταγόνες στον ωκεανό θα είναι ό,τι θα πάει για μισθούς και συντάξεις.
Ναι, αλλά μαζί μ' αυτά ήρθε και το πακέτο μέτρων (μείωση επιτοκίων, επιμήκυνση, επαναγορά ομολόγων) για τη μείωση του χρέους μας κατά 40 δισ., περίπου 20% του ΑΕΠ, μας υπενθυμίζει η εσωτερική τρόικα. Μάλιστα. Ας υποθέσουμε, για οικονομία της συζήτησης, ότι επαληθεύονται όλες οι προβλέψεις τους- κάτι που θα αποτελούσε πραγματικό θαύμα, δεδομένου ότι όλες οι μέχρι τώρα προβλέψεις τους διαψεύδονται επί τα χείρω.
Σ’ αυτή την ιδεατή περίπτωση, το ελληνικό χρέος θα έχει πέσει το 2020 στο... 124%, δηλαδή όσο περίπου ήταν όταν ο εθνικά υπερήφανος Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωνε από το Καστελόριζο την εθελούσια είσοδό μας στο μνημονιακό κλουβί. Δέκα χρόνια απίστευτων δεινών, μόνο και μόνο για να καταλήξουμε στο σημείο της εκκίνησης. Γιατί λοιπόν δεν κουρεύαμε από την αρχή το χρέος, αλλά έπρεπε πρώτα να το φουσκώσουμε στο 180% για να το επαναφέρουμε στο αρχικό του μέγεθος; Το συμπέρασμα είναι απλούστατο: Το ελληνικό χρέος ήταν απλώς το πρόσχημα για να εξαπολύσει η ελληνική πλουτοκρατία ταξικό πόλεμο στα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας και για να μετατρέψει η Γερμανία ολόκληρη την Ελλάδα σε Ειδική Οικονομική Ζώνη, με μεροκάματα Βουλγαρίας και εργασιακές σχέσεις Μπαγκλαντές.
Το κυριότερο, που επιμελώς αποσιωπά η εσωτερική τρόικα, είναι οι κοινωνικά εξοντωτικοί και εθνικά ταπεινωτικοί όροι του συμβιβασμού των Βρυξελλών. Στην απόφαση γίνεται ρητά λόγος για “ειδική ομάδα παρακολούθησης” του προϋπολογισμού και των ιδιωτικοποιήσεων, πράγμα που σημαίνει ότι οι Γερμανοί και οι ελάσσονες εταίροι τους θα έχουν τον τελευταίο λόγο για το τελευταίο σεντ από τις ελληνικές κρατικές δαπάνες και την εκποίηση του εθνικού πλούτου αντί πινακίου φακής. Παράλληλα, γίνεται λόγος για “ρήτρα αυτόματης διόρθωσης” των δημοσιονομικών παρεκκλίσεων που θα προκύπτουν, δηλαδή για νέα μέτρα, όποτε το αποφασίσουν. Αποτελεί αναίσχυντη ψευδολογία η διαβεβαίωση των κυβερνώντων ότι “δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα”, τη στιγμή που ήδη ετοιμάζουν το πρώτο, δυσβάσταχτο πακέτο νέων μέτρων με το εξοντωτικό φορολογικό πακέτο, που καταργεί το αφορολόγητο των 5.000 ευρώ και δίνει τη χαριστική βολή στους μικροϊδιοκτήτες ακινήτων.
Όσο για την περίφημη βιωσιμότητα του χρέους, το μπρα ντε φερ μεταξύ Γερμανίας και Αμερικής έληξε με νίκη της πρώτης. Η Μέρκελ πέτυχε αυτό που ήθελε, ότι δεν θα υπάρξει μερική διαγραφή του χρέους του δημοσίου τομέα μέχρι τις γερμανικές εκλογές- μετά, βλέπουμε. Η σύνοδος των Βρυξελλών επιβεβαίωσε την καταθλιπτική γερμανική ηγεμονία μέσα στην Ε.Ε., διαψεύδοντας όσους φαντασιώνονταν κάποιο “μέτωπο του Νότου”, ενδεχομένως με τη συμμετοχή της Γαλλίας και με υπόρρητη στήριξη της Αμερικής. Η σκληρή αλήθεια αποδεικνύει ότι κάθαρση στην ελληνική τραγωδία μέσα στην ευρωζώνη απλούστατα δεν υπάρχει και ότι οι λαϊκές δυνάμεις είναι υποχρεωμένες να παλέψουν για τη λυτρωτική ανατροπή πρώτα απ' όλα στο εθνικό επίπεδο.
Ακόμα χειρότερα, η Αριστερά δεν μπορεί να προσμένει λύση με τις πλάτες της Αμερικής και του ΔΝΤ, όπως φαίνεται ότι φαντάζονται ορισμένοι εκπρόσωποί της, οι οποίοι μάλιστα υιοθετούν με τη μεγαλύτερη ευκολία συνθήματα τύπου “νέο σχέδιο Μάρσαλ”, που μέχρι χθες θα προκαλούσαν ανατριχίλα σε κάθε αριστερό αγωνιστή. Το κυριότερο, η απολύτως προβλέψιμη εξέλιξη στο Eurogroup διαμηνύει πόσο άγονη είναι η λογική που εναποθέτει τις ελπίδες για μια “αριστερή κυβέρνηση” σε κάποιο “ξαφνικό ατύχημα” των κυρίαρχων κύκλων, που θα φέρει την εξουσία στο πιάτο μας, σαν ώριμο φρούτο. Άλλη μια φορά, δεν υπάρχει αδιέξοδη κατάσταση για το σύστημα, αν ο λαός και οι πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν να τον εκφράσουν δεν οδηγήσουν το σύστημα σε αδιέξοδο, με τις μεγάλης κλίμακας αγωνιστικές και πολιτικές πρωτοβουλίες, που δυστυχώς δεν φαίνονται αυτή τη στιγμή στον ορίζοντα.
Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012.

ΠΟΛΕΜΟΣ ΗΠΑ – ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΕ

Του Γ.ΔΕΛΑΣΤΙΚ*

Σε πλήρη ανάπτυξη πλέον βαίνουν οι εχθροπραξίες ΗΠΑ – Γερμανίας γύρω από το μέλλον του ευρώ. Χρησιμοποιώντας η Ουάσιγκτον ως προσωπείο το ΔΝΤ και το Βερολίνο την Κομισιόν και την ΕΚΤ, αναμετρώνται σε μια θανάσιμη αναμέτρηση που πιθανότατα θα αλλάξει το μέλλον της Ευρώπης, όποια και αν είναι η έκβαση της. Οι Αμερικανοί πείστηκαν από την υπερδεκαετή κυκλοφορία του ευρώ ότι το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα συνιστά ακαταμάχητο όπλο των Γερμανών για την επέκταση της ηγεμονίας τους σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και είναι πλέον αποφασισμένοι να υπονομεύσουν το ευρώ πάση θυσία, καθώς διαπιστώνουν ότι μέσω του ευρώ η Γερμανία ουσιαστικά πετάει τις ΗΠΑ εκτός Ευρώπης.
Η τακτική της Ουάσιγκτον εμφανίζεται μέχρι στιγμής να έχει δύο σκέλη. Πρώτον, να καταστήσει άκρως δυσβάστακτο για τη Γερμανία το οικονομικό βάρος διατήρησης της ευρωζώνης, υποχρεώνοντας την να επωμιστεί το αστρονομικό κόστος διάσωσης της Ελλάδας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, αλλά και της Ισπανίας και της Ιταλίας. Γερμανικοί υπολογισμοί – έστω και αμφισβητούμενης επιστημονικής ακρίβειας – τοποθετούν το απαιτούμενο για το σκοπό αυτό ποσό που πρέπει να καταβάλει μόνο η Γερμανία στα …700 δισεκατομμύρια ευρώ! Ακριβώς στο πλαίσιο της αμερικανικής πίεσης προς το Βερολίνο εντάσσεται και αυτή η ξαφνική επιμονή του ΔΝΤ να πληρώσουν η ΕΚΤ, η Γερμανία και τα υπόλοιπα κράτη της Ευρωζώνης το κόστος για να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, μέσω του «κουρέματος» των ελληνικών κρατικών ομολόγων που κατέχουν. Επί της ουσίας, το ΔΝΤ έχει απόλυτο δίκιο όταν διακηρύσσει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο. Αυτό όμως δεν είναι κάτι καινούργιο. Το ΔΝΤ το ήξερε εξαρχής και εν πάση περιπτώσει το επαναβεβαίωσε και στην πορεία. Το γεγονός ότι το ΔΝΤ επιμένει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος πρέπει να καταστεί βιώσιμο με «κούρεμα» ακριβώς αυτή τη χρονική στιγμή είναι αυτό που αποκαλύπτει την πολιτική σκοπιμότητα των Αμερικανών.
Το δεύτερο σκέλος της τακτικής των ΗΠΑ συνίσταται στην πρόκληση της μεγαλύτερης δυνατής εσωτερικής τριβής στους κόλπους της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται τόσο το μπλοκάρισμα από τη Βρετανία της λήψης απόφασης για τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την επόμενη επταετία 2014-2020 κατά τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ που έγινε αυτή την εβδομάδα όσο και η σοβαρή ανακίνηση του θέματος διοργάνωσης το 2016 δημοψηφίσματος στη Βρετανία για να αποφασίσουν οι πολίτες της χώρας την αποχώρηση της από την ΕΕ. Συγκροτείται εμφανώς πλέον αμερικανοβρετανικό μέτωπο εναντίον της Γερμανίας. Θα παραμείνει όμως το μέτωπο αυτό ελάχιστα αποτελεσματικό, αν δεν κατορθώσει να αποσπάσει τη Γαλλία από τη σχέση εξάρτησης που έχει με τη Γερμανία. Το καθήκον αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο γιατί η γαλλική αστική τάξη επί μισόν αιώνα και πλέον σιτίζεται η ίδια και διασφαλίζει τις κοινωνικές συμμαχίες της στο εσωτερικό της Γαλλίας με τα χρήματα που της παρέχει και η Γερμανία, η οποία με τον τρόπο αυτό «νομιμοποιεί» με τη βοήθεια του Παρισιού την πολιτική του Βερολίνου στις συνειδήσεις των Ευρωπαίων πολιτών ως δήθεν «ευρωπαϊκή» και όχι ως ηγεμονική πολιτική του Τέταρτου Ράιχ για τη γερμανική παντοδυναμία στη Γηραιά Ήπειρο.
Στο πλαίσιο των αγγλοαμερικανικών πιέσεων προς τη Γαλλία εντάσσονται π.χ. τόσο η πρόσφατη υποβάθμιση της δανειοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης Μούντις όσο και το αφιέρωμα του αγγλικού περιοδικού Εκόνομιστ στη Γαλλία, το οποίο προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση χαρακτηρίζοντάς την ως την «ωρολογιακή βόμβα στην καρδιά της Ευρώπης». Το Παρίσι όμως δέχθηκε πιέσεις και από τη γερμανική πλευρά, καθώς ο γερμανικός τύπος αποκάλυψε ότι το Βερολίνο έχει δώσει μυστικά εντολή στην ομάδα «σοφών» του γερμανικού συμβουλίου εμπειρογνωμόνων να ετοιμάσει σχέδιο για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στη …Γαλλία!!! Οι Γερμανοί ετοιμάζουν δηλαδή μνημόνιο και για τη Γαλλία!!! Η είδηση διαψεύστηκε τυπικά, αλλά το μήνυμα προς τη γαλλική πολιτική και οικονομική εξουσία έχει ήδη σταλεί. Δεν πρόκειται για ανόητη επίδειξη αλαζονείας, στάση τόσο οικεία στους Γερμανούς. Όλοι οι επαΐοντες γνωρίζουν ότι η δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας είναι άθλια, κατά την κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη αντίληψη. Άθλια, αλλά οι Γερμανοί την συγκαλύπτουν συνειδητά και εσκεμμένα για να έχουν τη Γαλλία πρόθυμη σύμμαχο στην προώθηση της γερμανικής επικυριαρχίας στην Ευρώπη. Το Βερολίνο δρα κατά τρόπο που εμφανίζει το Παρίσι δήθεν ισότιμο ηγεμονικό εταίρο και ταυτόχρονα πληρώνει αδρά τους Γάλλους και μέσω των ταμείων της ΕΕ για τη συνεργασία τους. Όχι απλά ο γαλλικός λαός, αλλά πρωτίστως η γαλλική αστική τάξη έχουν να χάσουν πολλά, αν διαρραγεί αυτή η σχέση εξάρτησης και πλούσιας χρηματοδότησης από τη Γερμανία.
Οι Γάλλοι αστοί αντιλαμβάνονται ότι εδικά από τότε που κυκλοφόρησε το ευρώ οι γερμανογαλλικές σχέσεις γίνονται όλο και πιο ετεροβαρείς υπέρ της Γερμανίας. Προσπαθούν δειλά δειλά να αντιδράσουν και να κάνουν ανοίγματα προς τις ΗΠΑ, αλλά η πολιτική ηγεσία υποκύπτει ταχύτατα στις γερμανικές πιέσεις και αναδιπλώνεται αμέσως μόλις το Βερολίνο αγριεύει. Τι τέλος θα έχει αυτή η διελκυστίνδα, θα το δούμε
Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

«ΕΠΟΧΗ ΠΟΛΕΜΩΝ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ RUBEN RAMBOER
 

«Σε αυτούς τους καιρούς του γεροντικού καπιταλισμού, οι διαμαρτυρίες των κοινωνικών κινημάτων οδηγούν σε πολιτικές αλλαγές, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, φασιστικές ή προοδευτικές». Αυτό ήταν το συμπέρασμα του μαρξιστή οικονομολόγου Samir Amin στο πρώτο μέρος αυτής της συνέντευξης, η οποία δημοσιεύθηκε στο Solidaire (Αλληλέγγυος) αρ. 38. Σε αυτό το δεύτερο μέρος, αντιμετωπίζει το ζήτημα της υπέρβασης του καπιταλισμού που βρίσκεται σε κρίση. «Ήρθε η ώρα για την αριστερά να είναι τολμηρή! Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα μέτωπο ενάντια στα μονοπώλια
Για τον οικονομολόγο Samir Amin, Επίτιμο Καθηγητή, Διευθυντή του Τρίτου Παγκόσμιου Φόρουμ στο Ντακάρ και συγγραφέα πολλών βιβλίων μεταφρασμένων σε όλον τον κόσμο «το να είναι κάποιος μαρξιστής συνεπάγεται κατ' ανάγκην να είναι κομμουνιστής, γιατί ο Μαρξ δεν διαχώριζε τη θεωρία και την πρακτική - τη συμμετοχή στον αγώνα για την χειραφέτηση των εργαζομένων και των λαών.» Αυτό είναι που κάνει ο Samir Amin: στο πρώτο μέρος αυτής της συνέντευξης, ανέλυσε την κρίση. Εδώ, ασχολείται με την πάλη κατά των παντοδύναμων καπιταλιστικών μονοπώλιων και για μια άλλη κοινωνία.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του «γεροντικού καπιταλισμού» που νομίζετε ότι οδηγούν σε μια «νέα εποχή μεγάλων λουτρών αίματος";
Samir Amin. Δεν υπάρχουν πια δημιουργικοί επιχειρηματίες, αλλά "wheeler - dealers" (της αρπαχτής). Ο αστικός πολιτισμός, με το σύστημα αξιών του – ασφαλώς η εκθείαση τη ατομικής πρωτοβουλίας, αλλά επίσης και τα φιλελεύθερα δικαιώματα κι ελευθερίες, ακόμα και αλληλεγγύη σε εθνικό επίπεδο, έχει δώσει τη θέση του σε ένα σύστημα χωρίς ηθικές αξίες. Δείτε τους Προέδρους των ΗΠΑ, εγκληματικές μαριονέτες και τεχνοκράτες επικεφαλής των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, δεσπότες του Νότου, σκοταδισμός (Ταλιμπάν, χριστιανικές και βουδιστικές σέκτες ...), η εκτεταμένη διαφθορά (ιδίως στον οικονομικό κόσμο). Μπορούμε να περιγράψουμε τον καπιταλισμό σήμερα ως γεροντικό, η οποίος μπορεί να εγκαινιάσει μια νέα εποχή σφαγών. Σε μια τέτοια περίοδο, οι διαμαρτυρίες των κοινωνικών κινημάτων επιφέρουν πολιτικές αλλαγές. Για καλό ή για κακό, φασιστικές ή προοδευτικές. Η κρίση του 1930 οδήγησε για παράδειγμα στο Λαϊκό Μέτωπο στη Γαλλία, αλλά επίσης στο ναζισμό στη Γερμανία.
Τι σημαίνει αυτό για τα αριστερά κινήματα σήμερα;
Samir Amin. Ζούμε σε μια εποχή όπου η προδιαγράφεται ένα κύμα πολέμων και επαναστάσεων. Τα θύματα αυτού του συστήματος θα κατορθώσουν να σχηματίσουν μια θετική εναλλακτική λύση, ανεξάρτητη και ριζοσπαστική; Αυτό είναι το πολιτικό ζήτημα σήμερα. Χρειαζόμαστε η ριζοσπαστική αριστερά να αναλάβει την πρωτοβουλία για την οικοδόμηση ενός μετώπου, για ένα εναλλακτικό αντι-μονοπωλιακό μπλοκ συμπεριλαμβανομένων όλων των εργαζομένων και των παραγωγών που είναι θύματα της "ολιγαρχίας των γενικευμένων μονοπωλίων", ένα μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης, αγρότες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις ...
Ισχυρίζεστε ότι η αριστερά πρέπει να εγκαταλείψει οποιαδήποτε στρατηγική που θα βοηθούσε τον καπιταλισμό να βγει από την κρίση.
Samir Amin. Ήρθε η ώρα να επιδείξουμε τόλμη! Δεν είμαστε σε μια ιστορική στιγμή, όπου η αναζήτηση για ένα «κοινωνικό συμβιβασμό» κεφαλαίου / εργασίας είναι μια εναλλακτική λύση, όπως το μεταπολεμικό κοινωνικό κράτος πρόνοιας της σοσιαλδημοκρατίας. Μερικοί φαντάζονται νοσταλγικά ότι μπορούν να «επαναφέρουν» τον μονοπωλιακό καπιταλισμό στη θέση του πριν από μερικές δεκαετίες. Αλλά ποτέ δεν επιτρέπει η ιστορία τέτοιες επιστροφές στο παρελθόν.
Βρισκόμαστε σε μια ιστορική στιγμή όπου η ριζοσπαστική αριστερά πρέπει να είναι τολμηρή. Μιλώ για την αριστερά που είναι πεπεισμένη ότι το καπιταλιστικό σύστημα πρέπει να ξεπερασθεί ριζικά. Αλλά και μια αριστερά που δεν ξεχνάμε ότι ο σοσιαλισμός πρέπει να εφευρεθεί χωρίς να ακολουθεί αναγκαστικά ένα προϋπάρχον μοντέλο. Στις χώρες του Βορρά, υπάρχουν αντικειμενικές προϋποθέσεις για την απομόνωση του κεφαλαίου των μονοπωλίων. Ξεκινά με μια κοινωνική και πολιτική συμμαχία που συγκεντρώνει τη συντριπτική πλειοψηφία.
Αυτή η τόλμη υπάρχει σήμερα;
Samir Amin. Η έλλειψη τόλμης στην αριστερά είναι φοβερή αυτή τη στιγμή. Θυμάστε πώς οι Σοσιαλδημοκράτες ήταν ευτυχείς όταν το σοβιετικό καθεστώς κατέρρευσε, και μαζί με αυτό τα κομμουνιστικά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης; Τους είπα: «Είστε ηλίθιοι. Η επόμενη κατάρρευση θα είναι η δική σας, το κεφάλαιο σας είχε ανάγκη μόνο και μόνο επειδή υπήρξε μια κομμουνιστική απειλή.» Και αντί να ριζοσπαστικοποιηθούν, αντίθετα γλίστρησαν δεξιά. Έγιναν σοσιαλφιλελεύθεροι. Τώρα όταν ψηφίζουμε σοσιαλδημοκρατία ή δεξιά, είναι το ίδιο πράγμα. Όλοι λένε: «Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, είναι η αγορά που αποφασίζει, οι οργανισμοί αξιολόγησης, το υπερ-κόμμα του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Βλέπουμε ακόμη και μεγάλα τμήματα της ριζοσπαστικής αριστεράς να το αποδέχονται αυτό από φόβο ή σύγχυση. Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που αποκαλούν τους εαυτούς τους «κομμουνιστές», αλλά λένε ότι δεν μπορεί να είναι παρά μια αριστερή πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας. Πρόκειται για την ίδια λογική της αποδοχής του καπιταλισμού. Λογική του «ελάσσονος κακού». «Αυτό επιβάλλεται από την Ευρώπη» είναι ο κατ 'εξοχήν επιχείρημα. «Η Ευρώπη δεν είναι κάτι καλό, αλλά η καταστροφή της Ευρώπης θα ήταν χειρότερα.» Αλλά περνώντας από το ένα μη χείρον στο επόμενο, φτάνουμε τελικά στο «χείριστο». Πριν από δύο χρόνια, λέγανε στους Έλληνες, άντε, λίγη λιτότητα κι εντάξει! Πόσες φορές έχει ανακυκλωθεί αυτή η συνταγή; Οχτώ φορές;
Τι θα μπορούσε να είναι το σύνθημα της «κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας" που υποστηρίζετε;

Samir Amin. Η γενική ιδέα είναι η δημιουργία ενός αντι-μονοπωλιακού μπλόκ. Χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που να αμφισβητεί τη δύναμη των «γενικευμένων μονοπωλίων» (βλ. πρώτο μέρος της συνέντευξης σε Solidaire αρ. 38). Δεν μπορούμε να ονειρευόμαστε ότι οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο μόνο και μόνο από το θαύμα της μεμονωμένης δράσης τους - μια ιδέα που βρίσκεται σε πολλά σοσιαλιστικά κινήματα και σε φιλοσόφους όπως ο Toni Negri.

Αυτό πρέπει να αρχίζει εξηγώντας ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις απέναντι στις πολιτικές λιτότητας. Με ένα εκλαϊκευμένο τρόπο, να έρχεται για να σπάσει το μονόλογο του κεφαλαίου για «την ανταγωνιστικότητα και τη συγκράτηση των μισθών». Γιατί δεν λέμε το αντίθετο, ότι οι μισθοί δεν επαρκούν και τα κέρδη είναι πολύ μεγάλα;
Στις καλύτερες περιπτώσεις, αυτό οδηγεί σε μία ελαφρά μείωση των ανισοτήτων ...

Samir Amin. Αυτό προφανώς δεν είναι αρκετό. Μια αυθεντική αριστερά πρέπει να αντιστρέψει την κοινωνική αναταραχή που παράγεται από τα μονοπώλια. Στρατηγικές για να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή απασχόληση και να εξασφαλίζονται αξιοπρεπείς μισθοί, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη. Είναι απλά αδύνατο χωρίς απαλλοτρίωση των μονοπωλίων. Τομείς – κλειδιά της οικονομίας θα πρέπει επομένως να εθνικοποιηθούν. Οι εθνικοποιήσεις είναι, σε πρώτο στάδιο, κρατικοποιήσεις, η μεταβίβαση της κυριότητας του ιδιωτικού κεφαλαίου προς το κράτος. Αλλά τόλμη είναι εδώ να "κοινωνικοποιηθεί" η διαχείριση των εθνικοποιημένων μονοπωλίων.

Εξετάστε αυτά τα μονοπώλια που ελέγχουν τη γεωργία, χημικές βιομηχανίες, τράπεζες και σούπερ μάρκετ. Η "κοινωνικοποίηση" σημαίνει ότι οι φορείς διαχείρισης περιλαμβάνουν εκπροσώπους των αγροτών, των εργαζομένων σε αυτά τα πρώην μονοπώλια φυσικά, αλλά και οι οργανώσεις των καταναλωτών και τοπικές αρχές (που ασχολούνται με το περιβάλλον, αλλά και το σχολείο, τη στέγαση, τα νοσοκομεία, η πολεοδομία, οι μεταφορές ...)

Μια σοσιαλιστική οικονομία δεν περιορίζεται στην κοινωνικοποίηση της διαχείρισής της.. Ο σοσιαλισμός δεν είναι απλά ο καπιταλισμός χωρίς καπιταλιστές. Πρέπει να περιλαμβάνει τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο, τη φύση και την κοινωνία. Συνεχίστε με τη μορφή που τρόπο που προτείνει ο καπιταλισμός και καταλήγει στο να καταστρέψει το άτομο, τη φύση και τους λαούς.
Τι κάνετε με την Wall Street και το City (Λονδίνο);

Samir Amin. Χρειάζεται μια «αποχρηματιστικοποίηση». Ένας κόσμος χωρίς Wall Street, για να δανειστώ τον τίτλο του βιβλίου του François Morin. Αυτό συνεπάγεται κατ 'ανάγκη την ολοκληρωτική κατάργηση των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και των συνταξιοδοτικών ταμείων, τα οποία έχουν γίνει μεγάλοι εμπλεκόμενοι στην χρηματιστικοποίηση. Η κατάργηση αυτών των τελευταίων θα πρέπει να είναι υπέρ ενός αναδιανεμητικού συστήματος. Πρέπει να επανεξετάσουμε το σύνολο του τραπεζικού συστήματος. Τις τελευταίες δεκαετίες, το τραπεζικό σύστημα έχει γίνει πολύ συγκεντρωτικό και λίγοι γίγαντες καθορίζουν το νόμο. Ως εκ τούτου, θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε μια «τράπεζα για τους αγρότες», ή μια «βιομηχανική τράπεζα», στην οποία τα εκλεγμένα συμβούλια αποτελούνται από εκπροσώπους της βιομηχανίας, των ερευνητικών κέντρων και των υπηρεσιών περιβάλλοντος.
Πώς βλέπετε το ρόλο των κινημάτων, όπως Καταλάβετε (Occupy), τους Αγανακτισμένους και τα συνδικάτα στον αγώνα ενάντια στα μονοπώλια;
Samir Amin. Το ότι υπάρχει στις ΗΠΑ ένα κίνημα όπως το Occupy Wall Street είναι ένα θαυμάσιο μήνυμα. Ότι δεν αποδέχονται πλέον σαν θέσφατα ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» και «η λιτότητα είναι απαραίτητη» είναι πολύ θετικό. Το ίδιο για τους Αγανακτισμένους στην Ευρώπη. Αλλά αυτά είναι κινήματα παραμένουν αδύναμα, δεν αναζητούν αρκετά τις εναλλακτικές λύσεις. Τα συνδικάτα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο, αλλά θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν. Οι λέξεις κλειδιά πριν από πενήντα χρόνια, είναι παρωχημένες. Πέντε δεκαετίες πριν, τέσσαρες στους πέντε είχαν μια ασφαλή και σταθερή δουλειά, και δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου ανεργία. Σήμερα, μόνο το 40% έχουν μια σταθερή δουλειά, 40% εργασία με συμβάσεις ορισμένου χρόνου και το 20% είναι άνεργοι. Η κατάσταση είναι ριζικά διαφορετική. Τα συνδικάτα δεν μπορούν πλέον να περιορίζονται στις διεκδικήσεις που αφορούν μόνο το μισό της εργατικής τάξης. Είναι απολύτως απαραίτητο να λάβουμε υπόψη τα δικαιώματα των ανέργων και εκείνων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Αυτά είναι συχνά οι μετανάστες, οι γυναίκες και η νεολαία.
Πώς βλέπετε τη σχέση μεταξύ της ταξικής πάλης στο Βορρά και στο Νότο;
Samir Amin. Οι συγκρούσεις καπιταλισμού / σοσιαλισμού και τη Βορρά / Νότου είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Ο καπιταλισμός είναι ένα παγκόσμιο σύστημα και οι πολιτικοί και κοινωνικοί αγώνες, αν θέλουν να είναι αποτελεσματικοί, πρέπει να πραγματοποιούνται ταυτόχρονα σε εθνικό επίπεδο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό εννοούσε ο Μαρξ με το «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!». Επίσης, σημαίνει ότι το να είναι κανείς κομμουνιστής πρέπει εξίσου να είναι διεθνιστής.
Είναι απολύτως απαραίτητο να ενσωματωθεί το ζήτημα του κλίματος, των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος στη σύγκρουση Βορρά-Νότου. Η ιδιωτική εκμετάλλευση αυτών των πόρων και η κατάχρηση του πλανήτη απειλεί το μέλλον όλης της ανθρωπότητας. Τον εγωισμό των ολιγοπωλίων στο Βορρά τον εξέφρασε βίαια ο Μπους δηλώνοντας, «The American way of life is not negotiable» (Ο αμερικανικός τρόπος ζωής δεν είναι διαπραγματεύσιμος). Αυτός ο εγωισμός έρχεται να αρνηθεί την πρόσβαση σε φυσικούς πόρους στο Νότο (80% της ανθρωπότητας). Πιστεύω ότι η ανθρωπότητα δεν μπορεί σοβαρά να ασχοληθεί με την κατασκευή μιας σοσιαλιστικής εναλλακτικής αν δεν αλλάξει αυτός ο «τρόπος ζωής» του Βορρά, το οποίο βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Νότος έχει απλά να περιμένει. Αντίθετα, οι αγώνες στο Νότιο μειώνουν την ιμπεριαλιστική πρόσοδο και αποδυναμώνουν τη θέση των μονοπωλίων στον Βορρά, ενισχύοντας τις λαϊκές τάξεις του Βορρά στον αγώνα τους για την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων. Η πρόκληση στο Βορρά, είναι η κοινή γνώμη να μην περιορίζεται στην υπεράσπιση των προνομίων της έναντι των λαών του Νότου.
Οι αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η Βραζιλία, η Ρωσία και η Νότια Αφρική δεν απειλούν ήδη κάπως τη δύναμη των «γενικευμένων μονοπωλίων»;

Samir Amin. Από το 1970, ο παγκόσμιος καπιταλισμός κυριαρχεί στο παγκόσμιο σύστημα με πέντε πλεονεκτήματα: τον έλεγχο της πρόσβασης στους φυσικούς πόρους, τον έλεγχο της τεχνολογίας και της πνευματικής ιδιοκτησίας, την προνομιακή πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης, τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού και νομισματικού συστήματος και τέλος, το μονοπώλιο των όπλων μαζικής καταστροφής. Αποκαλώ αυτό το σύστημα "apartheid on a global scale" (απαρτχάιντ σε παγκόσμια κλίμακα). Πρόκειται για ένα συνεχή πόλεμο εναντίον του Νότου, έναν πόλεμο που ξεκίνησε το 1990 από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ με τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου. Αλλά οι αναδυόμενες χώρες, ιδιαίτερα η Κίνα, προχωρούν στην αποδόμηση τώρα αυτών των πλεονεκτημάτων. Πρώτον, η τεχνολογία. Περνάμε από το "Made in China" στο "Made by China” (κατασκευασμένο από την Κίνα). Η Κίνα δεν είναι πλέον το κατασκευαστικό εργαστήριο του κόσμου για τα υποκαταστήματα ή τις θυγατρικές του μεγάλου κεφαλαίου των μονοπωλίων. Έχει κατακτήσει την τεχνολογία για να αναπτυχθεί αυτόνομα. Σε ορισμένους τομείς, όπως στους τομείς των μελλοντικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων, ηλιακή ενέργεια, κ.λπ.., διαθέτει τεχνολογίες αιχμής μπροστά από τη Δύση.
Επιπλέον, η Κίνα αφήνει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα να καταστραφεί. Και χρηματοδοτεί ακόμη και την αυτοκαταστροφή του, με τη χρηματοδότηση του ελλείμματος των ΗΠΑ και την οικοδόμηση παράλληλα ανεξάρτητων ή αυτόνομων περιφερειακών αγορών μέσω του «γκρουπ της Σαγκάης», η οποία περιλαμβάνει τη Ρωσία, αλλά και δυνητικά την Ινδία και τη Νοτιοανατολική Ασία. Κάτω από την εποπτεία της Κλίντον, μια έκθεση για την αμερικανική ασφάλεια, λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για έναν προληπτικό πόλεμο εναντίον της Κίνας. Αυτή είναι η απάντηση σε αυτό που οι Κινέζοι έχουν επιλέξει να συνεισφέρουν στον αργό θάνατο των ΗΠΑ χρηματοδοτώντας το έλλειμμά τους. Ο αιφνίδιος θάνατος του ζώου αυτού του είδους θα ήταν πολύ επικίνδυνος.
Και οι χώρες της Νότιας Αμερικής;
Samir Amin. Οι δημοκρατίες με λαϊκή στήριξη στη Λατινική Αμερική σίγουρα έχουν αποδυναμώσει την ιμπεριαλιστική πρόσοδο. Αλλά θα έχουν δυσκολίες να προχωρήσουν περαιτέρω στην ανάπτυξη τους, όσο διατηρούν την ψευδαίσθηση μιας εθνικής αυτόνομης καπιταλιστικής ανάπτυξης. Σαφώς το βλέπουμε στη Βολιβία, τον Ισημερινό και τη Βενεζουέλα. Το βλέπουμε λιγότερο στη Βραζιλία, γιατί είναι μια πολύ μεγάλη χώρα με τεράστιους φυσικούς πόρους. Άρχισαν τη συνεργασία τους με την. ALBA. Αλλά η ALBA εξακολουθεί να είναι πολύ μικρή σε σύγκριση με τη στρατιωτική συνεργασία, οικονομική και διπλωματική του γκρούπ της Σαγκάης, η οποία αποσυνδέεται από την παγκόσμια οικονομία που κυριαρχείται από τα δυτικά μονοπώλια. Για παράδειγμα, τίποτα δεν πληρώνεται σε δολάρια ή ευρώ. Η Νότια Αμερική μπορεί, επίσης, να «αποσυνδεθεί» από τον καπιταλισμό των μονοπωλίων. Έχουν τεχνικές δυνατότητες και τους φυσικούς πόρους για να κάνουν εμπόριο Νότου-Νότου. Κάτι που ήταν αδιανόητο πριν από μερικές δεκαετίες.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΥΛΑΪΔΗΣ

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

ΣΑΜΙΡ ΑΜΙΝ: «Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΕΙΣΗΛΘΕ ΣΤΗ ΓΕΡΟΝΤΙΚΗ ΤΟΥ ΦΑΣΗ»


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ETUDES MARXISTES» ΚΑΙ ΤΟΝ RUBEN RAMBOER


“Η νεοκλασική οικονομική σκέψη είναι ένα ανάθεμα για τον σύγχρονο κόσμο.” Ο Samir Amin, 81 ετών, δεν μασάει τα λόγια του όταν αναφέρεται σε πολλούς συναδέλφους του οικονομολόγους. Και ακόμα λιγότερο στην πολιτική των κυβερνήσεων. «Λιτότητα για να μειωθεί το χρέος; Ψεύδονται ασύστολα». “Ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος; Φράσεις κενές περιεχομένου.”
Του RUBEN RAMBOER
Ξεχάστε το Nouriel Roubini, γνωστό και ως Δρ Doom, τον Αμερικανό οικονομολόγο που έγινε διάσημος επειδή το 2005 προέβλεψε το τσουνάμι, του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο Samir Amin, ήταν αυτός που είχε ανακοινώσει την κρίση στις αρχές της δεκαετίας του 1970. “Εκείνη την εποχή, οικονομολόγοι όπως ο Frank, ο Arrighi, ο Wallerstein, ο Magdoff, ο Sweezy και εγώ, είχαμε πει ότι η νέα Μεγάλη Ύφεση είχε ήδη αρχίσει. Η Μεγάλη. Όχι κάποια συνηθισμένη με τις ταλαντώσεις της, όπως τόσες πολλές μέχρι τότε, θυμάται ο Samir Amin, Επίτιμος Καθηγητής, Διευθυντής του Φόρουμ του Τρίτου Κόσμου στο Ντακάρ και συγγραφέας πολλών βιβλίων μεταφρασμένα σε όλο τον κόσμο. “Μας πέρασαν για ανόητους. Ή για κομμουνιστές που επιθυμούσαν να γίνει κάτι τέτοιο. Όλα πήγαιναν κατ’ευχή, κυρία Μαρκησία του … Αλλά η Μεγάλη Ύφεση άρχισε πραγματικά εκείνη την περίοδο και η πρώτη φάση της κράτησε από το 1972-73 μέχρι το 1980. “

Μιλάμε για την κρίση των τελευταίων πέντε χρόνων. Ή μάλλον τις κρίσεις: των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής αξιοπιστίας, την πιστωτική, την κρίση χρέους, την οικονομική, του ευρώ … Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε;
Samir Amin. Όταν το 2007 με την κρίση των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής αξιοπιστίας τα πάντα τινάχτηκαν στον αέρα, οι πάντες έκαναν πως δεν έβλεπαν. Οι Ευρωπαίοι σκεφτόντουσαν ότι: “Η κρίση έρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα την απορροφήσουμε γρήγορα.” Αλλά αν η κρίση δεν είχε έρθει από εκεί, θα είχε αρχίσει από αλλού. Το ναυάγιο του συστήματος αυτού ήταν προδιαγεγραμμένο και μάλιστα από τη δεκαετία του 1970. Οι αντικειμενικές συνθήκες μιας συστημικής κρίσης υπήρχαν παντού. Οι κρίσεις είναι εγγενείς στον καπιταλισμό, που τις γεννά, περιοδικά, και κάθε φορά βαθύτερες. Τις κρίσεις δεν θα πρέπει να τις εξετάζουμε ξεχωριστά, αλλά συνολικά.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την οικονομική κρίση. Αν περιοριστούμε σε αυτή, θα πούμε ότι αυτή οφείλεται αποκλειστικά σε καθαρά οικονομικούς λόγους, όπως η απελευθέρωση των αγορών. Επιπλέον, αυτοί που φαίνονται πως ευνοούνται περισσότερο από αυτή την επέκταση κεφαλαίου είναι οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, το οποίο μας διευκολύνει να πούμε ότι έχουν την αποκλειστική ευθύνη. Αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είναι μόνο οι οικονομικοί κολοσσοί, αλλά και οι πολυεθνικές εταιρείες σε γενικές γραμμές, οι οποίες επωφελήθηκαν από την επέκταση των αγορών χρήματος. Το 40% των κερδών τους προέρχεται από χρηματοοικονομικές πράξεις.
Ποιοι ήταν οι αντικειμενικοί λόγοι εξάπλωσης της κρίσης;
Samir Amin. Οι αντικειμενικές συνθήκες υπήρχαν παντού. Είναι η κυριαρχία ” των ολιγοπωλίων ή γενικευμένων μονοπωλίων ” που οδήγησε την οικονομία σε κρίση συσσώρευσης, η οποία είναι ταυτόχρονα υποκατανάλωσης και μια κρίση κερδοφορίας. Μόνο οι τομείς των κυρίαρχων μονοπωλίων ήταν σε θέση να αποκαταστήσουν το υψηλό ποσοστό των κερδών τους, καταστρέφοντας όμως τα κέρδη και την αποδοτικότητα των παραγωγικών επενδύσεων, των επενδύσεων στην πραγματική οικονομία.
“Ο καπιταλισμός των ολιγοπωλίων ή γενικευμένων μονοπωλίων ” είναι το όνομα που εσείς δίνεται σε μια νέα φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Σε τι διαφέρουν αυτά τα μονοπώλια από αυτά του προηγούμενου αιώνα;
Samir Amin. Το καινούργιο βρίσκεται στον όρο “γενικευμένο”. Από τις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρξαν παράγοντες με δεσπόζουσα θέση στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στον τομέα της βιομηχανίας στους τομείς του χάλυβα, των προϊόντων χημικής βιομηχανίας, του αυτοκίνητου κλπ.. Αυτά τα μονοπώλια ήταν μεγάλα νησιά στον ωκεανό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, πραγματικά ανεξάρτητα. Όμως,εδώ και τριάντα χρόνια περίπου, έχουμε γίνει μάρτυρες μιας δυσανάλογης συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Το περιοδικό Fortune αναφέρει 500 ολιγοπώλια τα οποία με τις αποφάσεις τους ελέγχουν το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας, κυριαρχώντας απόλυτα σε όλους τους τομείς των οποίων δεν είναι οι άμεσα ιδιοκτήτες.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη γεωργία. Κάποτε ένας αγρότης για τις δραστηριότητες του μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα σε πολλές εταιρείες. Σήμερα, μικρές και μεσαίες γεωργικές εκμεταλλεύσεις πρώτα βρίσκουν μπροστά τους ένα χρηματοοικονομικό μπλοκ τραπεζικών κολοσσών και μονοπώλια παραγωγής λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και Γενετικά Μεταλλαγμένα προϊόντα με τη Monsanto να αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Και μετά, τις αλυσίδες λιανικής πώλησης και τις μεγάλες υπεραγορές. Με αυτό το διπλό έλεγχο, η αυτονομία του και το εισόδημα του μειώνεται όλο και περισσότερο.
Αυτός είναι ο λόγος που προτιμάται να μιλάτε για ένα σύστημα που βασίζεται στην “μεγιστοποίηση των μονοπωλιακών κερδών” παρά για “μεγιστοποίηση του κέρδους;”
Samir Amin. Ναι ο έλεγχος εγγυάται σ’ αυτά τα μονοπώλια κέρδη από το συνολικό εισόδημα από κεφάλαιο που προκύπτει από την εκμετάλλευση της εργασίας. Τα έσοδα αυτά είναι ιμπεριαλιστικά στο βαθμό που τα μονοπώλια αυτά δραστηριοποιούνται στο Νότο.Με τη μεγιστοποίηση των εσόδων αυτών εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία συγκεντρώνονται όλα στα χέρια μιας μικρής ελίτ σε βάρος των μισθών, αλλά και του μη μονοπωλιακού κεφαλαίου. Η αυξανόμενη ανισότητα αποκτά παράλογες διαστάσεις. Σε τελευταία ανάλυση, μπορούμε να την συγκρίνουμε με ένα δισεκατομμυριούχο που κατέχει ολόκληρο τον κόσμο και αφήνει όλους τους άλλους να ζουν στη μιζέρια.
Οι φιλελεύθεροι υποστηρίζουν ότι πρέπει πρώτα “να μεγαλώσει η πίτα” επενδύοντας τα κέρδη. Μόνο μετά από αυτό μπορεί κανείς να προχωρήσει σε αναδιανομή του πλούτου.
Samir Amin. Μα δεν γίνεται καμία επένδυση στην παραγωγή, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλέον ζήτηση. Τα κέρδη επενδύθηκαν από την φυγή προς τα εμπρός στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η έκταση των επενδύσεων επί ένα τέταρτο του αιώνα στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι άνευ προηγουμένου. Ο όγκος των συναλλαγών στις αγορές αυτές υπολογίζεται σε πάνω από 2.500.000 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ είναι μόνο 70 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Τα μονοπώλια προτιμούν να κάνουν τέτοιες οικονομικές επενδύσεις παρά να επενδύουν στην πραγματική οικονομία. Μιλάμε για τηλεγόμενη “χρηματιστικοποίηση“ της οικονομίας. Αυτό το είδος επενδύσεων είναι ο μόνος τρόπος να συνεχίσει να υπάρχει ο “καπιταλισμός των γενικευμένων μονοπωλίων.” Με αυτή την έννοια, η κερδοσκοπία δεν είναι ένα ελάττωμα του συστήματος, αλλά μια λογική του ανάγκη.
Είναι στις χρηματοπιστωτικές αγορές που τα ολιγοπώλια – και όχι μόνο οι τράπεζες – βγάζουν τα κέρδη τους και ανταγωνίζονται μεταξύ τους για αυτά τα κέρδη. Η υπαγωγή της διαχείρισης των επιχειρήσεων στην αξία των μετοχών στο χρηματιστήριο, η αντικατάσταση του συνταξιοδοτικού συστήματος με την κεφαλαιοποίηση του αναδιανεμητικού συστήματος, η προσαρμογή των ευέλικτων συναλλαγματικών ισοτιμιών και η εγκατάλειψη του καθορισμού των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες που άφησαν την ευθύνη αυτή,στις “αγορές” θα πρέπει να συμπεριληφθούν σε αυτή τη χρηματιστικοποίηση.
Η απορρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών έχει γίνει στόχος τα τελευταία χρόνια. Οι πολιτικοί ηγέτες μιλούν για “ηθική των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών” και “απαλλαγή από τον καζινοκαπιταλισμό”. Η ρύθμιση τους επομένως, θα μπορούσε να είναι μια λύση για την κρίση;
Samir Amin. Αυτά είναι μόνο λόγια, κενές φράσεις για τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης. Το σύστημα αυτό είναι προορισμένο να ακολουθεί μια τρελή πορεία προς την χρηματοπιστωτική κερδοφορία. Η ρύθμιση τους επομένως, θα επιδείνωνε ακόμα περισσότερο την κρίση. Προς τα πού θα κατευθυνόταν τότε το οικονομικό πλεόνασμα; Πουθενά! Θα κατέληγε σε μια μαζική υποτίμηση του κεφαλαίου, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, ένα χρηματιστηριακό κραχ.
Τα ολιγοπώλια ή μονοπώλια (“οι αγορές“) και το πολιτικό προσωπικό τους, τότε, δεν έχουν παρά να αποκαταστήσουν το ίδιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεν αποκλείεται το κεφάλαιο να καταφέρει να αποκαταστήσει το προ του φθινοπώρου του 2008, σύστημα. Αλλά θα χρειαστούν τεράστια ποσά από τις κεντρικές τράπεζες για να διαγραφούν όλα τα τοξικά δάνεια και να αποκατασταθεί η κερδοφορία και η οικονομική ανάπτυξη. Και ο λογαριασμός θα πρέπει να γίνει αποδεκτός από τους εργαζομένους γενικότερα και τους λαούς του Νότου, ειδικότερα. Την πρωτοβουλία την έχουν τα μονοπώλια. Και οι στρατηγικές τους έχουν αποφέρει πάντα τα αναμενόμενα αποτελέσματα, δηλαδή τα προγράμματα λιτότητας.
Τα προγράμματα λιτότητας, όπως φαίνεται, ακολουθούνται για να μειωθούν τα χρέη των κρατών. Αλλά γνωρίζουμε ότι αυτό επιδεινώνει την κρίση. Μήπως οι πολιτικοί είναι ηλίθιοι;
Samir Amin. Όχι βέβαια! Στο στόχο βρίσκεται το ψέμα. Όταν οι κυβερνήσεις ισχυρίζονται ότι θέλουν να μειώσουν το χρέος, λένε σκόπιμα ψέματα. Ο στόχος τους δεν είναι να μειωθεί το χρέος, αλλά οι τόκοι για το χρέος να συνεχίσουν να καταβάλλονται και, κατά προτίμηση, με υψηλότερα επιτόκια. Η στρατηγική των χρηματοοικονομικών μονοπωλίων, από την άλλη, είναι να μεγαλώνει το χρέος: το κεφάλαιο κερδίζει, οι επενδύσεις έχουν ενδιαφέρον. Εντωμεταξύ η λιτότητα επιδεινώνει την κρίση, είναι σαφές ότι εδώ υπάρχει μια αντίφαση. Όπως το έθεσε ο Μαρξ, η αναζήτηση του μέγιστου κέρδους καταστρέφει τις βάσεις που θα του επιτρέψουν. Το σύστημα καταρρέει μπροστά στα μάτια μας, αλλά είναι καταδικασμένο να συνεχίσει τρελή πορεία του.
Μετά την κρίση της δεκαετίας του 1930, όμως, το Κράτος κατάφερε να ξεπεράσει εν μέρει αυτή την αντίφαση ακολουθώντας μια κεϋνσιανή πολιτική αναθέρμανσης της οικονομίας.
Samir Amin. Ναι, αλλά πότε άρχισε να εφαρμόζεται αυτή η κεϋνσιανή πολιτική; Αρχικά, η απάντηση στην κρίση του 1929 ήταν ακριβώς η ίδια όπως σήμερα: πολιτικές λιτότητας, με καθοδική σπειροειδή πορεία. Ο οικονομολόγος Keynes έλεγε ότι ήταν παράλογο και ότι ήταν απαραίτητο να κάνουμε το αντίθετο. Αλλά μόνο μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο κατάφερε να εισακουστεί. Όχι γιατί η αστική τάξη πείστηκε από τις ιδέες του, αλλά επειδή επιβλήθηκε από την εργατική τάξη. Με τη νίκη του Κόκκινου Στρατού κατά του ναζισμού και τη συμπάθεια για την κομμουνιστική αντίσταση, ο φόβος για ενδεχόμενη νίκη του κομμουνισμού ήταν πολύ έντονος.
Σήμερα, ορισμένοι – όχι πάρα πολλοί – έξυπνοι αστοί οικονομολόγοι μπορεί να λένε ότι τα μέτρα λιτότητας είναι παράλογα. Και λοιπόν; Όσο το κεφάλαιο δεν υποχρεώνεται από τους αντιπάλους του να ρίξει νερό στο κρασί του, αυτό θα συνεχιστεί.
Ποια είναι η σχέση μεταξύ της σημερινής κρίσης και αυτής της δεκαετίας του 1970;
Samir Amin. Στην αρχή της δεκαετίας του ‘70 η ανάπτυξη της οικονομίας βρισκόταν σε πτώση. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι ρυθμοί ανάπτυξης μειώθηκαν στο μισό της ένδοξης τριακονταετίας: στην Ευρώπη από το 5 στο 2,5%, στις Ηνωμένες Πολιτείες από 4 στο 2%. Αυτή η απότομη μείωση συνοδεύτηκε από μια πτώση του ίδιου μεγέθους των επενδύσεων στον παραγωγικό τομέα.
Στη δεκαετία του 1980, η Θάτσερ και ο Ρέιγκαν αντέδρασαν με ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και σκληρή πολιτική λιτότητας. Αυτό δεν αύξησε τα ποσοστά ανάπτυξης, αλλά τα κράτησε σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Εξάλλου ,αυτό που πραγματικά ήθελαν οι φιλελεύθεροι δεν ήταν σε καμία περίπτωση η αποκατάσταση της ανάπτυξης, όπως έλεγαν. Ο στόχος τους ήταν κυρίως η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ του κεφάλαιου. Η αποστολή τους αυτή στέφθηκε με επιτυχία. Και τώρα, όταν στο Βέλγιο οι ρυθμοί ανάπτυξης από το -0,1% πηγαίνει στο 0,1%, τότε μερικοί χαίρονται: “Η κρίση τελείωσε!”. Μα είναι γελοίο.
Συγκρίνατε το 1990 και το 2000 με τα χρόνια του προηγούμενου αιώνα, ένα είδος δεύτερης “Μπελ Εποκ”.
Samir Amin. Έκανα τον παραλληλισμό μεταξύ δύο μεγάλων σε διάρκεια κρίσεων, διότι, περιέργως, ξεκίνησε ακριβώς με εκατό χρόνια διαφορά: 1873 και 1973. Επίσης, αρχικά είχαν τα ίδια συμπτώματα και η απάντηση του κεφαλαίου ήταν η ίδια, δηλαδή, τρεις σειρές συμπληρωματικών μέτρων.
Κατ ‘αρχάς, μια τεράστια συγκεντροποίηση του κεφαλαίου με το πρώτο κύμα των μονοπωλίων, όπως τα ανέλυσαν οι Hilfirding, Hobson και ο Λένιν. Στη δεύτερη κρίση, αυτό που εγώ αποκαλώ “γενικευμένα μονοπώλια ” που σχηματίστηκαν στη δεκαετία του 1980.
Δεύτερον, η παγκοσμιοποίηση. Η πρώτη μεγάλη κρίση είναι η επιτάχυνση της αποικιοποίησης, που είναι η πιο βάναυση μορφή της παγκοσμιοποίησης. Το δεύτερο κύμα, είναι τα σχέδια διαρθρωτικών προσαρμογών του ΔΝΤ, το οποίο μπορούν να χαρακτηριστούν ως επαναποικιοποίηση.
Τρίτο και τελευταίο μέτρο: η χρηματιστικοποίηση. Όταν θεωρείται η χρηματιστικοποίηση ως ένα φαινόμενο νέο, χαμογελώ. Ποια ήταν η απάντηση στην πρώτη κρίση; Η Wall Street και το City του Λονδίνου το 1900!
Και αυτό είχε τις ίδιες συνέπειες. Αρχικά, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, φάνηκε να λειτουργεί, επειδή συμπίεσε τους λαούς, ειδικά του Νότου. Από το 1890 – 1914,είχαμε την “Μπελ Επόκ”. Τα ίδια έλεγαν και τότε, για “το τέλος της ιστορίας” και το τέλος των πολέμων. Η παγκοσμιοποίηση ήταν συνώνυμο της ειρήνης και του εποικισμού ως εκπολιτιστική αποστολή. Αλλά ποια ήταν η κατάληξη; Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, η Ρωσική Επανάσταση, η κρίση του 1929, ο ναζισμός, γιαπωνέζικος ιμπεριαλισμός, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, κινεζική επανάσταση, κλπ.. Μπορούμε να πούμε ότι από το 1989 είχαμε ένα είδος δεύτερης ”Μπελ Επόκ”, μέχρι το 2008, αν και από την αρχή, συνοδεύτηκε από πολέμους του Βορρά κατά του Νότου.Το κεφάλαιο αυτήν την περίοδο, έβαλε τις βάσεις για να βγάλουν οφέλη τα ολιγοπώλια από τα κέρδη τους. Και, όπως η οικονομική παγκοσμιοποίηση οδήγησε στην κρίση του 1929, έτσι και τώρα οδήγησε στην κρίση του 2008.
Σήμερα, έχουμε φτάσει στο ίδιο καθοριστικό σημείο που προαναγγέλλει ένα νέο κύμα πολέμων ή επαναστάσεων.
Για το πώς βλέπεται το μέλλον … Γράφετε ότι “ένας νέος κόσμος γεννιέται, που μπορεί να είναι πολύ πιο βάρβαρος, αλλά μπορεί και να είναι καλύτερος.” Αυτό από τι εξαρτάται;
Samir Amin. Δεν διαθέτω καμιά μαγική σφαίρα. Αλλά ο καπιταλισμός έχει εισέλθει σε φάση γεροντική, η οποία μπορεί να προκαλέσει τεράστια αιματοχυσία.Αυτή την περίοδο, τα κοινωνικά κινήματα και οι κινητοποιήσεις φέρνουν πολιτικές αλλαγές, προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, φασιστικές ή προοδευτικές. Τα θύματα αυτού του συστήματος θα καταφέρουν να διαμορφώσουν μια θετική εναλλακτική πρόταση, ανεξάρτητη και ριζοσπαστική; Αυτή είναι σήμερα η πολιτική πρόκληση.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

«ΖΟΥΜΕ» ΓΙΑ ΝΑ... ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΤΟΚΟΥΣ!

Του Ν.ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ*
 
Οι κυβερνώντες μάς λένε ότι δανείζονται γιατί η Ελλάδα έχει χρέη. Ψέμα! Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα - και κάθε καπιταλιστικό κράτος - έχει χρέη επειδή δανείζεται. Και δανείζεται γιατί έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός. Μέσα από τις πιστώσεις και την τροφοδότηση του κεφαλαίου για την αναπαραγωγή του. Με μόνιμο, βέβαια, οφειλέτη το λαό, στις πλάτες του οποίου μετακυλίονται τα βάρη που χρεώνει στο δημόσιο ταμείο η πλουτοκρατία.
Μας λένε ότι παίρνουν δάνεια, για να πληρώσουν μισθούς και συντάξεις. Ψέμα! Το μεγαλύτερο ψέμα του τωρινού, του προηγούμενου και του επόμενου αιώνα!
 
Η αλήθεια είναι ακριβώς η αντίθετη: Είναι οι μισθοί και οι συντάξεις του λαού που πληρώνουν τα δάνεια των κεφαλαιοκρατών και όχι το αντίστροφο.
Πριν από λίγες μέρες, ο «Ρ», εστιάζοντας στα στοιχεία του ίδιου του προϋπολογισμού των κυβερνώντων για το 2013, αναδείκνυε αυτήν ακριβώς την αλήθεια: Οτι είναι οι μισθοί και οι συντάξεις που λεηλατούνται, ώστε να συνεχίζεται απρόσκοπτα η δανειοδότηση των κεφαλαιοκρατών και να εισπράττουν οι τοκογλύφοι τα πανωτόκια.
Είναι χαρακτηριστικό:
Στα τρία χρόνια των Μνημονίων (2010 - 2012) τα δάνεια που υποτίθεται έχουν εκταμιευθεί για την Ελλάδα (συμπεριλαμβανομένης ακόμα κι αυτής της «σούπερ» δόσης των 44 δισ. ευρώ που ακόμα εκκρεμεί) ανέρχονται στα 156 δισ. ευρώ.
Κι όμως! Το ίδιο διάστημα, ο ελληνικός λαός έχει πληρώσει σε τοκογλύφους και κερδοσκόπους ένα ποσό που ξεπερνάει τα 202 δισ. ευρώ!
Δηλαδή: «Μας έδωσαν» 156 και τους δώσαμε 202!
Ποιος πληρώνει, λοιπόν;
*
Αυτή η τραγωδία για το λαό δεν αρχίζει με τα Μνημόνια και δε σταματά στα Μνημόνια. Είναι μια τραγωδία διαρκείας.
Πρόκειται για την πάγια τακτική του κράτους των κεφαλαιοκρατών: Αυτοί δανείζονται, αυτοί ξεκοκαλίζουν αστρονομικά ποσά, με τα οποία χρηματοδοτούν την κερδοφόρα δράση τους, κι από την άλλη ο λαός πληρώνει τα χρέη τους και μάλιστα στο πολλαπλάσιο, με τόκο!
Αδιάψευστος μάρτυρας και πάλι τα επίσημα στοιχεία. Τα δικά τους στοιχεία! Τα έχουν, μάλιστα, συμπεριλάβει στον προϋπολογισμό (σελίδα 133), στους σχετικούς πίνακες με τις δαπάνες για την καταβολή τόκων, χρεολυσίων και τις εξοφλήσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων και εντόκων γραμματίων.
Ας δούμε τι ομολογούν:
α) Από το Μάαστριχτ και μετά, δηλαδή την τελευταία 20ετία, ο ελληνικός λαός έχει πληρώσει σε εγχώριους και ξένους τοκογλύφους και κερδοσκόπους το αστρονομικό ποσό των 772,9 δισ. ευρώ!
β) Μόνο από το 2000 και μετά, δηλαδή από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ο ελληνικός λαός έχει πληρώσει για τόκους και χρεολύσια μακροπρόθεσμων δανείων το ποσό των 400,5 δισ. ευρώ. Την ίδια περίοδο, για εξοφλήσεις εντόκων και βραχυπρόθεσμων τίτλων έχει πληρώσει πάνω από 240 δισ. ευρώ. Αθροισμα: 640,5 δισ. ευρώ!
γ) Από το Μάαστριχτ και μετά, 4 ολόκληρα ΑΕΠ της χώρας έχουν πάει σε... τόκους και χρέη! Μάλιστα, από αυτά, πάνω από 3 ολόκληρα ΑΕΠ έχουν εξανεμιστεί σε τόκους και χρεολύσια κατά την περίοδο της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη!
*
Είναι προφανές τι συμβαίνει:
Τα λαϊκά στρώματα πλήρωσαν την τελευταία 20ετία (και κυρίως κατά την περίοδο της «ευρω-ευημερίας») σε τόκους για το δημόσιο χρέος που άλλοι το δημιούργησαν, άλλοι το προκάλεσαν και άλλοι το «έφαγαν», κοντά ένα τρισεκατομμύριο ευρώ!
Αυτή είναι η αλήθεια για την τάξη των καταπιεστών που θησαυρίζει και για την τάξη των καταπιεζομένων που πληρώνει.
Και τώρα, μετά από αυτό το αδιανόητο «ριφιφί», τι μας λένε:
Οτι ο ελληνικός λαός, στο όνομα της «βιωσιμότητας» του χρέους, θα «πρέπει» να ζήσει χωρίς μισθούς, χωρίς συντάξεις, χωρίς δουλειά, χωρίς δικαιώματα, ώστε μέχρι το 2020 να τους έχει πληρώσει άλλα τόσα, και αφού τους τα πληρώσει κι αυτά, τότε - το 2020 - θα τους «χρωστάει» κι άλλα τόσα!
*
Είναι προφανές:
Ο δανεισμός ούτε είχε ούτε έχει σκοπό την ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων, αλλά αποτελεί συνήθη τακτική της ολιγαρχίας, με την οποία η τελευταία αφενός εξασφαλίζει πηγές για τη δική της ρευστότητα, αφετέρου συνεχίζει να χρεώνει τα βάρη του δανεισμού της στα λαϊκά στρώματα.
Η καταχρεωμένη Ελλάδα του ελληνικού λαού δανείζεται για να πληρώνονται τα παλιότερα και τα νεότερα δάνεια της πλουτοκρατίας, με συνέπεια στη συνέχεια να οφείλει ακόμα μεγαλύτερα χρέη στους πιστωτές. Μέσω αυτού του μηχανισμού, όπως περιέγραφε ο Λένιν, επέρχεται «τοκογλυφικός επιπρόσθετος λογαριασμός πάνω σε εκείνο που 20 φορές ως τώρα πληρώθηκε».
Σύμφωνα με τον Στίγκλιτς, μέσα από αυτήν τη διαδικασία, οι χρεωμένες χώρες κατέβαλαν στους πιστωτές τους για αποπληρωμή παλιότερων χρεών το διάστημα 1984 - 2000 το αστρονομικό ποσό των 4,6 τρισ. δολαρίων.
*
Είναι προφανές:
Η απάντηση σε όλα αυτά δεν είναι ούτε η «αποπληρωμή», ούτε η «επιμήκυνση», ούτε το «κούρεμα», ούτε ο «λογιστικός» προσδιορισμός του «καλού» και του «κακού» χρέους.
Η μία και μοναδική απάντηση είναι:
Μονομερής διαγραφή του χρέους!
Κάτι που φυσικά δε θα γίνει από την εξουσία εκείνων που υπογράφουν Μνημόνια, ή από τους άλλους που θέλουν νέα «κοινωνικά συμβόλαια» αγαστής «συνεργασίας» μεταξύ κεφαλαιοκρατών και εργατών εντός της ευρωλυκοσυμμαχίας των Μνημονίων.
Θα γίνει από ένα λαό αποφασισμένο να επιβάλει τη δική του λαϊκή εξουσία.

*Δημοσιεύθηκε στον "Ριζοσπάστη" την Τετάρτη 21 Νομεβρίου 2012

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2012

ΚΡΙΣΗ ΧΡΕΟΥΣ, ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΙΕΞΟΔΟΥ


Toυ ΓΙΑΝΝΗ ΤΟΛΙΟΥ*
Το φαινόμενο της «αθέτησης πληρωμών» δημόσιου χρέους, δηλ. της «πτώχευσης» ή «χρεοκοπίας» ή «παύσης πληρωμών» ενός κράτους, έχει μεγάλο βάθος χρόνου. Τους τελευταίους δύο αιώνες η υπερχρέωση κρατών συνδέεται κυρίως με τις οικονομικές κρίσεις, πολεμικές συγκρούσεις, ακραία φαινόμενα κερδοσκοπίας, κακοδιαχείρισης δημόσιων οικονομικών, ανισότιμες οικονομικές σχέσεις μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών, κά. Ειδικότερα σε περιόδους κρίσεων «υπερπαραγωγής» (υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου), η ζήτηση δανειακού κεφαλαίου εντείνεται για την κάλυψη των αναγκών ρευστότητας, κρατών και επιχειρήσεων, λόγω μείωσης εσόδων και αύξησης ελλειμμάτων και πτώσης αντίστοιχα του κύκλου εργασιών, ενώ επιδεινώνονται οι όροι δανεισμού. Σοβαρές διαταραχές στη νομισματική σφαίρα με μορφή χρηματοπιστωτικών και τραπεζικών κρίσεων, μπορούν να εκδηλωθούν ανεξάρτητα από τις οικονομικές κρίσεις εντείνοντας τα φαινόμενα υπερχρέωσης και εκδήλωσης δημοσιονομικών κρίσεων με αντίστοιχους κινδύνους χρεοκοπίας. Γιαυτό η ιστορία των οικονομικών κρίσεων τους τελευταίους δύο αιώνες θα λέγαμε ότι αποτελεί «προοίμιο» της ιστορίας των κρατικών χρεοκοπιών. Κάθε δημοσιονομική κρίση (η κρίση δημόσιου χρέους), εκτός από τις γενικότερες αιτίες που συνδέονται με βαθύτερες αντιφάσεις της κεφαλαιοκρατικής (καπιταλιστικής) αναπαραγωγής έχουν και ειδικότερες αιτίες που συνδέονται με τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας.
Κρίση δημόσιου χρέους και διεθνές δίκαιο
Ανατρέχοντας την ιστορία της «παύσης πληρωμών» ή χρεοκοπιών στο διάστημα των δύο τελευταίων αιώνων (αρχές 19ου ως αρχές 21ου αιώνα) καταγράφουμε πάνω από 250 χρεοκοπίες1. Ειδικότερα στη διάρκεια του μεγάλου «κραχ» (1929-1934), 17 χώρες κήρυξαν «χρεοστάσιο» σε εξωτερικά δάνεια και άλλες 7 σε εσωτερικά. Επίσης μετά την κρίση του 1973-75 που συνοδεύτηκε από την πετρελαϊκή κρίση, 52 χώρες (κυρίως αναπτυσσόμενες) ζήτησαν αναδιαπραγμάτευση χρέους. Σε επίπεδο Ευρώπης, η Γερμανία έχει χρεοκοπήσει 2 φορές (Α' και Β' παγκόσμιος πόλεμος), η Αυστρία 5 φορές το 19ο αιώνα με πιο σημαντική το 1811, η Δανία 1 το 1813, Πορτογαλία 5 το 19ο αιώνα, η Τουρκία 5 στον 20ο αιώνα, Ρωσία 5 (2 στο 19ο και 3 τον 20ο αιώνα), ενώ η Ελλάδα χρεοκόπησε 5 φορές (πρώτη το 1827, δεύτερη 1843, τρίτη 1893, τέταρτη 1932 και πέμπτη σήμερα). Στην αντιμετώπιση της κρίσης δημόσιου χρέους υπάρχει μεγάλο φάσμα εμπειριών που θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε δύο βασικές ομάδες ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης παίρνοντας υπ' όψιν και το διεθνές δίκαιο. Στην πρώτη ομάδα η διαχείριση τους γίνεται με όρους «δανειστών» ενώ στην δεύτερη με όρους «οφειλετών». Με μια άλλη διατύπωση στην πρώτη γίνεται με «όρους χρηματιστικού κεφαλαίου», ενώ στη δεύτερη με «όρους κοινωνίας».

Στη διεθνή θεωρία και πρακτική, για τη νομική φύση του δημόσιου χρέους και την αθέτηση πληρωμών, υπάρχουν τρεις σχηματικά προσεγγίσεις2. Η πρώτη των αγγλοσαξόνων θεωρητικών, που αντιμετωπίζουν το χρέος ως μια συνηθισμένη εμπορική πράξη και σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής του εφαρμόζεται το πτωχευτικό δίκαιο με συνακόλουθες μορφές αναδιάρθρωσης του. Πρόκειται για πολιτική διαχείρισης της χρεοκοπίας με όρους πιστωτών. Τέτοιες μορφές αναδιάρθρωσης είναι η αναχρηματοδότηση (νέα δάνεια), παράταση του χρόνου αποπληρωμής, μείωση επιτοκίου, ακόμα και διαγραφή μέρους του («κούρεμα»), κά. Στόχος πάντα είναι η μέγιστη δυνατή εξασφάλιση των πιστωτών και δευτερευόντως των οφειλετών. Στα πλαίσια αυτά εφαρμόζεται και η πρακτική της λεγόμενης «ρήτρας συλλογικής ευθύνης» (collective action clause-CAC), η αναδιάρθρωση αποφασίζεται από την πλειοψηφία των πιστωτών (π.χ. 75%) και η τήρησή της είναι υποχρεωτική από τους υπόλοιπους πιστωτές.
Η δεύτερη προσέγγιση, θα λέγαμε η «κρατούσα», θεωρεί ότι ένα κράτος έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την πληρωμή του χρέους επικαλούμενο την «κατάσταση ανάγκης» (state of necessity), η οποία υιοθετείται από την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ και η οποία έχει γίνει αποδεκτή από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Σύμφωνα με αυτήν την αρχή «ένα κράτος δεν μπορεί να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήρια, να διαλύσει την αστυνομία, να παραμελήσει τις δημόσιες υπηρεσίες και να εκθέσει το λαό σε συνθήκες χάους και αναρχίας, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσει τους δανειστές του, αλλοδαπούς ή ημεδαπούς3». Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η επίκληση του δικαιώματος προστασίας της «εθνικής κυριαρχίας και του εθνικού συμφέροντος», που απορρέει από δόγμα Calvo4 και έχει ενσωματωθεί και τυπικά στο διεθνές δίκαιο από το 1962, 5 όπως επίσης και η επίκληση της αρχής της «ανωτέρας βίας» και της «θεμελιώδους αλλαγής των συνθηκών», για ακύρωση χρέους και την άρνηση αποπληρωμής του.
Τέλος η τρίτη, θα λέγαμε πιο ριζοσπαστική προσέγγιση, θεωρεί ότι ένας λαός δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει χρέη τα οποία δεν ήταν σε όφελός του και ούτε ερωτήθηκε ποτέ. Είναι χαρακτηριστική η απόφαση της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης που διέγραψε όλα τα τσαρικά χρέη με το αιτιολογικό ότι «κανένας λαός δεν είναι υποχρεωμένος να πληρώσει την αξία των αλυσίδων που φορούσε στη διάρκεια των αιώνων6». Η προσέγγιση αυτή μας οδηγεί στην έννοια του «επαχθούς» και «απεχθούς» χρέους (odious debt). «Επαχθές» χρέος είναι το «βαρύ» και «ασήκωτο» που συνοδεύεται κι από άλλες δεσμεύσεις, ενώ το «απεχθές» είναι ταυτόχρονα «επονείδιστο», «ανυπόφορο», εν πολλοίς «αθέμιτο» και «παράνομο». Παρ' ότι στον προσδιορισμό του «απεχθούς χρέους» δεν υπάρχει πλήρης ομοφωνία, γίνεται κατ' αρχήν δεκτός ο ορισμός που έδωσε ο Alexander N. Shack7, ο οποίος εισήγαγε την έννοιά του στο διεθνές δίκαιο, ως εκείνο το χρέος που είναι σε βάρος του λαού μιας χώρας, για το οποίο δεν υπήρξε συναίνεσή του, γεγονός που γνώριζαν οι πιστωτές.!
Ωστόσο στην έννοια του απεχθούς χρέους και οριοθέτησης αντίστοιχα του πεδίου ελέγχου του (audit), εντάσσονται όλα εκείνα τα δάνεια που παραβιάζουν βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου (άδικος πλουτισμός, κατάχρηση δικαιώματος, δόλος, τοκογλυφία, βλάβη, υπερβολικό κόστος δανεισμού, χρήση ή απειλή χρήσης βίας κ.ά.), που απορρέουν από τη «Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών», την «Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», τη «Διεθνή Σύμβαση για τα Πολιτικά Δικαιώματα», τη «Σύμβαση για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα», τη «Διακήρυξη για το Δικαίωμα στην Ανάπτυξη», τη «Συνθήκη της Βιέννης που διέπει το δίκαιο των διεθνών συμβάσεων», κ.ά. Σύμφωνα με τον Jeff King8, η απουσία «συναίνεσης» του λαού δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στα τυραννικά, δεσποτικά ή δικτατορικά καθεστώτα. Αν μια εκλεγμένη κυβέρνηση παραχαράξει τη λαϊκή εντολή και προβεί σε μη νόμιμες ενέργειες κατά το δανεισμό (φαινόμενα διαφθοράς, προσωπικού πλουτισμού, δόλιες πράξεις, υπερ-τιμολογημένες κρατικές προμήθειες και δημόσια έργα, αγορά όπλων που χρησιμοποιούνται στην καταπίεση του λαού, συμμετοχή σε επιθετικούς πολέμους, δημιουργία υποδομών που ωφελούν μικρές μειοψηφίες, κ.ά.), μπορεί να θεωρηθούν ως πηγές δημιουργίας «απεχθούς χρέους».
Η προσφυγή μιας χώρας σε διαδικασία διερεύνησης του «απεχθούς χρέους», εκτός από «αυτό καθ' αυτό» το αποτέλεσμα της αμφισβήτησης, επιδρά άμεσα ως τέτοια στη δυναμική της αναδιαπραγμάτευσης. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης το δικαιϊκό καθεστώς επίλυσης των διαφορών (εγχώριο και διεθνές). Τα διακρατικά δάνεια συνήθως διέπονται από τις ρυθμίσεις της «Λέσχης Παρισιού» (Club Paris), μία άτυπη ομάδα από εκπροσώπους των 19 ισχυρότερων οικονομιών που εκφράζουν συμφέροντα των πιστωτών, ενώ τα ιδιωτικά από τις ρυθμίσεις της «Λέσχης Λονδίνου» (London Club of Creditors) που λειτουργεί με μορφή forum και συμμετέχουν εκπρόσωποι εμπορικών τραπεζών (για την επίτευξη ρύθμισης πρέπει να συμφωνήσουν οι πιστωτές που κατέχουν το 90-95% της αξίας του δανείου). Τέλος σημαντικό ρόλο στην επίλυση των διαφορών παίζει και το εσωτερικό δίκαιο κάθε χώρας. Ωστόσο αναντικατάστατο ρόλο παίζει η «κοινωνία των πολιτών» τόσο με την απαίτηση διερεύνησης του «απεχθούς χρέους» με συγκρότηση ανεξάρτητης και αξιόπιστης «Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου» (ΕΛΕ), όσο και την εκλαΐκευση γενικά των δυνατοτήτων αμφισβήτησης πληρωμής του χρέους σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Τέλος, για τον ίδιο σκοπό μπορούν να αξιοποιηθούν οι παρεμβάσεις στην Επιτροπή Οικονομικών, Κοινωνικών και Πολιτιστικών Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (CESR), που διευκολύνει, από νομική και κινηματική άποψη την αμφισβήτηση της πληρωμής του «απεχθούς χρέους».
Εμπειρίες εφαρμογής του διεθνούς δικαίου
Με βάση τα παραπάνω, θα παραθέσουμε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις αντιμετώπισης του χρέους, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το διεθνές δίκαιο9. Στην πρώτη περίπτωση με βάση την αγγλοσαξωνική προσέγγιση, έχουμε την πρόσφατη εμπειρία της Ουρουγουάης, την οποία οι «αγορές» προβάλλουν ως πλέον «πετυχημένη». Το 2003 με μια ξαφνική ανακοίνωση της κυβέρνησης, όλα τα κρατικά ομόλογα της χώρας σε διάφορα νομίσματα, ανταλλάχτηκαν με νέα ομόλογα κατατεθειμένα στο Securities and Exchange Commission των ΗΠΑ. Τα ομόλογα περιείχαν συγκεκριμένες «Ρήτρες Συλλογικής Δράσης» οι οποίες προέβλεπαν ότι σε περίπτωση αλλαγής των όρων πληρωμής των ομολόγων, απαιτείται συμφωνία των κατόχων του 85% της αξίας των ομολόγων. Η συνολική αξία του εξωτερικού χρέους, με βάση τη συγκεκριμένη αναδιάρθρωση που ονομάστηκε «Εθελοντική Αλλαγή Προφίλ Χρέους» (Voluntary Debt Re-Profiling), μειώθηκε μόλις κατά 8% προκειμένου η Ουρουγουάη να μπορέσει να ξαναβγεί στις αγορές. Παρότι το χρέος σε ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε από το 90% το 2004 σε 60% το 2010, ωστόσο τα αλλεπάλληλα προγράμματα λιτότητας οδήγησαν το 60% του πληθυσμού κάτω από το όριο της φτώχειας, χωρίς να ξεφύγει από το φαύλο κύκλο χρέους και εξωτερικού δανεισμού. Η χώρα δεν πτώχευσε επίσημα αλλά πτώχευσε ανεπανόρθωτα ο πληθυσμός10. Ανάλογη εμπειρία έχουμε όπως θα δούμε και στην Ελλάδα με την εφαρμογή του γνωστού προγράμματος PSI.
Η προσέγγιση της «κρατούσας άποψης», που αναφέρεται στην αρχή της «κατάστασης ανάγκης», έχουμε ως πρόσφατο παράδειγμα την εμπειρία της Αργεντινής, η οποία το 2001-2002 πέρασε μια μεγάλη κρίση (μείωση ΑΕΠ κατά 21%, ανεργία 23%, ποσοστό φτώχειας 57%, δημόσιο χρέος 140 δις δολάρια, κά). Η εξέγερση του αργεντινέζικου λαού το Δεκέμβρη 2001 ανάγκασε τον πρόεδρο Φερνάρντο ντε λα Ρούα να φύγει από τη χώρα με ελικόπτερο από το προεδρικό μέγαρο. Την προεδρία ανέλαβε ο Αδόλφο Ροντρίγκες Σαά, ο οποίος προσπάθησε να εφαρμόσει ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα, αλλά κάτω από την πίεση του λαού αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Τη θέση του πήρε ο Νέστωρ Κίρχνερ ο οποίος κήρυξε (2003) μονομερή παύση πληρωμών, υποτίμησε το εθνικό νόμισμα «πέσο» κατά 28%, εθνικοποίησε σημαντικούς τομείς της οικονομίας και αρνήθηκε να αναγνωρίσει το χρέος, που μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ «κουρεύτηκε» κατά 75%, ενώ συμφωνήθηκε η εξόφληση του υπόλοιπου με δεσμευτικούς όρους. Μετά από μερικά χρόνια η οικονομία της Αργεντινής πέρασε σε φάση ανάκαμψης, ενώ από το 2010 βγήκε για δανεισμό στις διεθνείς αγορές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογη εμπειρία εφαρμογής της «κατάστασης ανάγκης» έχει και η Ελλάδα στην προηγούμενη χρεοκοπία (1932). Το 1934 η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την εξυπηρέτηση δανείου της βελγικής τράπεζας «Societe Commercial de Belgique». Η κυβέρνηση του Βελγίου προσέφυγε στο Διαρκές Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την για αθέτηση υποχρεώσεων. Η Ελλάδα με ειδικό υπόμνημα απάντησε ότι με βάση «τα συμφέροντα του ελληνικού λαού για τη διοίκηση, την οικονομική ζωή, την κατάσταση της υγείας και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια της χώρας, δεν μπορούσε να προβεί σε άλλη επιλογή». Το Διεθνές Δικαστήριο αποδέχτηκε το σκεπτικό και δικαίωσε την Ελλάδα (1938), δημιουργώντας ένα νομικό προηγούμενο το οποίο αργότερα αξιοποίησαν άλλες χώρες, όπως η Αργεντινή (2003), στην παύση πληρωμών και μονομερή διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους της.
Τέλος στην τρίτη περίπτωση, εφαρμογής της αρχής του «απεχθούς» χρέους, η «επίσημη» (ντε γιούρε) εφαρμογή στις διεθνείς σχέσεις έγινε με το χρέος του Ισημερινού (2008), ενώ η «ανεπίσημη» (ντε φάκτο) ανάγεται στα τέλη του 19ου αρχές 21ου αιώνα. Ειδικότερα στον Ισημερινό (Εκουαδόρ) ο νυν πρόεδρος Ραφαέλ Κορέα, καθολικός, πρώην υπουργός οικονομικών και πρόεδρος της χώρας, επικεφαλής της πολιτικής συμμαχίας PAIS, με την επιστροφή του στην εξουσία (2007) κάλεσε το ΔΝΤ για επαναδιαπραγμάτευση του χρέους. Δεν προχώρησε άμεσα σε άρνηση πληρωμής, αλλά πρώτα άνοιξε τη διαδικασία του λογιστικού ελέγχου του χρέους (audit), συγκροτώντας διακομματική επιτροπή υπό το γενικό εισαγγελέα της χώρας, σε συνεργασία με την CADTM (Επιτροπή για τη Διαγραφή του Χρέους του Τρίτου Κόσμου), καθώς ξένους οικονομολόγους και νομικούς μεγάλου κύρους. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου, ο Κορέα επικαλούμενος σκανδαλώδεις συμβάσεις κήρυξε στάση πληρωμών (2008). Απευθύνθηκε επίσης στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η οποία τον υποστήριξε στην επιλογή του, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της χώρας να μη πληρώσει χρέη που δημιούργησαν προηγούμενες διεφθαρμένες κυβερνήσεις. Οι πιστωτές αναγκάστηκαν να διαπραγματευτούν, με τελικό αποτέλεσμα να δεχτούν 35 σεντς για κάθε δολάριο που χρωστούσε η χώρα.
Όσον αφορά την «ανεπίσημη» (ντε φάκτο) εφαρμογή της έννοιας του «απεχθούς» χρέους, χαρακτηριστική περίπτωση είναι η διένεξη μεταξύ ΗΠΑ-Ισπανίας για τον έλεγχο της Κούβας. Στο μεταξύ τους πόλεμο το 1898, οι ΗΠΑ ως νικήτρια δύναμη αρνήθηκαν στις διαπραγματεύσεις του Παρισιού να πληρώσουν τα δάνεια της Ισπανίας προς την Κούβα, ισχυριζόμενες: α) ότι τα δάνεια δεν βοήθησαν το λαό της Κούβας, ενώ ορισμένα χρησιμοποιήθηκαν για την καταπίεσή του, β) ότι η Κούβα ποτέ δεν συμφώνησε σε αυτό το χρέος και γ) οι πιστωτές γνώριζαν την κατάσταση και πήραν το ρίσκο της ενδεχόμενης μη αποπληρωμής τους. Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα οι ΗΠΑ, εφάρμοσαν και πάλι «ατύπως» την ίδια αρχή στο Ιράκ (2004), όταν στήριξαν την άρνηση της ιρακινής (κατοχικής) κυβέρνησης να μη πληρώσει δάνεια του καθεστώτος Σαντάμ Χουσεΐν προς Ρωσία, Γαλλία, κά. Παρότι στην αρχή επικαλέστηκαν την έννοια του «απεχθούς χρέους», μετά άλλαξαν τακτική για να μην δεσμεύονται σε άλλες περιπτώσεις και δικαιολόγησαν την άρνησή τους στη βάση της βιωσιμότητας της χώρας, που τελικά οδήγησε στη διαγραφή 80% του χρέους.
Συμπερασματικά, στην εξέταση της διεθνούς εμπειρίας αντιμετώπισης του δημόσιου χρέους κρατών, άλλοτε μέσω αναδιαρθρώσεων και άλλοτε μέσω αθέτησης πληρωμών, βγαίνουν πολύτιμα συμπεράσματα για τη χάραξη μιας φιλολαϊκής πολιτικής διαχείρισης του. Μια συνολική αξιολόγηση των εμπειριών κάνει σε ειδική μελέτη η Κεντρική Τράπεζα της Ισπανίας (2008), η οποία διαπιστώνει ότι τα κράτη που προχώρησαν προληπτικά σε αναδιάρθρωση χρέους, είχαν μικρότερη μείωση του ΑΕΠ, αλλά το «κούρεμα» ήταν σχετικά μικρό, ενώ πέτυχαν σημαντική επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης. Αντίθετα, στις χώρες που προχώρησαν σε αθέτηση πληρωμών και μετά σε αναδιάρθρωση, το «κούρεμα» ήταν μεγαλύτερο. Ειδικότερα οι χώρες που έκαναν στάση πληρωμών, πέτυχαν μείωση χρέους κατά μέσο όρο 41,8%, ενώ οι χώρες που έκαναν προληπτική αναδιάρθρωση πέτυχαν μόλις 19,2%. Επίσης, οι χώρες με στάση πληρωμών είχαν αρχικά πτώση ΑΕΠ μεγαλύτερη (7,5%) αλλά όμως θεαματική ανάκαμψη την επόμενη χρονιά (6%), ενώ αντίθετα οι χώρες που έκαναν προ¬ληπτική αναδιάρθρωση είχαν πτώση μικρότερη (3,6%) αλλά είχαν μικρότερη ανάκαμψη (μόλις 1%). Τέλος, τα κράτη που έκαναν προληπτική αναδιάρθρωση χρέους, βγήκαν γρηγορότερα στις αγορές σε σχέση με αυτά που προχώρησαν σε στάση πληρωμών.
Το μεταπολεμικό στάτους στο νομισματικό σύστημα και η κρίση
χρέους των αναπτυσσομένων χωρών
Η λήξη του πρώτου παγκοσμίου πολέμου κατέγραψε σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό και γεωγραφικό χάρτη. Σε επίπεδο Ευρώπης οι νικήτριες δυνάμεις που συγκροτούσαν την «Αντάντ», επέβαλαν στους ηττημένους και κυρίως στη Γερμανία, σκληρούς όρους, ενώ συγκροτήθηκε το 1919 και η «Κοινωνία των Εθνών» (ΚΤΕ), πρόδρομος του σημερινού ΟΗΕ. Ωστόσο η νέα τάξη πραγμάτων αποδείχτηκε πολύ εύθραυστη. Η «Συνθήκη των Βερσαλλιών» (1919) που υπέγραψαν οι τέσσερις κυρίαρχες δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία με τη Γερμανία, οδήγησε σε αναδιανομή των σφαιρών επιρροής σε όφελος των νικητών. Η Γερμανία έχασε όλες τις αποικίες, περιορίστηκε εδαφικά (ανεξαρτοποιήθηκαν Αυστρία, Τσεχοσλοβακία, Πολωνία), πολλές περιοχές αποστρατιωτικοποιήθηκαν, οι ένοπλες δυνάμεις μειώθηκαν σε 100.000 στρατό ξηράς, ενώ υποχρεώθηκε σε μεγάλες πολεμικές αποζημιώσεις (132 δις δολ). Το τελευταίο έγινε βασική αιτία χρεοκοπίας το 1923 μετά από ένα πρωτοφανή πληθωρισμό.
Ωστόσο η Γερμανία κατάφερε να ξεπεράσει εν μέρει τα προβλήματα, χάρις στα δάνεια από τις ΗΠΑ (σχέδιο Dawes και αργότερα σχέδιο Young). Τα δάνεια διέγραφαν ένα κύκλο που διευκόλυνε όλους.! Η Γερμανία πλήρωνε τις πολεμικές αποζημιώσεις στην Αγγλία και Γαλλία, ενώ οι τελευταίες ξεχρέωναν τα δάνεια που είχαν πάρει για διεξαγωγή του πολέμου προς τις ΗΠΑ. Ωστόσο μέρος των δανείων η Γερμανία τα χρησιμοποίησε για παραγωγικές επενδύσεις (ανασυγκρότηση βιομηχανίας και έργα υποδομής) επιτυγχάνοντας μερική σταθεροποίηση, ενώ στο τέλος της δεκαετίας '20 εισήλθε στην «Κοινωνία των Εθνών». Όμως το μεγάλο «κραχ» του 1929-33 σταμάτησε τα δάνεια των ΗΠΑ και η κρίση ξαναγύρισε στη Γερμανία (πληθωρισμός, εκρηκτική ανεργία κά), όπως και το φάσμα μιας νέας χρεοκοπίας. Τα κοινωνικά αδιέξοδα εκμεταλλεύτηκαν ο Αδόλφος Χίτλερ με τους ναζί, που με τη στήριξη των μεγαλοεπιχειρηματιών και την ανοχή των αστικών κομμάτων, αναρριχήθηκε στην εξουσία (1933), έκανε στάση πληρωμών χρέους, έβγαλε την Γερμανία από την «Κοινωνία των Εθνών», κατήγγειλε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και άνοιξε την αυλαία της προετοιμασίας ενός νέου πιο καταστροφικού παγκόσμιου πολέμου. Η «μεγάλη πορεία στη νύκτα» του γερμανικού λαού και όλων σχεδόν των ευρωπαϊκών λαών, κράτησε δώδεκα χρόνια, με απολογισμό 70 εκατομμύρια νεκρούς.!
Με τη λήξη του Β' παγκοσμίου πολέμου, το ξαναμοίρασμα του κόσμου σε σφαίρες επιρροής (Συμφωνία Γιάλτας και Πότσνταμ), έγινε προσπάθεια ρύθμισης και των διεθνών οικονομικών σχέσεων που οδήγησε τον Ιούλιο του 1944 στη γνωστή Συμφωνία Bretton Woods στην ομώνυμη πόλη των ΗΠΑ. Στη σύσκεψη συμμετείχαν εκπρόσωποι 44 κρατών-μελών του ΟΗΕ και συζητήθηκαν δύο σχέδια. Το σχέδιο Keynes που εξέφραζε κυρίως τα αγγλικά συμφέροντα και το σχέδιο White που εξέφραζε τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Η σύσκεψη υιοθέτησε το σχέδιο White. Σύμφωνα με το τελευταίο, η συναλλαγματική ισοτιμία των νομισμάτων θα καθοριζόταν σε χρυσό και σε δολάρια (1 ουγκιά χρυσού = 35 δολάρια) και διαχρονικά θα παρέμενε σταθερή με μικρό όριο διακύμανσης +/- 1% γύρω από την κεντρική ισοτιμία. Όλα τα άλλα νομίσματα καθόρισαν σταθερές ισοτιμίες στο δολάριο, καθώς και μεταξύ τους. Έτσι το μόνο νόμισμα που άμεσα συνδεόταν πλέον με τον χρυσό ήταν το δολάριο πράγμα που του έδινε πλεονεκτήματα ως μέσο πληρωμής στο διεθνές εμπόριο και ως κυριότερο αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο. Κάθε κράτος που συμμετείχε στη συμφωνία ανάλαβε την υποχρέωση διατήρησης σταθερής συναλλαγματικής ισοτιμίας με κατάλληλα μέτρα νομισματικής πολιτικής.
Φορέας τήρησης της σωστής λειτουργίας του συστήματος ήταν το ΔΝΤ το οποίο ανάλαβε την υποχρέωση στήριξης των χωρών που είχαν προβλήματα στη διατήρηση της ισοτιμίας με ειδικά δάνεια στη βάση του μεριδίου συμμετοχής (ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα) και εφαρμογή μέτρων πολιτικής σύμφωνα με τις υποδείξεις του Ταμείου. Η διοίκηση του ΔΝΤ καθοριζόταν από το ποσοστό ψήφων των χωρών. Οι ΗΠΑ πήραν 17% γεγονός που εξασφάλιζε δυνατότητα «βέτο» σε κάθε απόφαση (απαιτούμενη πλειοψηφία 85%), ενώ πρακτικά μετέτρεπε το ΔΝΤ σε όργανο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Για την πλήρη λειτουργία του συστήματος χρειάστηκαν πέντε χρόνια, ενώ η διάρκεια της συμφωνίας κράτησε σχεδόν 30 χρόνια, εξασφαλίζοντας γενικά σταθερές συνθήκες ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου, με την εφαρμογή παράλληλα του κεϋνσιανού μοντέλου κρατικής ρύθμισης δημιουργήθηκαν ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης των οικονομιών. Γιαυτό οι τρεις περίπου μεταπολεμικές δεκαετίες χαρακτηρίζονται ως «χρυσή περίοδος» στη ζωή του καπιταλισμού. Ωστόσο το 1971 οι ΗΠΑ κατάργησαν τη σύνδεση δολαρίου-χρυσού, γεγονός που οδήγησε σε κατάργηση του συστήματος των σταθερών ισοτιμιών. Οι βαθύτερες αιτίες κατάρρευσης της Συμφωνίας του Bretton Woods, ήταν τόσο η πολιτική των ΗΠΑ που χρησιμοποιούσαν την προνομιακή θέση του δολαρίου για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου πληρωμών και κάλυψης των τεράστιων στρατιωτικών δαπανών με την εκτύπωση δολαρίων, όσο και οι αλλαγές στο επίπεδο παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των οικονομιών που σηματοδότησε τις βαθύτερες διεργασίες αλλαγών στις ισοτιμίας των νομισμάτων.
Η κατάρρευση του συστήματος των σταθερών ισοτιμιών ήταν η απαρχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης 1973-74, η οποία συνοδεύτηκε και από την ενεργειακή κρίση (α' και β' φάση) και τη μεγάλη αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Ήταν μια γενικευμένη κρίση του συστήματος, που σηματοδότησε τη μετάβαση του στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης, με την άνοδο στις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και Βρετανίας στις αρχές της δεκαετία '80 του Ρήγκαν και Θάτσερ αντίστοιχα. Έτσι από το «βόρειο σέλλας» του κεϋνσιανισμού οι οικονομίες των καπιταλιστικών χωρών μπήκαν στο «σκοτεινό τούνελ» του νεοφιλελευθερισμού. Η μετάβαση στο νέο μοντέλο διαχείρισης σηματοδότησε και τη ριζική στροφή στη φιλοσοφία της οικονομικής πολιτικής και ιδιαίτερα της νομισματικής, η οποία σε συνδυασμό με την τεράστια άνοδο των τιμών του πετρελαίου, οδήγησε τις περισσότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδιαίτερα των χωρών της Λ.Αμερικής, σε κρίση δημόσιου χρέους.
Το «εναρκτήριο λάκτισμα» της κρίσης έδωσε η απόφαση του διοικητή της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, Πωλ Βόλκερ, το 1981 να αυξήσει (στα πλαίσια της αντιπληθωριστικής πολιτικής) τα επιτόκια δανεισμού στο 21%. Ως αποτέλεσμα τα δάνεια με ονομαστικά επιτόκια που είχαν συνάψει πολλές λατινοαμερικάνικες και αναπτυσσόμενες χώρες. Αξιοποιώντας υποτίθεται την ευκαιρία απορρόφησης πετροδολαρίων και ευρωδολαρίων, ο δανεισμός έγινε «θηλιά στο λαιμό». Πολλά κράτη βρέθηκαν σε αδυναμία αποπληρωμής τους και η αναζήτηση πιστώσεων τις έφερε μοιραία στην πόρτα του ΔΝΤ και της ΠΤ (Παγκόσμιας Τράπεζας). Οι τελευταίοι έθεσαν ως προϋπόθεση στήριξης τους την εφαρμογή νεοφιλελεύθερης πολιτικής, που πήρε το όνομα «πρόγραμμα διαρθρωτικής προσαρμογής» (κάτι σαν ....Μνημόνιο), το οποίο ούτε την κρίση χρέους αντιμετώπισε, ενώ υπονόμευσε τις αναπτυξιακές τους προσπάθειες. Ειδικότερα στις λατινοαμερικάνικες χώρες, η λύση που προώθησαν οι ΗΠΑ ήταν η αναδιάρθρωση χρέους με τα λεγόμενα «ομόλογα Μπρέϊντι» (από το όνομα του υπουργού οικονομικών των ΗΠΑ Νικόλας Μπρέϊντι), τα οποία περιόρισαν μερικώς το χρέος (γύρω στο 20%) χωρίς όμως να το επιλύσουν. Συνολικά τα χρέη των αναπτυσσομένων χωρών από 70 δις δολ. το 1970, ανέβηκαν σε 540 δις το 1980 και σε 2,8 τρις δολ. το 2006.
Νέα χρηματοπιστωτικά δεδομένα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και η κρίση χρέους των αναπτυγμένων χωρών
Η εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισης, συνδέεται με μέτρα «απορρύθμισης» των οικονομιών, «ελαστικοποίησης» των εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποίησης δημοσίων επιχειρήσεων, συρρίκνωσης κράτους πρόνοιας» και ανακατανομής εισοδήματος με στόχο την ενίσχυση του κέρδους μεγάλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών. Στη χρηματοπιστωτική σφαίρα η συγκεκριμένη πολιτική ξεκίνησε με την απορρύθμιση επιτοκίων, χαλάρωση της πιστωτικής επέκτασης, κατάργηση στεγανών μεταξύ τραπεζικών και «μη-τραπεζικών» εταιριών και πολιτική «τιτλοποίησης» μη εμπορεύσιμων στοιχείων του ενεργητικού ή παθητικού τραπεζών (πχ. ενυπόθηκα δάνεια) σε «εμπορεύσιμους» τίτλους, διευρύνοντας τη διασπορά πιστωτικών κινδύνων και αυξάνοντας τα κέρδη τους. Αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ήταν η έντονη «χρηματιστικοποίηση» (financialization) των οικονομιών, κυρίως των αναπτυγμένων χωρών και η υπερπαραγωγή «πλασματικού κεφαλαίου» με μορφή μετοχών, ομολογιών, αμοιβαίων κεφαλαίων, repos, διαφόρων χρηματοπιστωτικών «μέσων» και «παραγώγων» (options, futures, swaps, junk bonds, hedge funds, CDO, CDS, κά). Το 2010, σύμφωνα με στοιχεία της «Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών» (BIS), η αξία όλων αυτών των «χάρτινων και άυλων αξιών» ανήλθε σε 1.032 δις δολάρια, ενώ τον ίδιο χρόνο το παγκόσμιο ΑΕΠ ήταν μόλις 62 δις δολάρια. Όλη αυτή η «φούσκα» των χάρτινων και άυλων αξιών (η διαφορά «πλασματικών» και «πραγματικών» αξιών), έφθασε στο σημείο που δεν μπορούσε να εξασφαλίσει αποδόσεις (κέρδη) στους κατόχους του και αναπόφευκτα εξεράγει. Η αρχή έγινε με την κατάρρευση της αμερικάνικης τράπεζας Lehman Brothers (2008), προκαλώντας μια νέα μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση που δεν άργησε να περάσει στην πραγματική οικονομία (πιστωτική «ασφυξία», χρεοκοπίες επιχειρήσεων, απολύσεις, πτώση ζήτησης, κλπ) που γρήγορα επεκτάθηκε σε όλες τις χώρες, πρώτα απ' όλα στις χώρες της ΕΕ, προκαλώντας κρίσεις δημόσιου χρέους, ιδιαίτερα στις «περιφερειακές» οικονομίες της ευρωζώνης.
Η προσπάθεια αντιμετώπισης της τραπεζικής κρίσης, οδήγησε στην παροχή από τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της ΕΕ και άλλων χωρών, τεράστιων «πακέτων» (τρις δολαρίων) διάσωσης τραπεζών, τα οποία έμμεσα ή άμεσα φορτώθηκαν στους ώμους μη προνομιούχων φορολογούμενων, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις (Αγγλία, κά) η διάσωση πήρε τη μορφή κρατικοποίησης τραπεζών με «κοινωνικοποίηση» των ζημιών τους.! Ειδικότερα η αμερικανική κυβέρνηση διέθεσε ως το 2010 πάνω από 2,1 τρις δολάρια (700 δις για αγορά «τοξικών» τίτλων και 1.500 δις για εγγυήσεις δανείων), ενώ η ΕΕ διέθεσε πάνω 2,1 τρις ευρώ (75% υπό μορφή εγγύησης δανείων). Ωστόσο η κρίση δεν ξεπεράστηκε, ενώ η αύξηση των ελλειμμάτων που προκάλεσε η ύφεση και τα «πακέτα» διάσωσης, αύξησαν το δημόσιο δανεισμό και τα φαινόμενα υπερχρέωσης, με αποτέλεσμα εφαρμογή ακραίων μέτρων λιτότητας για εξόφληση του χρέους.
Κρίση της ευρωζώνης, πυρήνας και περιφέρεια
Η χρηματοπιστωτική κρίση και η συνακόλουθη δημοσιονομική κρίση (ή κρίση δημόσιου χρέους) εκδηλώθηκε με ιδιαίτερη σφοδρότητα στις χώρες της ευρωζώνης κυρίως των αδύναμων («περιφερειακών») οικονομιών, λόγω των ενδογενών προβλημάτων της «ζώνης του ευρώ». Τελικά το οικοδόμημα της ΟΝΕ (Οικονομικής και Νομισματικής Ενοποίησης) αποδείχτηκε αδύνατο και «εν πολλοίς» ανεπαρκές και «σαθρό» για την αντιμετώπιση της διπλής κρίσης, ενώ τα μέτρα πολιτικής ενέτειναν τα αδιέξοδα της. Η ουσία του προβλήματος βρίσκεται στο μόνιμο «κλείδωμα» της ισοτιμίας των νομισμάτων, χωρών με διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας, χωρίς να υπάρχουν ταυτόχρονα μηχανισμοί στήριξης του ενιαίου νομίσματος. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν παίζει το ρόλο «δανειστή τελευταίας καταφυγής» των χωρών της ευρωζώνης, όπως όλες οι κεντρικές τράπεζες, ούτε υπάρχει ένας ομοσπονδιακός προϋπολογισμός με ανακατανομή πόρων (ανακύκλωση πλεονασμάτων) από τις αναπτυγμένες στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και περιοχές, με αποτέλεσμα αντί για σύγκλιση να έχουμε απόκλιση οικονομιών. Επίσης οι ακραίες μονεταριστικές πολιτικές λιτότητας, για την ανεύρεση πόρων εξυπηρέτησης του χρέους, σε συνθήκες κρίσης και πτώσης της «ενεργούς ζήτησης» (καταναλωτικής και επενδυτικής), εντείνει την ύφεση, ανεργία, τα «λουκέτα», τη φτώχεια και τα ποικίλα κοινωνικά αδιέξοδα. Τέλος το τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας στις κυρίαρχες επιλογές, τόσο από πλευράς διαδικασιών (όλοι μαζί συζητούν αλλά ο ισχυρότεροι αποφασίζουν με βάση τα συμφέροντα τους), όσο από πλευράς ουσίας (επιλογές σε βάρος των συμφερόντων λαών και των εργαζόμενων), κάνουν το «οικοδόμημα» έντονα προβληματικό και εν τέλει μη βιώσιμο.
Ιδιαίτερα για τις «περιφερειακές» οικονομίες, η κρίση χρέους έχει γίνει το όχημα επιστροφής των κοινωνιών στις αρχές του 1900, για χάρη των τραπεζιτών και των κατόχων του χρηματιστικού κεφαλαίου. Ειδικότερα στην Ελλάδα, οι πολιτικές «Μνημονίου» αποδείχτηκαν καταστροφικές και η εμμονή σε αυτές μόνο οικονομικά ερείπια και κοινωνικές εκρήξεις περικλείουν. Η αναδιάρθρωση του χρέους με το λεγόμενο πρόγραμμα PSI (private sector involvement), ούτε τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξασφάλισε, ούτε διευκόλυνε την έξοδο της οικονομίας από την κρίση. Αντίθετα συνοδεύτηκε από μια δανειακή σύμβαση (130 δις €) και ένα νέο Μνημόνιο που οι δεσμεύσεις του οδηγούν την ελληνική οικονομία σε μεγαλύτερη ύφεση, εκρηκτική αύξηση της ανεργίας και φτωχοποίηση ευρύτερων τμημάτων του πληθυσμού χωρίς προοπτική εξόδου από το τούνελ της κρίσης. Ακόμα κι αν εφαρμοστούν όλα τα προβλεπόμενα μέτρα («αφαίμαξη» λαϊκού εισοδήματος 15 δις € ως το 2015 και 50 δις από την εκποίηση δημόσιας περιουσίας), το δημόσιο χρέος και πάλι δεν είναι βιώσιμο. Είναι αποκαλυπτικές οι δηλώσεις αρχιτεκτόνων του Μνημονίου (Κ.Λαγκαρντ, επικεφαλής ΔΝΤ), ότι το χρέος δεν πρόκειται να μειωθεί στο 120% του ΑΕΠ το 2020 αλλά θα διαμορφωθεί σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, κάνοντας αναγκαία μια νέα αναδιάρθρωση («κούρεμα»). Ωστόσο μια τέτοια λύση ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την αποδέχεται, ούτε οι κυρίαρχες ελίτ της ευρωζώνης και ιδιαίτερα της Γερμανίας, ούτε δυστυχώς η σημερινή κυβέρνηση διεκδικεί με την αναγκαία αποφασιστικότητα θέτοντας ως προτεραιότητα τα συμφέροντα των πιστωτών και την «πάση θυσία» παραμονή στην ευρωζώνη.
Η εναλλακτική πολιτική στην κρίση χρέους
Η κρίση της ευρωζώνης και ιδιαίτερα η κρίση χρέους στις περιφερειακές οικονομίες, θέτουν επιτακτικά το ερώτημα της πολιτικής εξόδου από την κρίση σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Παρ' ότι ο χώρος δεν επιτρέπει εκτεταμένες αναλύσεις, είναι φανερό ότι μπροστά στους αρχιτέκτονες αλλά και τους λαούς της ευρωζώνης, προβάλλουν σχηματικά τρία σενάρια. Πρώτον, συντεταγμένη επιστροφή στο 2000, δηλαδή στα εθνικά νομίσματα και την «ευρωπαϊκή λογιστική μονάδα» (Ecu). Δεύτερον, άμεση ομοσπονδοποίηση σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Τρίτον, επανίδρυση της ευρωζώνης με όρους λαών και εργαζόμενων. Καμιά λύση δεν φαίνεται εύκολη, ωστόσο η επιλογή θα πρέπει να γίνει με όρους ιστορικής προοπτικής. Η φράση του γερμανού φιλοσόφου Χέγκελ, ότι το «πραγματικό», είναι «το ιστορικά αναγκαίο», σημαίνει ότι η παρούσα κατάσταση της ευρωζώνης δεν βρίσκεται σε ιστορική αντιστοίχηση. Οι λαοί της ευρωζώνης και όλοι οι λαοί των χωρών της ΕΕ, είναι εκείνοι που θα δώσουν την απάντηση, αφήνοντας ανοικτή την επιλογή του δρόμου που θα διαλέξει κάθε λαός προς το «ιστορικά αναγκαίο».
Όσον αφορά την Ελλάδα, η κρίση χρέους και οι πολιτικές διεξόδου θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να έχουν ως γραμμή πλεύσης τη βασική αρχή του δικαίου που λέει ότι «υπέρτατος νόμος είναι η σωτηρία του λαού» (salus populi suprema lex esto), η οποία διατρέχει όλους τους δικαιϊκούς κλάδους. Σε αυτά τα πλαίσια η αμφισβήτηση πληρωμής του «απεχθούς» χρέους και η απαίτηση συγκρότησης ΕΛΕ, καθώς και η επίκληση της «κατάστασης ανάγκης» του ΟΗΕ, πρέπει να είναι η βάση διεκδίκησης διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους και ανατροπής του νέου «Μνημονίου» που η ενδεχόμενη εφαρμογή του θα δημιουργήσει τεράστια οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα στη χώρα και στον ελληνικό λαό.
Θα κλείσουμε την ανάλυση μας αναφερόμενοι σε δύο περιπτώσεις αντιμετώπισης του χρέους. Μια πρόσφατη και μια παλαιότερη. Η πρώτη αναφέρεται στην Ισλανδία και η δεύτερη τη Γερμανία. Η Ισλανδία, νησιωτική χώρα στο βόρειο Ατλαντικό με 350.000 κατοίκους, αντιμετώπισε το 2008, μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, μια πρωτοφανή κρίση. Η ανεξέλεγκτη πιστωτική επέκταση τριών μεγάλων τραπεζών τις οδήγησε με την κρίση σε χρεοκοπία. Το μέγεθος των τραπεζών ξεπερνούσε κατά 10 φορές το ΑΕΠ της Ισλανδίας. Λόγω των υψηλών επιτοκίων οι τράπεζες είχαν πολλούς μεγαλοκαταθέτες από χώρες της Ευρώπης (300.000 από Αγγλία, 125.000 από Ολλανδία). Ωστόσο με την κατάρρευση έχασαν τα λεφτά τους και απαίτησαν αποζημίωση από το κράτος της Ισλανδίας. Η κυβέρνηση έδειξε ενδοτισμό και αποδέχτηκε το χρέος φέρνοντας για έγκριση σχετική συμφωνία στη Βουλή.
Ωστόσο ο πρόεδρος Όλαφουρ Γκρίμσον δεν δέχτηκε προς τιμήν του τη συμφωνία και κατέφυγε σε δημοψήφισμα (6.3.2010), στο οποίο ο ισλανδικός λαός με 93,2% απόρριψε τη συμφωνία. Μετά το δημοψήφισμα οι Αγγλία και Ολλανδία ξανήλθαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και δέχτηκαν νέα βελτιωμένη συμφωνία την οποία η κυβέρνηση ψήφισε τη Βουλή. Ωστόσο και πάλι ο πρόεδρος αρνήθηκε να την υπογράψει και κάλεσε το λαό να πει τη γνώμη του. Στο νέο δημοψήφισμα ο λαός απέρριψε και πάλι τη συμφωνία με πλειοψηφία 59,8%. Η νέα απόρριψη οδήγησαν Αγγλία και Ολλανδία στη διεθνή διαιτησία (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο EFTA του Λουξεμβούργου) όπου η Ισλανδία απάντησε ότι δεν είχε παραβιάσει καμιά υποχρέωση που απέρρεαν από την Ευρωπαϊκή Συμφωνία (94/19/EG). Ο ισλανδικός λαός παρ' ότι δεν έχει ξεπεράσει όλα τα προβλήματα της κρίσης, αντιμετωπίζει σήμερα το μέλλον με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και αισιοδοξία.
Όσον αφορά την εμπειρία της Γερμανίας, η ταχεία ανοικοδόμηση της μετά το πόλεμο, έγινε δυνατή χάρις στη Συμφωνία του Λονδίνου (1953), με την οποία οι «σύμμαχοι» (αμερικανοί, άγγλοι και γάλλοι), προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ισχυρό οικονομικό «ανάχωμα» στο «σοβιετικό κίνδυνο», αποφάσισαν διαγραφή του χρέους της κατά 62,6% (14,5 δις μάρκα) και εξόφληση του υπόλοιπου με ρήτρα ανάπτυξης και άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις (μείωση επιτοκίου μεταξύ 0 - 5%, υποκατάσταση εισαγωγών, διευκόλυνση εξαγωγών, επίλυση διαφορών με πιστωτές σε γερμανικά δικαστήρια, εξυπηρέτηση χρέους ως 5% των εισπράξεων από εξαγωγές, εξόφληση σε εθνικό νόμισμα, δωρεάν αναπτυξιακή βοήθεια ύψους 1,5 δις δολάρια, κά). Λόγω αυτών των εξαιρετικών ρυθμίσεων, η Δυτική Γερμανία ανάκαμψε οικονομικά γρήγορα και έγινε η ισχυρότερη οικονομία στην Ευρώπη. Πρόκειται για μια ιστορική εμπειρία που αποτελεί ταυτόχρονα και μια υπόμνηση για τη σημερινή της ηγεσία απέναντι στις αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης και ειδικότερα στην Ελλάδα που μεταξύ άλλων ήταν η μοναδική χώρα που η Γερμανία δεν έδωσε πολεμικές αποζημιώσεις ως όφειλε, το ύψος των οποίων ξεπερνά με μετριοπαθείς υπολογισμούς τα 162 δις €.!! Πρόκειται για ένα χρέος προς τον ελληνικό λαό και την ιστορία που μένει ακόμα ανεξόφλητο.!
*διδάκτωρ οικονομικών επιστημών και μέλος της ΠΣΕ του ΣΥΡΙΖΑ.

*Δημοσιεύθηκε στο ειδικό ένθετο του ΕΠΕΝΔΥΤΗ (Σάββατο 17.11.12), με θέμα: "Δάνεια-Κρίσεις-Χρεοκοπίες, Η μαύρη οικονομική ιστορία του 19ου και 20ου αιώνα

1. Για εκτενέστερη παρουσίαση βλ. Attali, J., (2011), «Παγκόσμια κατάρρευση σε δέκα χρόνια; Δημόσιο Χρέος: η τελευταία ευκαιρία», εκδόσεις «Παπαδόπουλος», Αθήνα.
2. Για αναλυτικότερη παρουσίαση βλ. Κατρούγκαλος Γ., (2010), «Η συνταγματικότητα του νόμου 3845/2010 και του Μνημονίου για τα μέτρα εφαρμογής των συμφωνιών με ΔΝΤ, ΕΕ και ΕΚΤ», εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου, www.katrougalos.gr.
3. United Nations, Yearbook of the International Law Commission, 1980, Vol. II. σελ.13, παρ. 25
4. Το δόγμα Κάλβο (Calvo’s doctrine) εισηγήθηκε το 1868 ο αργεντίνος δικαστής Calvo και αναφέρεται στις περιπτώσεις όπου μια ιδιωτική επένδυση συμπεριλαμβανομένων και δανειακών κεφαλαίων ή μια διακρατική συμφωνία οικονομικού ενδιαφέροντος, δημιουργεί συνθήκες άνισης και αήθους οικονομικής εκμετάλλευσης του ντόπιο πληθυσμού και των πλουτοπαραγωγικών πόρων του και τελικά σε ουσιαστική απώλεια της εθνικής του κυριαρχίας. Το κυρίαρχο κράτος έχει δικαίωμα να άρει την ανισότητα με οποιονδήποτε τρόπο, περιλαμβανομένης και της εθνικοποίησης για λόγους εθνικού συμφέροντος με καταβολή ή μη αποζημίωσης. Στη βάση του δόγματος Calvo στηρίχτηκαν οι δεκάδες εθνικοποιήσεις κατά ευρωπαϊκών κυρίως εταιριών στις αποικιακές και εξαρτημένες χώρες.
5. Για μεγαλύτερη ανάλυση βλ. “Works in the UN Commission on Permanent Sovereignty over Natural Resources & Resolution 1804 (xviii), by the General Assembly on 14.12.1962
6. Για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. Β.Ι.Λένιν, «Άπαντα», τομ. 44, σελ.187
7. Ο Alexander Nahum Sack, ήταν ρώσος διεθνολόγος (πρώην υπουργός του Τσάρου και στέλεχος του κόμματος των καντέτων). Το 1927 στο Παρίσι διατύπωσε την έννοια του «απεχθούς χρέους» (odious debt) στο έργο του: «Les effets de transformations des ‘Etas sur leur dettes publiques et antres obligations financieres», Paris, Recueil Sirey (πηγή: www.cisdl.org).
8. King, J. (2002). «The Doctrine of Odious Debt Under International Law Definition», Centre for International Sustainable Development Law, Montreal Quebec, Canada, www.cisdl.org
9. Για εκτενέστερη αναφορά βλ. Γ.Τόλιος, (2011), «Κρίση, απεχθές χρέος και αθέτηση πληρωμών. Το ελληνικό …δίλημμα», εκδ. «Τόπος», Αθήνα, σελ. 79-92
10. Ποντίκι,11.11.2010.
11. Ο εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους, Ιωάννης Γούτης, ενώπιον του «Μόνιμου Διεθνούς Δικαστηρίου» το 1938, υπερασπίστηκε την Ελλάδα στην υπόθεση του δανείου της βελγικής τράπεζας και η Ελλάδα δικαιώθηκε. Αναλυτικότερα βλ. Permanent Court International Justice (PCIJ), Series C. No. 87 (1938-39), p. 187
12. www.cisdl.org
13. «The Role of the IMF in recent sovereign debt restructuring: Implications for the policy of lending into arrears» (2008)
14. Για αναλυτικότερη παρουσίαση βλ. Φουντούλης, Χ., (1986), «Διεθνείς Νομισματικές Σχέσεις», εκδ. «Ειρήν», Αθήνα, σελ. 24-60
15. Για αναλυτικότερη αναφορά βλ., Βατικιώτης, Λ., «Παύσεις πληρωμών και απεχθές χρέος: Κανόνας και όχι εξαίρεση», περ. «Ουτοπία», Αθήνα, Μάρτης-Απρίλης 2010.
16. Για αναλυτικότερη αναφορά βλ. Τομπάζος, Στ. (2010), «Φυγόκεντροι καιροί: Η παγκόσμια οικονομική κρίση 2007, 2008, 2009,…», εκδ. «Παπαζήση», Αθήνα. (σελ.39-68)